Ὁ παρευξείνιος Ποντιακὸς Ἑλληνισμὸς
Βασιλείου Σηφακάκη
φιλολόγου – γλωσσολόγου – προέδρου ΟΔΕΓ
Μέ μεγάλο ἐνδιαφέρον οἱ Ἕλληνες παρακολουθοῦμε τά γεγονότα πού συμβαίνουν στήν Οὐκρανία. Ὁ λόγος δέν εἶναι μόνο ὅτι αὐτά καθ᾿ ἑαυτά εἶναι σημαντικά, ἀλλά ὅτι ἀφοροῦν ἄμεσα καί χιλιάδες ὁμογενεῖς μας πού ζοῦν στίς περιοχές αὐτές. Πραγματικά ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός πού κατοικεῖ στά Δυτικά, Βόρεια καί Ἀνατολικά παράλια τοῦ Εὐξείνου Πόντου εἶναι πολυπληθής, χωρίς νά ἀναφέρωμαι ἰδιαίτερα στούς ὁμογενεῖς πού εἶναι ἐγκατεστημένοι σέ ὅλη τήν παλαιά Σοβιετική Ἕνωση.
Οἱ σχέσεις μας μέ τόν Πόντο, τόν ἀνέκαθεν αὐτόν ἑλληνικό χῶρο, βυθίζονται στήν ἀχλύ χιλιετιῶν. Μέσα ἀπό τήν σκόνη τοῦ χρόνου ἀνακαλύπτουμε τό ἀκατάβλητο ἑλληνικό δαιμόνιο καί τήν ἀσίγαστη ἀνησυχία τοῦ Ἕλληνα, πού ἔφερε τό φῶς καί ἀπό ζοφερή χώρα τήν ἔκανε ἀζοφική καί τήν ἄξενη καί ἀφιλόξενη θάλασσα τήν ἔκανε Εὔξεινο καί εὐκολοδιάβατο Πόντο.
Καί στίς περιοχές αὐτές ἔζησαν καί μεγαλούργησαν οἱ Ἕλληνες. Τό ἀποδεικνύει ἡ ἱστορία μέ ὅλα της τά πρόσωπα, τήν γλῶσσα, τόν πολιτισμό, τήν τέχνη, τούς μύθους, τίς παραδόσεις. Ὁ Προμηθέας Δεσμώτης πού συμβολίζει τόν Ἑλληνισμό καί τά παθήματά του, ἁλυσσοδένεται στόν Καύκασο. Τά ταξίδια τοῦ Φρίξου καί τῆς Ἕλλης, τῶν Ἀργοναυτῶν ― στό Σότσι, τήν πόλη πού ἔγιναν οἱ χειμερινοί Ὀλυμπιακοί ἀγῶνες, στήν πλατεῖα Καλῶν Τεχνῶν, ἕνα μνημεῖο ἀπεικονίζει τό Χρυσόμαλλο Δέρας φρουρούμενο ἀπό τόν Δράκοντα ― τοῦ Ἡρακλῆ, τοῦ Θησέα, ἡ Ἰφιγένεια στήν χώρα τῶν Ταύρων, οἱ σχέσεις τῶν Μινύων τοῦ Βοιωτικοῦ Ὀρχομενοῦ μέ τήν περιοχή, ὁ ἐμφύλιος Τρωϊκός πόλεμος, δείχνουν τήν προσπάθεια ἐλέγχου τῶν ἐμπορικῶν δρόμων καί τόν πλοῦτο τῆς περιοχῆς.
Στήν ἱστορική περίοδο, τότε πού ὁ Ἑλληνισμός ἄνοιξε ξανά τά φτερά του, τόν 8ο π.Χ. αἰ. ξεκίνησε καί ἄλλη ἀποικιακή περίοδος ἐγκαταστάσεως καί ἐκμεταλλεύσεως στόν Εὔξεινο Πόντο. Πρῶτοι ἄποικοι ἡ Μίλητος καί τά Μέγαρα. Στίς ἐκβολές τοῦ Δούναβη ἱδρύθηκαν οἱ ἀποικίες Ἴστρος, Ἀπολλωνία, Ὀδησσός, Τόμοι, Κροῦνοι, στά βόρεια παράλια ἡ Ὀλβία, ἡ Τύρος, ἡ Βορυσθένη, ἡ Θεοδοσία, ἡ Κερκίνη, στά ἀνατολικά ἡ Φάσις, ἡ Διοσκουριάδα, ἡ Πιτυούντα, τό Παντικάπαιον καί στά νότια οἱ πόλεις πού κατέχουν σήμερα οἱ Τοῦρκοι, Τραπεζοῦντα, Ἡράκλεια, Ἀμισός, Σινώπη.
Πιό πάνω στήν Κριμαία ἱδρύθηκαν ἡ Σεβαστούπολη, ἡ Εὐπατόρια, ὁ Γιαλός (Γιάλτα), ἡ Θεοδοσία, ἡ Χερσόνησος κι ἀκόμα παραπέρα στόν ποταμό Ντόν, ἡ Ταναΐς, τό Ταϊγάνιον καί οἱ Κρημνοί. Ἀπ᾿ ὅλες αὐτές τίς περιοχές καί τήν Μητροπολιτική Ἑλλάδα ξεκίνησε μία παλιρροϊκή κίνηση πού δέν σταμάτησε ποτέ ἐδῶ καί 3.000 χρόνια.
Τίς στενές καί ὄχι μόνο ἐμπορικές σχέσεις τῶν Ἑλλήνων μέ τίς περιοχές ἐνίσχυσε ὁ ἐχριστιανισμός τῶν Ρώσσων ἀπό τό Βυζάντιο πού ἔπαιξε σημαντικό ρόλο στήν διατήρηση ἰσχυρῶν δεσμῶν φιλίας καί συνεργασίας ἀνάμεσα στούς Ρώσσους καί τούς Βυζαντινούς. Ἀκόμα καί σήμερα, ὄχι μόνο οἱ ὁμογενεῖς, ἀλλά καί οἱ Ρῶσσοι καί οἱ Οὐκρανοί εἶναι βαθειά θρησκευόμενοι λαοί, στοιχεῖο πού τούς ἑνώνει περισσότερο. Καί αὐτό συμβαίνει παρά τίς ἀνηλεεῖς διώξεις εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό προγενέστερο κομμουνιστικό καθεστώς.
Μέ τήν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἕνα πλῆθος Ἑλλήνων, μορφωμένων καί μή, καταφεύγει στήν ὁμόδοξη καί φιλική Ρωσσία, ἡ ὁποία τούς παρέχει ἄσυλο καί φιλοξενία. Θά τήν βοηθήσουν ἄλλωστε στόν ἀγῶνα της κατά τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Σέ ὅλη τήν περίοδο τῆς Τουρκικῆς κυριαρχίας πολλοί Ἕλληνες, κατά κύματα, καταφεύγουν στήν Ρωσσία, ἀκόμα καί μέχρι τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰ. μέ τήν Γενοκτονία τῶν Ποντίων καί τήν Μικρασιατική καταστροφή. Σύμφωνα μέ τούς ὑπολογισμούς τῶν ἑλληνικῶν Προξενικῶν Ἀρχῶν, ὁ ἀριθμός τῶν Ἑλλήνων τό 1918 σέ ὅλη τήν Ρωσσία ἀνερχόταν σέ 750.000, ἐνῶ σύμφωνα μέ ἄλλες πηγές, σέ 665.000 ψυχές.
Αὐτοί εἶναι οἱ ἐπίσημα καταγεγραμμένοι Ἕλληνες, γιατί ἡ πολιτική τῆς ἐκβιαστικῆς ρωσσοποιήσεως πού ἐφαρμόστηκε σέ πολλές περιπτώσεις ἀφομοίωσε καί πολλούς ἄλλους, ὥστε δέν εἶναι ὑπερβολική ἡ θέση πού διατύπωσε ὁ πρώην Δήμαρχος τῆς Μόσχας καί Ἕλληνας στήν καταγωγή Γαβριήλ Ποπώφ, ὅτι «στίς φλέβες κάθε τρίτου Ρώσσου ρέει ἑλληνικό αἷμα»
Μέ τήν ἐγκατάστασή τους στίς διάφορες πόλεις τῆς Ρωσσίας κυρίως τῶν παραλίων τοῦ Εὐξείνου Πόντου, οἱ Ἕλληνες δημιούργησαν ξεχωριστές ἑλληνικές Κοινότητες μέ ἑλληνικά σχολεῖα, ἐκκλησίες, μέ Ἕλληνες δασκάλους καί ἱερεῖς, σέ πολλές περιπτώσεις ἀποκτοῦν ἀνεξάρτητη ἑλληνική Διοίκηση, ἑλληνικά Δικαστήρια καί φορολογικά προνόμια. Πολλοί Ἕλληνες κατέλαβαν ἀνώτατες θέσεις καί ἀξιοποιήθηκαν ἀπό τήν Τσαρική διοίκηση. Οἱ Ρῶσσοι δέν ξέχασαν ποτέ τήν συμβολή τοῦ Κυρίλλου καί τοῦ Μεθοδίου στόν πολιτισμό τους. Οἱ Ἕλληνες θεωρήθηκαν «παιδιά τῶν σοφῶν», «τό δεξί χέρι τοῦ Θεοῦ» καί χαρακτηρίζονται ὡς «λαός ἤρεμος, νηφάλιος, συνετός καί ἔντιμος». Ὁ Γρ. Μαρασλῆς ἐκλέγεται Δήμαρχος Ὀδησσοῦ ἐπί πέντε συνεχεῖς θητεῖες. Οἰκογένειες ὅπως: οἱ Μαρασλῆδες, Ροδοκανάκηδες, Μαυροκορδᾶτοι, Ράλληδες, Ἀργυρόπουλοι, Ζωσιμᾶδες, Ὑψηλάντηδες, πρόσωπα ὅπως: ὁ Καπποδίστριας, Βαρβάκης Θεοτόκης, Βούλγαρης, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Γραικός καί πολλοί ἄλλοι, ἔζησαν, δραστηριοποιήθηκαν, ἀναγνωρίστηκαν καί μέ τίς προσπάθειές τους συνέβαλαν στήν οἰκονομική, κοινωνική καί θρησκευτική ἀναμόρφωση καί τοῦ ρωσσικοῦ λαοῦ.
Δέν ἦταν ὅμως πάντα ἡ ζωή τους εἰρηνική. Πολλές συγκρούσεις μέ ντόπιους λαούς, ἐπιδρομεῖς ἀπό ἄλλες περιοχές τούς ἀνάγκαζαν σέ συνεχεῖς μετακινήσεις. Ἔτσι καί οἱ Ἕλληνες τῆς Κριμαίας γιά νά ἀποφύγουν τόν ἐξισλαμισμό τους ἀπό τούς Τατάρους τό ἔτος 1788, μέ τόν ἕλληνα Μητροπολίτη τῆς περιοχῆς Ἰγνάτιο, σέ συνεννόηση καί μέ ἀπόφαση τῆς Μ. Αἰκατερίνης, μετανάστευσαν βορειότερα στά παράλια τῆς Ἀζοφικῆς, ὅπου ἵδρυσαν τήν Μαριούπολη, τήν πόλη τῆς Μαρίας, τῆς Παναγίας δηλαδή, καί τά 24 ἑλληνικά χωριά της. Σέ κάποια ἀπό τά χωριά αὐτά, ἀκόμα καί σήμερα οἱ πληθυσμοί εἶναι ἀμιγῶς Ἑλληνικοί, ἐνῶ σέ ἄλλα, στά σπίτια τῶν Ἑλλήνων οἱ πόρτες καί τά παράθυρα εἶναι χρωματισμένα μέ τά χρώματα τῆς ἑλληνικῆς σημαίας.
Τά πράγματα ἔγιναν πολύ χειρότερα μεταγενέστερα. Μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος, τήν ἀπερίσκεπτη ἐκστρατεία τοῦ Βενιζέλου στήν Οὐκρανία τό 1919, ἄρχισε γιά τόν ἑλληνισμό τῆς Ρωσσίας μία πορεία δραματική. Ὁ Ἑλληνισμός γιά τό ρωσσικό καθεστώς θεωρήθηκε ἐχθρικός. Ἀκολούθησαν διώξεις τῶν Ἑλλήνων, λεηλασίες καί δημεύσεις τῶν περιουσιῶν τους, ἐξορίες, σφαγές, καταδίκες, θάνατοι, πολλοί θάνατοι.
Τήν πιό τραγική περίοδο ἔζησαν οἱ Ἕλληνες ἀπό τό 1936 μέχρι τό 1939 μέ τίς ἐκκαθαρίσεις τοῦ Στάλιν. Τέσσερα διαδοχικά κύματα ὁμαδικῶν διώξεων ἔγιναν κατά τῶν Ἑλλήνων. Αὐθαίρετες συλλήψεις μέ χαλκευμένες κατηγορίες, συνοπτικές δίκες καί ἄμεσες ἐκτελέσεις τοῦ ἀνδρικοῦ πληθυσμοῦ, ἡλικίας ἀπό 16 ἐτῶν καί πάνω ― ὑπάρχουν περιπτώσεις πού ἐκτελέσθηκαν καί δωδεκάχρονα παιδιά ― ἐκτοπισμοί στήν Σιβηρία σέ στρατόπεδα καταναγκαστικῆς ἐργασίας, ἀπ᾿ ὅπου ἐλάχιστοι ἐπέστρεψαν (Σολτζενίτσιν, Ἀρχιπέλαγος Γκουλάγκ), τά μέλη τῶν οἰκογενειῶν τῶν καταδικασθέντων θεωρήθηκαν «προδότες τῆς πατρίδος», ἐκτοπίζονταν κι αὐτά. Ἔκλεισαν ὅλα τά ἑλληνικά σχολεῖα πού ἀνήρχοντο σέ 104, τά περισσότερα ἀπ᾿ αὐτά ἔγιναν ρώσσικα, ἐνῶ ἄλλαξε ἡ χρήση ἄλλων, σταμάτησε ἡ ἔκδοση ἑλληνικῶν ἐφημερίδων, ἔκλεισαν οἱ ἐκδοτικοί οἶκοι, κυνηγήθηκαν τά ἑλληνικά ἔντυπα καί βιβλία, ἀκόμα καί μέσα στά σπίτια. Καταργήθηκαν οἱ θεατρικές σκηνές, καταστράφηκαν ― κατεδαφίστηκαν οἱ ἐκκλησίες, θανατώθηκαν οἱ ἱερεῖς κι ἄλλες ἐκκλησίες πού ἔμειναν ὄρθιες ἔγιναν ἀποθῆκες σιτηρῶν, σταῦλοι, καί στήν καλύτερη περίπτωση στέγασαν σχολεῖα ἤ κυβερνητικές ὑπηρεσίες.
Ὁ ἀκριβής ἀριθμός τῶν ἐκτελεσθέντων ὑπολογίζεται ὅτι εἶναι πάνω ἀπό 50.000 Ἕλληνες. Πολλαπλάσιος ἦταν ὁ ἀριθμός τῶν ἐξορισθέντων καί ἐκτοπισμένων. Κανένας Ἕλληνας διανοούμενος, ἄνθρωπος τῆς τέχνης, τοῦ πολιτισμοῦ, δέν διέφυγε τόν θάνατο. Θανατώθηκαν ἀκόμη καί τά στελέχη τοῦ κόμματος. Μεσοῦντος τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου παρά τόν ἡρωϊσμό τῶν Ἑλλήνων πού πολεμοῦσαν τόν Ναζισμό στήν Ρωσσία, συνεχίστηκαν οἱ διώξεις πού τελικά σταμάτησαν μέ τόν θάνατο τοῦ Στάλιν καί τήν ἀνάληψη τῆς ἐξουσίας ἀπό τόν Χρουτσόφ, τό 1954.
Ἡ Γενοκτονία αὐτή τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Ρωσσίας εἶναι μία ἄγνωστη σελίδα τῆς ἱστορίας μας. Τό τραγικό εἶναι ὅτι ὁ πληθυσμός αὐτός ἀφέθηκε στό ἔλεός του, τήν στιγμή πού οἱ ἄλλες εὐρωπαϊκές κυβερνήσεις φρόντισαν νά σώσουν τούς ὁμοεθνεῖς τους. Ὅλες οἱ ἐκκλήσεις γιά βοήθεια καί συμπαράσταση πρός τήν Ἑλλάδα δέν βρῆκαν καμμιά ἀνταπόκριση.
Καί ὅμως παρ᾿ ὅλες τίς διώξεις, τούς κατατρεγμούς, τήν ἐγκατάλειψη, τόν ξερριζωμό, ζοῦν ἀκόμα στίς περιοχές αὐτές Ἕλληνες. Οἱ περισσότεροι κατοικοῦν στήν Ρωσσία, τήν Γεωργία, τό Καζακστάν, καί βεβαίως στήν Οὐκρανία, ὅπου κυριαρχεῖ ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός. Ἐπιβεβαιώθηκε γιά ἄλλη μία φορά ὁ λόγος τοῦ Μακρυγιάννη «τρῶνε τά θηρία ἀπό μᾶς καί μένει καί μαγιά». Αὐτά πού κράτησαν ζωντανή τήν ἑλληνική συνείδηση μέσα σ᾿ αὐτόν τόν χαλασμό εἶναι ἡ γλῶσσα, τά ἤθη καί ἔθιμα, οἱ κοινοί δεσμοί πού τούς ἕνωναν, οἱ παραδόσεις, ἡ θρησκεία, ― ἄκουγαν τήν Ἀναστάσιμη ἀκολουθία ἀπό τά βραχέα κύματα τοῦ ραδιοφώνου γιά νά γιορτάσουν καί αὐτοί τήν Λαμπρή ―. Εἶναι συγκινητική ἡ ἀπορία μιᾶς γιαγιᾶς σ᾿ ἕνα ταξίδι μας σ᾿ ἕνα χωριό τῆς Μαριούπολης, ἄν βλέπουμε καί ἐμεῖς στήν Ἑλλάδα τό ἴδιο φεγγάρι πού βλέπουν καί αὐτοί στό χωριό τους.
Καί ἀφοῦ τώρα «τό φίλτατον φώνημα» μετά τίς τόσες διώξεις ἔχει ἐξαφανιστῆ στίς δύο τελευταῖες γενιές, σήμερα γίνεται ἕνας τιτάνιος ἀγώνας γιά νά ξαναρχίσουν νά μιλᾶνε τά Ἑλληνικά τοὐλάχιστον τά νέα παιδιά. Ἡ Οὐκρανία εἶναι ἡ πρώτη χώρα ἀπό τήν τέως Σοβιετική Ἕνωση, ὅπου τά περισσότερα παιδιά παρακολουθοῦν τά Ἑλληνικά ὡς δεύτερη γλῶσσα στό σχολεῖο τους. Καί αὐτό χωρίς νά παραγνωρίζεται τό δεδομένο ὅτι διδάσκονται τήν μητρική Οὐκρανική, μιλοῦν τήν Ρωσσική καί μαθαίνουν καί Ἑλληνικά. Οἱ δυσκολίες εἶναι πολλές. Τό ἐπίσημο κράτος δέν ἔχει τήν οἰκονομική δυνατότητα νά συντηρήση σχολεῖα σέ κάθε χωριό, ὅπου χρειάζονται. Στήν Μαριούπολη ὑπάρχει κρατικό Πανεπιστήμιο μέ δύο ἕδρες Νεοελληνικῆς Φιλολογίας, ὅπου τό ΥΠΕΠΘ στέλνει δασκάλους γιά νά διδάξουν τά Ἑλληνικά. Ὡστόσο εἶναι ἀνάγκη νά ὑπάρξουν σχολεῖα καί στά χωριά.
Αὐτό τό ἔργο προσπαθεῖ νά καλύψη ἡ Ὁμοσπονδία τῶν Ἑλληνικῶν Συλλόγων τῆς Οὐκρανίας πού ἑδρεύει στήν Μαριούπολη, ἡ ὁποία κάνει πραγματικά μία δύσκολη, ἀλλά σημαντική προσπάθεια. Στόν ἀγῶνα της αὐτό συνεπικουρεῖται καί ἀπό τό Ἑλληνικό Προξενεῖο τῆς περιοχῆς. Μέ ἐνέργειες τῆς Ὁμοσπονδίας ὑπάρχουν καί λειτουργοῦν σέ ὅλα τά ἑλληνικά χωριά τῆς περιοχῆς σχολεῖα ― φροντιστήρια τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας πού συντηροῦνται οἰκονομικά ἀπό διαφόρους φορεῖς καί πρόσωπα ἀπό τήν Ἑλλάδα, τήν Κύπρο καί τήν Ὁμογένεια ἀπ᾿ ὅλο τόν κόσμο. Μέ παρεμβάσεις της ἔχει ἐπίσης κατορθώσει νά ἐνταχθῆ τό μάθημα τῶν Ἑλληνικῶν στό πρόγραμμα τοῦ Οὐκρανικοῦ σχολείου, ὥστε νά γίνη πλέον ὑποχρεωτικό γιά τούς μαθητές πού τό ἐπιλέγουν.
Μέ τόν ἴδιο ζῆλο ἐργάζονται καί στό Ταυρικό Ἐθνικό Πανεπιστήμιο τῆς Συμφερουπόλεως, ὅπου λειτουργεῖ μία ἕδρα Νεοελληνικῆς Φιλολογίας μέ πάνω ἀπό 100 φοιτητές Ἕλληνες καί Οὐκρανούς. Σέ πολλά χωριά τῆς Κριμαίας ὑπάρχουν ἑλληνικές Κοινότητες καί γιά τήν κάλυψη τῆς ἀνάγκης ἐκμαθήσεως τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας φροντίζουν ἡ Ὁμοσπονδία τῶν Ἑλλήνων τῆς Κριμαίας, τό Κέντρο Ἑλληνικῶν Σπουδῶν «Ἐλπίδα» καί τό Πολιτιστικό Κέντρο Καρατσόλ.
Θά ξανανθίση, ἄραγε, ὁ Ἑλληνισμός στίς περιοχές αὐτές; Γιά νά γίνη αὐτό πρέπει νά ἐνεργήσουμε καί ἐμεῖς. Ἡ παρουσία τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ἦταν πάντα ἀναιμική καί σήμερα ἀκόμα περισσότερο. Πολύ λίγα περιμένει ὁ Ἑλληνισμός τῶν περιοχῶν αὐτῶν ἀπό τήν ἐπίσημη πολιτεία. Ὑπάρχει ὅμως ἕνα εὐρύ πεδίο δραστηριοποιήσεως τῶν ἁπλῶν πολιτῶν. Παντοῦ ὅπου λειτουργοῦν σχολεῖα ― φροντιστήρια στίς περιοχές αὐτές, λειτουργοῦν κυρίως μέ χορηγούς. Λειτουργοῦν ἐπίσης πολιτιστικές ὁμάδες, θεατρικές σκηνές, ἐκδίδονται ἐφημερίδες, περιοδικά, ὅλα θέλουν στήριξη καί ὄχι μόνο οἰκονομική, γιατί ὅπως ἔγραψε καί ὁ Γκάτσος, ὅποτε σώθηκε ἡ Ἑλλάδα, αὐτό ἔγινε ἀπό τίς ἐξαιρέσεις τῶν λίγων.
Ἄς γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι στό διάβα τῆς μακρόχρονης καί ἀδέκαστης Ἱστορίας, Συμπληγάδες καί Κύκλωπες, θηρία τῆς Ἀνατολῆς καί Δύσεως καί ὄρνεα τοῦ Βορρᾶ προσπάθησαν καί προσπαθοῦν νά φᾶνε τόν Προμηθέα, ἀλλ᾿ αὐτός φωνάζει «οὐ μόρσιμον» (=δέν πεθαίνω). Ὅμως γιά νά συμβῆ αὐτό, σήμερα πού πλήθυναν οἱ ὕαινες, ὅλοι ἐμεῖς πρέπει νά εἴμαστε ἀγωνιστικοί, πατριῶτες, ἑνωμένοι καί ὄχι ἀγωνιώδεις καί ἐξωνημένοι.
Πηγές
1. Βλάση Ἀγτζίδη, Ἕλληνες τοῦ Πόντου, Ἑλληνικές Ἐκδόσεις.
2. Βλάση Ἀγτζίδη, Παρευξείνιος Διασπορά, Ἀφοί Κυριακίδη.
3. Ἀντωνίου Παυλίδη, Ἱστορικοί σταθμοί ἐξέλιξης τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς πρώην Σοβιετικῆς Ἕνωσης. Εἰσήγηση σέ διημερίδα Πανελληνίου Συνδέσμου Ποντίων Ἐκπαιδευτικῶν.
4. Κ. Φωτιάδη, Πόντιοι Ἕλληνες ἀπό τήν πρώην Σοβιετική Ἕνωση, Πρακτικά Ἡμερίδας Πανελληνίου Συνδέσμου Ποντίων Ἐκ/κῶν, Ἀθήνα 2001.
5. Κ. Φωτιάδη, Ὁ Ἑλληνισμός τῆς Κριμαίας, Θεσσαλονίκη.
6. Χαρίλαου Δαμιανάκου, Ρωσία ― Οὐκρανία, 3.000 χρόνια Ἑλλήνων Πατρίδες. Ἕνα σύγχρονο ὁδοιπορικό.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη