Στον εγωισμό μου το χρεώνω

class-in-time-machine

…Μετανιώνω, μετανιώνω, στον εγωισμό μου το χρεώνω
μετανιώνω, ναι μετανιώνω,
τα λάθη μου τώρα πληρώνω…

Ο νόμος του Godwin αναφέρεται κυρίως στις διαδικτυακές συζητήσεις, όπου όσο ο διάλογος δύο ή περισσότερων ατόμων γίνεται πιο μακροσκελής και με την πάροδο του χρόνου, τόσο μεγαλώνουν οι πιθανότητες που τείνουν στη μονάδα κάποιος από τους ομιλούντες να συγκρίνει κάποιον ή κάτι με τον Χίτλερ ή τους ναζί. Μόλις γίνει αυτή η υπερβολή, βάσει του Godwin, η συζήτηση έχει φτάσει στο τέλος της, αφού αυτός που χρησιμοποίησε τον Χίτλερ ως επιχείρημα έχει μόλις χάσει το «δίκαιο» του διαλόγου και είναι προφανές ότι δεν υπήρχαν άλλα εύλογα επιχειρήματα. Αυτό έχει κυρίως ως συνέπεια πολλοί διάλογοι στο διαδίκτυο αλλά και στην «τρισδιάστατη» κοινωνία να χάνουν την πραγματική τους σημασία, την εποικοδομητικότητά τους και ως εκ τούτου να μη γίνεται εξαγωγή σοβαρών συμπερασμάτων.

Ωστόσο, προκύπτει ένα πολύ σοβαρότερο πρόβλημα, όσο ο νόμος του Godwin βρίσκεται ολοένα και περισσότερο μέσα στις κοινωνίες. Όταν σε μια συζήτηση, ελλείψει επιχειρημάτων, κάποιος ανοίγει το χρονοντούλαπο της ιστορίας, συγκρίνοντας τον συνομιλητή του με τον Χίτλερ για ένα ζήτημα που με την πρώτη ματιά καμιά σχέση δεν έχει με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, γίνεται μια περίεργη κοινωνικοποίηση του φασισμού. Δηλαδή, όταν κάποιος σε μια συζήτηση αποκαλεί φασίζουσες μεθόδους παραδείγματος χάριν τα νέα φορολογικά μέτρα του κράτους ή ακόμα και την κόκκινη κάρτα ενός διαιτητή σ’ έναν ποδοσφαιριστή, υπεραπλουστεύει γενοκτονίες, μαζικές δολοφονίες και ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας για να κερδίσει τις εντυπώσεις. Ακόμα και σε καθημερινούς διαλόγους μπορεί κάποιος να αποκαλέσει ναζί κάποιον άλλον επειδή διαφωνεί με τη μεταναστευτική πολιτική ή επειδή ο μοναδικός ανθοπώλης της περιοχής αύξησε τις τιμές στις γαρδένιες, έτσι ώστε να θέσει τον αντίπαλό του νοκ άουτ στη συζήτηση, αφού αν απαντήσει ίσως να γίνει στο τέλος και οδηγός πάνζερ των ναζί.

Αν καλοσκεφτούμε την κυπριακή πραγματικότητα, μπορούμε επίσης να διακρίνουμε να ξεχειλίζει η κυπριακή κοινωνία, ίσως με άλλους όρους, από τον νόμο του Godwin, που, μαζί με τον καύσωνα και τα ξακουστά στοκχολμικά σύνδρομα, καθιστούν την κατάσταση εκρηκτική. Όπου και να κοιτάξει κάποιος, σε διαδικτυακά στέκια, ιστολόγια, αλλά και στους καφενέδες είναι ό,τι πιο συχνό, διαβάζοντας ή ακούγοντας μια συζήτηση, μόλις τελειώνουν οι διαμάχες, να ρίχνεται στη μάχη το περιβόητο «εκάμαμεν τζι εμείς πολλά» ή και το «οι Τούρτζοι υποφέραν λλίον;», όπου αυτομάτως κάποιος μετέχοντας στο κουβεντολόι βαφτίζεται ως εοκαβητατζής ή τουρκοφάγος ή εγκληματίας πολέμου, ασχέτως αν το ’63-’64 ή το ’74 ήταν στην Αυστραλία ή αγέννητος. Δηλαδή, όταν η συζήτηση αφορά τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό ή την εξιστόρηση των γεγονότων του 1974, εμφανίζεται ως απότοκο της ημιμάθειας, της προπαγάνδας, της απουσίας επιχειρημάτων, μια μηχανή του χρόνου που μεταφέρει κάποιον ανυποψίαστο εκ των συνομιλητών, ως σφαγέα, κάπου στη Μάραθα ή στον Σανταλάρη το πρωινό της 14ης Αυγούστου. Αυτό έχει ως άμεση συνέπεια να κυπριοποιείται ο νόμος του Godwin και οι συνέπειες να είναι οι ίδιες όπως και στον υπόλοιπο κόσμο. Οι σφαγές, οι βιασμοί, η προσφυγιά και όλα τα συνεπακόλουθα της τουρκικής θηριωδίας αφαιρούνται από ένα σοβαρό πλαίσιο επιχειρημάτων μέσα από το οποίο θα μπορούσε να αναδειχθεί η επόμενη κίνηση εκ μέρους ενός ολόκληρου λαού, και να καταλήγουμε στη δολοφονία χαρακτήρων της συζήτησης μέσω ημιμαθών επιχειρημάτων και κακόγουστων σλόγκαν, βγαλμένων μέσα από πολύχρονα αυτομαστιγώματα και ξενοκίνητες εκστρατείες «επίλυσης συγκρούσεων». Όπως ακριβώς κοινωνικοποιείται και υπεραπλουστεύεται σε σημείο που σχεδόν αθωώνεται, βάσει του Godwin, ο ναζισμός, έτσι γίνεται και με τις τουρκικές ορδές του 1974 στους εν Κύπρω καφενέδες, τρισδιάστατους και μη, του 2016. Η αποδοχή δηλαδή μιας νέας τουρκοκρατίας μέσω ταύτισης των ταγών μας και μερίδας του λαού με τον Ερντογάν ή ακόμα και η επιβολή νέων παράλογων σκληρών φορολογιών δεν απέχουν πολύ, είναι απλώς ένα «εκάμαμεν τζι εμείς πολλά» δρόμος.

Ξένιος Μεσαρίτης

Χορεύοντας με τους Ντάλτον



Πηγή: Εφημερίδα Ένωσις

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *