Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α ́ Κυριακή τῶν Νηστειῶν)

« Ἔρχου καί ἴδε» (Ἰωάν. 1, 47).

Μία ἀπό τίς μεγαλύτερες ἀγωνίες τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά θέλει νά μιλήσει, νά φωνάξει, νά ἐκφρασθεῖ καί νά μήν μπορεῖ. Ὄχι ἐπειδή στερεῖται τή δυνατότητα τοῦ λόγου καί τῆς λαλιᾶς, ἀλλά ἐπειδή αὐτά πού ἔχει νά πεῖ εἶναι τόσα πολλά καί
αὐτά πού ξέρει τόσα λίγα. Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα καί ἡ γλωσσική πενία μέ τήν πνευματική φτώχεια γίνονται ἀκόμη πιό ἔντονες, καθώς καλούμαστε νά προσεγγίσουμε τό θέμα τῆς Ὀρθοδοξίας.

Μπροστά στήν ἀδυναμία νά ποῦμε τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καταφεύγουμε στό εὐαγγελικό κείμενο τῆς ἡμέρας, γιά ν’ ἀναζητήσουμε ἐκεῖ τήν ἀπάντηση. Κι ἐκεῖ τί βρίσκουμε; Βρίσκουμε μιά φράση, πού μέ τρεῖς λέξεις ὁρίζει ἐπακριβῶς τό τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. «Ἔρχου καί ἴδε». Εἶναι ἡ πρόσκληση τοῦ Φιλίππου στό Ναθαναήλ, γιά νά γνωρίσει τό Χριστό. «Ἔρχου καί ἴδε», «ἔλα καί κοίταξε μόνος σου». Ἄραγε, ὅταν ὁ Φίλιππος ἔλεγε στό Ναθαναήλ αὐτό τό «ἔρχου καί ἴδε», εἶχε τήν ἐπίγνωση ὅτι ἐκείνη τή στιγμή ὅριζε τόν κανόνα τῆς Ὀρθοδοξίας; Γιατί τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία; Εἶναι ἕνα διαχρονικό καί αἰώνιο «ἔρχου καί ἴδε». Θέλεις νά μάθεις τί σημαίνει Ὀρθοδοξία; «Ἔρχου καί ἴδε».

Αὐτές οἱ τρεῖς λέξεις σημαίνουν δύο πράγματα. Ἡ Ὀρθοδοξία κατ’ ἀρχήν εἶναι τό «ἔρχου». «Ἔλα», φωνάζει ἡ Ὀρθοδοξία διά τῆς Ἐκκλησίας σέ κάθε ἄνθρωπο πάνω στή γῆ. Αὐτό τό «ἔρχου» σημαίνει πορεία. Ἡ Ὀρθοδοξία μᾶς καλεῖ σέ μία πορεία. Ἡ πορεία εἶναι κόπος, εἶναι κούραση. Ἡ πορεία εἶναι ἀγώνας καί ἔχει ἀγωνία. Μ’ αὐτό τό «ἔρχου», λοιπόν, καταλαβαίνουμε πρῶτον ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μία πορεία, ἕνας ἀγώνας γεμάτος μέ κούραση καί ἀγωνία. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι βόλεμα, ὅπως δυστυχῶς πολλοί τή βιώνουν στή φτωχή Ἑλλάδα μας. Δέν εἶναι ἡ ἐπικρατούσα θρησκεία, ὅπως αὐτάρεσκα λέγαμε τά προηγούμενα χρόνια. Δέν εἶναι ἡ ὁμάδα τῶν πολλῶν, στήν ὁποία ὀφείλουν ὅλοι οἱ ἄλλοι νά ὑποτάσσονται. Ποτέ δέν ἦταν στήν πραγματικότητα κάτι τέτοιο καί δέν ἐπιθυμεῖ νά εἶναι. Δέν θέλει νά καταστεῖ μία ἰδεολογία, πού ἐκπροσωπεῖ μόνο τούς ἰσχυρούς ἤ τούς πολλούς.

Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει τήν αὐτοσυνειδησία πώς εἶναι μία ζωντανή πορεία μέ ἀρχή τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος καί μέ στόχο τήν αἰωνιότητα. Εἶναι δρόμος γεμάτος ἐσωτερική πληρότητα καί μυστική χαρά. Ὅποιος ἐπιλέξει νά ὁδεύσει τήν πορεία τῆς Ὀρθοδοξίας θά γεμίσει μέ ἐσωτερική γαλήνη, μέ ἠρεμία, μέ μία μυστική ἡσυχία, πού τή βίωσαν καί τή βιώνουν ὅλοι οἱ ἀληθινά συνεπεῖς ὀρθόδοξοι χριστιανοί ἀπανταχοῦ τῆς γῆς.

Ἐντούτοις, ἄν καί εἶναι δρόμος χαρούμενος καί γαλήνιος, ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι καί δρόμος εὔκολος. Ἡ ὁδός τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως εἶναι δύσβατη καί τραχιά, γεμάτη παγίδες καί πόνο. Ὅποιος βαδίσει σ’ αὐτό τό δρόμο θά δοκιμάσει τήν ἀπαξίωση ἀπό τούς πολλούς, τίς σφοδρές ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου, τήν ἀπογοήτευση ἀπό τόν ἀνεπαρκή ἑαυτό του, τήν προδοσία ἀκόμη καί ἀπό τά δικά του πρόσωπα.

Ἡ ὁδός τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ὄμορφη καί δύσκολη ταυτόχρονα. Εἶναι ἀγαπητική καί μοναχική. Εἶναι κοινοτική καί ἡσυχαστική. Αὐτές οἱ ὀξύτατες ἀντιφάσεις, πού συνθέτουν τό χαρακτήρα της, δέν εἶναι εὔκολο νά συνδυαστοῦν. Γιά τό συνδυασμό τους χρειάζεται βαθιά καλλιεργημένη καί ὁλοκληρωμένη προσωπικότητα. Ὁ πιστός πού βαδίζει αὐτή τήν εὐλογημένη πορεία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως κερδίζει σιγά σιγά αὐτή τήν ἐσωτερική καλλιέργεια καί ὁλοκλήρωση.

Αὐτό τό «ἔρχου» πού λέγει ὁ Φίλιππος στό φίλο του, τό Ναθαναήλ, εἶναι μία πρόσκληση γιά συνοδοιπορία πρός τό Χριστό. Μέσα στήν Ἐκκλησία ἡ πορεία τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα δέν εἶναι μοναχική. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν καλεῖ ἀνθρώπους νά βαδίσουν τό μονοπάτι τῆς πίστεως ἀτομικά. Καλεῖ τόν κάθε ἄνθρωπο σέ μία προσωπική σχέση μέ τό Χριστό ἡ ὁποία χτίζεται μέσα στό μεγάλο συλλογικό οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι συμπορεύονται στόν κοινό γιά ὅλους δρόμο τῆς γνωριμίας μέ τό Χριστό. Ὅπως ὁ Φίλιππος ἔπιασε τό Ναθαναήλ ἀπό τό χέρι καί τόν ὁδήγησε στή γνωριμία του μέ τόν Ἰησοῦ, ἔτσι κάθε πιστός ἔχει τό δικό του Φίλιππο, πού εἶναι ὁ πνευματικός του. Κάθε πνευματικός πιάνει ἀπό τό χέρι τά παιδιά του καί τά ὁδηγεῖ στό ἴδιο μονοπάτι πού βαδίζει καί ὁ ἴδιος, στό μονοπάτι τῆς γνωριμίας μέ τό Χριστό.

Σ’ αὐτό ἀκριβῶς τό σημεῖο βρίσκεται τό δεύτερο μεγάλο νόημα τῆς ἡμέρας, στή λέξη «ἴδε». Ὁ ἀγώνας καί ἡ πορεία τοῦ χριστιανοῦ εἶναι προσπάθεια θεογνωσίας. Δέν περιπλανιέται ὁ ὀρθόδοξος στά μονοπάτια θεωρητικῶν ἀναζητήσεων ἀόριστα καί ἰδεοληπτικά. Δέν ἀναζητάει ὁ πιστός φιλοσοφ-ματα καί ἰδεολογίες. Δέν συμμαχεῖ οὔτε παλεύει μέ θεωρίες. Τό «ἴδε» σημαίνει «μάθε». Τό «ἔρχου καί ἴδε» σημαίνει «ἔλα καί μάθε». Ἡ πρόσκληση γιά γνώση τοῦ Χριστοῦ συνιστᾶ τό ἱεραποστολικό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ γνώση γιά τό Χριστό εἶναι κάτι πού μπορεῖ νά τό ἀποκτήσει κάποιος καί ἐκτός Ὀρθοδοξίας, μέσα ἀπό ἐγκυκλοπαίδειες καί τή μελέτη πληροφοριῶν. Ἡ γνωριμία μέ τόν ἴδιο τό Χριστό, ὅμως, συντελεῖται καί ὁλοκληρώνεται μόνο μέσα στό μονοπάτι τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ γνωριμία μέ τό Χριστό ὁλοκληρώνεται μέ τή σχέση καί τήν τελειωτική ἕνωση μαζί Του. Ἡ σχέση μέ τό Χριστό χτίζεται μέ τήν προσευχή καί ἡ ἕνωση μαζί Του ἐπιτυγχάνεται μέ τή Θεία Εὐχαριστία, τήν Ἱερά Ἐξομολόγηση καί τά ὑπόλοιπα μυστήρια. Ἡ γνώση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τρόπος ζωῆς καί καθημερινότητος. Εἶναι ἡ ζωή μας μέ τό Χριστό.

Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα καί μπροστά στήν πνευματική μας φτώχεια νά ὁρίσουμε τήν Ὀρθοδοξία ἄς στοχαστοῦμε τό σύνθημα τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, τό «ἔρχου καί ἴδε». Σάν τό Φίλιππο κι ἐμεῖς ἄς πάρουμε μέ ἀγάπη τόν κάθε συνάνθρωπό μας καί ἄς τοῦ δείξουμε τό δρόμο ἤ μᾶλλον ἄς συνοδοιπορήσουμε μαζί του στό μονοπάτι τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Μέ τό προσωπικό μας παράδειγμα καί μέ τήν ἔστω καί πάμφτωχη πνευματική μας καρποφορία ἄς δώσουμε τό λυτρωτικό μήνυμα πώς ἡ γνωριμία μέ τό Χριστό εἶναι ἡ τελευταία ἐλπίδα πού ἀπέμεινε στόν κόσμο. Ἀμήν.



Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *