Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ

Τίποτε ἄλλο δὲν κρατύνει τόσον τὴν φλόγα τοῦ αἰσθήματος ὅσον ἡ πνοὴ τοῦ λόγου. Ποτὲ ἄλλοτε δὲν εἴμεθα τόσον ὑπερήφανοι διὰ τὰ αἰσθήματα ἡμῶν, καὶ αὐτὰ τὰ μᾶλλον ἀδιαφιλονείκητα καὶ τὰ ἱερότερα, ἢ ὅταν βλέπωμεν, ἔξω ἡμῶν, κάποιον ὑπέροχον πνεῦμα νὰ τελῇ μὲ πανηγυρικὴν λαμπρότητα, τὰ ἀποκαλυπτήρια τῆς σπουδαιότητος καὶ τῆς ἱερότητος τῶν αἰσθημάτων αὐτῶν.

Δὲν ἔχω ἀνάγκην τοῦ κύρους ἢ τῆς διδασκαλίας κανενὸς διὰ νὰ ἀγαπῶ τὴν οἰκογένειαν, διὰ νὰ αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκην καὶ τὴν ἀλήθειαν τῆς συζυγικῆς στοργῆς· καὶ ὅμως ὅταν ἀναγινώσκω εἰς τὸν Ὅμηρον τὸν ἀποχαιρετισμὸν τοῦ Ἕκτορος καὶ τῆς Ἀνδρομάχης, ἂν εἶμαι πατὴρ ἢ σύζυγος, αἰσθάνομαι ὡς νὰ πολλαπλασιάζεται μέσα μου καὶ ὡς νὰ ἀναπτερώνεται ἡ δύναμις ἡ καθιστῶσα με σύζυγον καὶ πατέρα. Ὅταν ἔχω εἴκοσιν ἔτη, εἶμαι ὅλος ἔρως καὶ ἀφωσίωσις, καὶ ὁ μόνος ἱεροκῆρυξ ποὺ μὲ συγκινεῖ, ὁ μόνος φιλόσοφος ποὺ μὲ πείθει, ὁ μόνος ἀρχηγὸς εἰς τὸν ὁποίον ὑπακούω, εἶναι ἡ νεότης μου· ἀλλ' ὅταν διατρέχω τὰς σελίδας τοῦ Μισελὲ περὶ τοῦ  Ἔ ρ ω τ ο ς, προσβλέπω τότε φωτεινότερον τὴν νεότητά μου ὡς θρίαμβον καὶ τὸν ἔρωτά μου ὡς καύχημα. Λατρεύω παντὸς ἄλλου βαθύτερον τὴν Πατρίδα μου. Ἐκεῖνος ὅστις θὰ ἐζήτει παρ' ἐμοῦ νὰ τοῦ ἀναλύσω τὴν φιλοπατρίαν μου, νὰ τὴν ὑποβάλλω εἰς κανόνας, θὰ μοῦ ἔκαμνεν ἐντύπωσιν ματαιολόγου σχολαστικοῦ. Καὶ ὅμως ὅταν μέσα εἰς τὸν «Κρίτωνα» τοῦ Πλάτωνος συναντῶ τὸν πασίγνωστον πρὸς τὴν πατρίδα ὕμνον, ἡ φιλοπατρία ἐμοῦ, τοῦ κοινοῦ θνητοῦ, ἐνισχύεται ἔξαφνα καὶ ζωογονεῖται, ὥς νὰ περιβάλλεται θώρακα ἀδιάτρητον, ὡς νά ποτίζεται κάποιον μυστηριῶδες ἱαματικὸν νερόν.

Ἄν τὸ αἴσθημα εἶναι ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραὴλ εἰς τὴν ἀνθρωπίνην καρδίαν, ὁ λόγος εἶναι ὁ Κριτὴς ὁ χρίων καὶ καθιερῶν τὸν βασιλέα τοῦτον.

Ἀνάλογον ἐντύπωσιν μοῦ ἐπροξένησε τελευταῖον μία διάλεξις τοῦ Βρυνετιὲρ καὶ εἷς πρόλογος τοῦ Βερτελῶ. Ἀμφότεροι λαμπρύνουν τὸ πνευματικὸν στερέωμα τῆς συγχρόνου Γαλλίας, ὁ πρῶτος ὡς μέγας κριτικός, ὁ δεύτερος ὡς μέγας χημικός· ἀμφότεροι, ὡς πάντες οἱ ἀληθῶς σοφοί, πιστεύον εἰς κάποιον ὑψηλὸν ἰδεῶδες κοινωνικῆς προόδου ἢ ἀναπλάσεως. Ἀλλ' ἐκεῖ ὅπου θέλουν νὰ ὁρίσουν πῶς ἐπιτυγχάνεται ἡ πρόοδος αὕτη καὶ ἡ ἀνάπλασις, ἐκεῖ ἀποχωρίζονται, ἀμείλικτοι ἀντίπαλοι· ὁ κριτικός, ἰδανιστὴς καὶ σχεδὸν μυστικιστής, τὸ ἰδεῶδες τοῦτο διαβλέπει ἔξω τῆς ἐπιστημονικῆς ἀληθείας, ὑπεράνω τοῦ ὀρθοῦ λόγου· ὁ χημικός, ἐπιστήμων καθ' ὅλην τὴν σημασίαν τῆς λέξεως, μόνον διὰ τῆς ἐπιστήμης καὶ ἐν τῇ ἐπιστήμῃ διακρίνει τὴν σωτηρίαν, τὸν θρίαμβον τοῦ ἀληθοῦς καὶ τοῦ ἀγαθοῦ.

Ἀλλὰ τοὺς δύο τούτους, διατρέχων πρό τινος καὶ τῶν δύο τοὺς λόγους, ἐνόμισα πὼς συνάντησα ἀδελφοὺς ἐπάνω εἰς ἕν ἀχανὲς πεδίον, σπαρμένον ἀπὸ μνήματα καὶ ἐνταυτῷ καταυγαζόμενον ἐξ ἀποθεώσεων, εἰς πεδίον μαρτυρίων, ἀγώνων καὶ θριάμβων, εἰς τὸ πεδίον τῆς Πατρίδος· καὶ οἱ δύο ἀνύψουν τὴν σημαίαν τοῦ καθήκοντος πρὸς τὴν Πατρίδα, καὶ οἱ δύο ἐκήρυττον τὴν ἀγάπην πρὸς τὴν Πατρίδα.

Ἐν Μασσαλίᾳ πρό τινων ἡμερῶν σύλλογός τις ἐτέλεσε μνημόσυνον ὑπὲρ τῶν γάλλων τῶν πεσόντων ἐν Τομπουκτοῦ τῆς Ἀφρικῆς· κληθεὶς ὁ Βρυνετιὲρ νὰ ὁμιλήσῃ, ἐξέλεξεν ὡς θέμα τῆς ὁμιλίας του τὴν  Ἰ δ έ α ν  τ ῆ ς  Π α τ ρ ί δ ο ς· τὸ θέμα του ἀνέπτυξε μὲ ὅλην τὴν ρητορικήν του δύναμιν μὲ τὴν ὁποίαν λαμπρῶς ἀνακαινίζει τὰ παλαιὰ θέματα.

Ἂν οἱ σκεπτικισταὶ καταφρονοῦν ὡς κοινοτοπίαν τὴν ἰδέαν τῆς Πατρίδος, ἀλλ' ὑπάρχουν κοινοὶ τόποι, ἀποτελοῦντες αὐτὴν τὴν οὐσίαν τοῦ ἠθικοῦ βίου. Ἂν τὰ πάντα μεταβάλλωνται, καὶ ἡ ἐξέλιξις εἶναι ὁ νόμος τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλ' ἡ ἰδέα τῆς Πατρίδος εἶναί τι ἀσάλευτον καὶ ἀΐδιον. Στηρίζεται εἰς τρεῖς βάσεις: εἰς τὴν Φύσιν, εἰς τὴν Ἱστορίαν, εἰς τὴν Πίστιν. Ὡς ἡ οἰκογένεια ἔχει τὴν ρίζαν της ἐν τῇ φύσει, οὕτω καὶ ἡ Πατρίς. Μόνον ἐν αὐτῇ καὶ δι' αὐτῆς εἴμεθα κάτι τι. Ἡ ἀτομικὴ ἀξία δὲν εἶναι τίποτε· τὸ πᾶν εἶναι ὁ κοινωνικὸς συντελεστής. Μόνον ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ Πατρίς, ἀξίζει τὸν κόπον ἡ ζωή. Ὅπως τὸ παιδὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μεγαλώσῃ παρὰ ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς οἰκογένειας, δὲν εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀναπτυχθῇ, παρὰ ὑπὸ τὸν ὅρον τῆς Πατρίδος. Ἡ ἰδέα τῆς Πατρίδος εἶναι τι γενναιότερον καὶ εὐγενέστερον ἁπλῆς ἀλληλεγγύης συμφερόντων· τὰ συμφέροντα δὲν ἀπαιτοῦν θυσίαν ζωῆς καὶ περιουσίας, ὡς ἀπαιτεῖ ἡ Πατρίς. Ἡ Πατρίς δὲν εἶναι, ἀκριβῶς εἰπεῖν, μήτε τὸ ὁμόφυλον· τὸ ὁμόφυλον δὲν δημιουργεῖ τὰς πατρίδας ἐν τῇ ἱστορίᾳ. Ἐξ ἐναντίας ἠμποροῦμεν νὰ εἴπωμεν ὅτι ἡ Ἱστορία, καὶ ἑπομένως ἡ ἰδέα τῆς Πατρίδος, ἐδημιούργησε τὰς φυλάς. Ἡ γλῶσσα, μᾶλλον τῆς φυλῆς, συνδέει στενώτερον τοὺς πολίτας μιᾶς Πατρίδος. Τὸ νὰ λαλῇς τὴν αὐτὴν γλῶσσαν σημαίνει ὅτι ἔχεις τὰς αὐτὰς σκέψεις καὶ τὰ αὐτὰ αἰσθήματα. Ἐξ οὗ καὶ ἡ λατρεία παντὸς μεγάλου λαοῦ πρὸς τὴν φιλολογίαν του. Τὰ φιλολογικὰ ἀριστουργήματα εἶναι οἱ μάρτυρες τῆς ἐν χρόνῳ συνεχείας τῆς Πατρίδος. Ἡ Πατρίς εἶναι ἡ ἱερὰ κληρονομιὰ τοῦ παρελθόντος. Ψεῦδος ὅτι οἱ λαοὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἱστορίαν εἶναι εὐτυχεῖς· βλασφημοῦμεν ἀνακηρύττοντες ὡς ἰδεῶδες τὴν φυτοζωΐαν. Δὲν ὑπάρχει Πατρὶς ἄνευ μακραίωνος ἱστορίας. Ποῖον εἶναι τὸ ζώπυρον τῆς ἰδέας τῆς Πατρίδος; Ἡ συγκέντρωσις ἑκατομμυρίων τινῶν ἀνθρώπων πέριξ δύο ἢ τριῶν κυριάρχων ἰδεῶν, τὰς ὁποίας ἀντιλαμβάνονται καὶ τὰς ὁποίας ὑπακούουν ὡς τὸν κανόνα τῶν ἀποφάσεων αὐτῶν. Μεταξὺ τῶν ἀγαθῶν τὰ ὁποῖα ἐπιδιώκουν οἱ ἄνθρωποι, τῶν αὐτῶν δι' ὅλους, ὑπάρχουν ἀγαθὰ βαρυτιμότερα, πρὸς πραγματοποίησιν τῶν ὁποίων ἀπαιτοῦνται μεγαλείτεραι θυσίαι· ποῖα τὰ ἀγαθὰ ταῦτα; Ἰδοὺ τὸ ζήτημα. Οἱ λαοὶ δὲν εἶναι μεγάλοι ἢ ἀναλόγως τῆς ἐνέργειας τὴν ὁποίαν ἀναπτύσσουν πρὸς ἐπίλυσιν τοῦ ζητήματος αὐτοῦ.

Ἀλλὰ τὴν πραγματικότητα τῆς ἰδέας τῆς Πατρίδος δὲν φθάνει νὰ καταδείξῃ μόνον ἡ φύσις καὶ μόνον ἡ ἱστορία· ἡ λατρεία τῆς πατρίδος ἔχει τι ἀνάλογον πρὸς τὴν λατρείαν τῶν νεκρῶν, πρὸς τὸ αἴσθημα τῆς μετὰ θάνατον ζωῆς· ἀμφότεραι αἱ λατρεῖαι ἐνέχουν κάτι σκοτεινόν, μυστηριῶδες καὶ ἀνεξήγητον· ἀμφότεραι καταλήγουν εἰς ὁμολογίαν πίστεως. Ἡ ἰδέα τῆς Πατρίδος, ὡς ἡ ἀγάπη, ὡς ἡ μεγαλοφυΐα, εἶναι ἀνεπίδεκτος ἀναλύσεως· τὴν ἀρχὴν τῆς γονιμότητος αὐτῆς προσδέχεται ἀπὸ δύναμιν ὑπερτέραν τοῦ ὀρθοῦ λόγου. Ἄν ποτὲ ἀνεκαλύπτετο ὅτι ἡ ἰδέα τῆς Πατρίδος ἡ ἐμπνέουσα τόσας ἀφωσιώσεις καὶ τόσας θυσίας, ἀντίκειται πρὸς τὴν λογικὴν καὶ πρὸς τὴν φύσιν, τόσον τὸ χειρότερον διὰ τὴν φύσιν καὶ διὰ τὴν λογικήν!

Ταῦτα ὁ Βρυνετιέρ, ἐν ἀτελεῖ συνόψει. Ὁ δὲ Βερτελῶ ὁμιλῶν, περὶ τῆς ἠθοποιοῦ δυνάμεως τῆς ἐπιστήμης, προβαίνει εἰς τὴν ἑξῆς οἱονεῖ αὐτοβιογραφικὴν ἐξομολόγησην: 

«Καθ' ὅλην τὴν πρώτην περίοδον τοῦ σταδίου μου ἔζησα μόνος ἐν τῷ ἐργαστηρίῳ μου, μέ τινας μαθητὰς καὶ μὲ τοὺς φίλους μου ἐμψυχουμένους ἀπὸ τὸν αὐτὸν ζῆλον τῆς ἐπιστημονικῆς ἐρεύνης, ἐπιδιώκοντας τὸ ἔργον τῆς συνθέσεως, τὸ μεταμόρφῶσαν τὴν νεωτέραν χημείαν καὶ βιομηχανίαν. Ἂν καὶ ὅλως ἀπησχολημένος εἰς τὸ ἰδιαίτερον τοῦτο ἀντικείμενον, ποτὲ δὲν ἔπαυσα νὰ ἐνδιαφέρωμαι διὰ τὰ μεγάλα ἱστορικά, κοινωνικά, καὶ φιλοσοφικὰ προβλήματα, τὰ προκαλούμενα ὑπὸ τῆς ἐπιστήμης, τῆς ἀποτελούσης τὸ κέντρον καὶ τρόπον τινὰ τὸν ἄξονα τοῦ βίου μου. Ἀλλ' ἀπὸ το 1870 αἱ βλέψεις μου ηὐρύνθησαν· συνησθάμην τὴν ἀνάγκην τῆς ἐκπληρώσεως νέων καθηκόντων πρὸς τὴν νικημένην καὶ ταπεινωνμένην πατρίδα.Ἀπὸ τότε ἐδέησε νὰ ἐξέλθω τοῦ ἐργαστηρίου μου· παρεκλήθην νὰ μεταστῶ ἀπὸ τὴν θεωρίαν εἰς τὴν δημοσίαν δρᾶσιν, κατὰ πολλαπλᾶς διευθύνσεις. Ἀνεμίχθην εἰς τὰ τῆς ἐθνικῆς ἀμύνης, ὡς ἐκ τῶν προβλημάτων, ἅτινα ἔθιγον τὴν εἰδικότητά μου· εἰς τὴν πολιτικὴν ἐν γένει, ὡς ἐπιβάλλεται εἰς πάντα πολίτην δημοκρατίας».

Ἡ ὁμολογία τοῦ Βερτελῶ δὲν εἶναι τάχα ὁ κάλλιστος ἐπίλογος πρὸς ἐνίσχυσιν καὶ ἀνάδειξιν τῶν ἀληθειῶν τοῦ Βρυνετιέρ; Καὶ τὰ ἀνωτέρω δὲν καθιστῶσι ἆρα περιττὸν κάθε ἄλλον ἐπίλογον, πλὴν τῆς ἁπλῆς καὶ ξηρᾶς ὑπομνήσεως ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα καὶ εἰς ἡμᾶς ἐδῶ νὰ ἀντιληφθῶμεν τὴν ἰδέαν τῆς Πατρίδος ὀργανικώτερον, βαθύτερον, ἁγνότερον, σχετίζοντες αὐτὴν πρὸς πάντα κύκλον τῆς πνευματικῆς καὶ τῆς κοινωνικῆς ἡμῶν ἐνεργείας;

Ἐφ. «Ἑστία», 1 Νοέμ. 1896.

Βάρδας Φωκᾶς



Πηγή: Κ. Παλαμᾶ, Ἅπαντα, Τόμος ΙΕ΄. Β΄ ΕΚΔΟΣΗ, ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ

Ἑλλήνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *