Ἐπιστροφή στήν ἀχαριστία

Τό “Κύριε Ἐλέησον” τό ξέρουμε ὅλοι, τό λέμε πολλοί. Το Δόξα τῷ Θεῶ ἐπιλέγουμε νά τό λησμονοῦμε.

Δέν ὑπάρχει ἀντιπαθέστερη ἀνθρώπινη “συνήθεια” ἀπό τήν ἀχαριστία. Ἀκόμα καί τόν Θεό συχνά ἀντιμετωπίζουμε σάν “φραγκάτο” φίλο, συγγενή ἤ γνωστό καί μέ το“Κύριε Ἐλέησον τοῦ ζητᾶμε δανεικά, μία χάρη, ἕνα ρουσφέτι γιά τήν ὑγεία τήν δική μας ἤ συγγενικοῦ καί προσφιλοῦς προσώπου, γιά τήν τσέπη μας ἤ γιά ὁποιοδήποτε ἄχτι καί καημό. Μέχρι νά διεκπεραιωθεῖ ἡ ὑπόθεση μας εἴμαστε ὅλο κατάνυξη, ταπεινότητα καί φόβο Θεοῦ καί τρέμουμε σάν τά ψάρια. Μόλις γίνει τό καλό ἤ τελεσιδικήσει ἀρνητικά ἡ ὑπόθεση μας, ξεχνᾶμε τόν Θεό καί τίς δυνάμεις Του κι ἀρχίζουμε τήν γκρίνια. Ἡ καθ' οἱονδήποτε τρόπο “λύση” τοῦ προσωπικοῦ μας δράματος εἴθισται νά συνοδεύεται ἀπό μία ἐπίδειξη πρωτοφανοῦς, κτηνωδέστατης ἀχαριστίας. Μερικοί δέ, σάν νά μήν πέρασε μία μέρα, ξαναρχίζουν δυναμικά τήν παλιά κάκιστη συνήθειά τους νά βλασφημοῦν τά θεία.

Αὐτά γράφονται μέ ἀφορμή τήν ἐπιστροφή τῶν παραθεριστῶν τοῦ καλοκαιριοῦ. Ἀντί νά δοξάζουν τόν Κύριο ποῦ τούς ἀξίωσε νά περάσουν ὄμορφα, νά ἀναπαυθοῦν, νά κάνουν τά θαλάσσια μπάνια τους, νά ποῦν τά ἀστεία τους καί νά ξενοιάσουν ὅπου καί ὅπως μπόρεσαν μηρυκάζουν τιποτένια, παραπονεμένα λόγια γιά τήν “κόλαση” στήν ὁποία ἐπιστρέφουν!

Ὅλοι αὐτοί καί ὅλες τοῦτες δείχνουν νά λησμονοῦν πῶς ἄλλοι ἄνθρωποι βρίσκονται στά θυμαράκια, ἄλλοι στίς φυλακές, ἄλλοι στά νοσοκομεῖα ἤ ἄστεγοι στούς δρόμους πού ψάχνουν γιά ἕνα κομμάτι ψωμί. Ἡ ἀνοησία μαζί μέ τήν ἀγνωμοσύνη σέ κάνουν νά νομίζεις ὅτι ὅλα εἶναι δεδομένα, ὅλα εἶναι εὔκολα, ὁ Θεός σοῦ χρωστάει τά μαλλιοκέφαλά Του κι ἐσύ δέν μπορεῖς καί δέν πρέπει νά κάνεις τίποτε ἄλλο παρά νά ἀναμασᾶς πικρές, χολερικές, στιφές ἀνοησίες ποῦ μιζεριάζουν ὅλο τόν κόσμο γύρω σου.

Ας εὐχαριστήσουμε τόν Κύριο γιά ὅσα ἔχουμε καί ἀπολαμβάνουμε. Ας τόν εὐχαριστήσουμε καί γιά ὅσα περάσαμε καί μᾶς δίδαξαν πολλά. Ἄλλοι ἐπιστρέφουν καταματωμένοι ἀπό πολέμους καί δέν γκρινιάζουν καί κλαψουρίζουν οἱ... ἐκδρομεῖς ἐπειδή ἡ Ἀθήνα δέν ἔχει δέντρα. Ὁ Θεός, πάντως, τήν δεντροφύτευσε τήν γῆ. Ἐμεῖς τά ξεπαστρέψαμε τά δεντράκια γιά νά κάνουμέ οἰκόπεδα.



Πηγή: Οἱ Ἀδιάβροχοι

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *