«Ποῦ βρέθηκαν τόσες σημαίες;»

22.11.1940 Η δεύτερη απελευθέρωση της Κορυτσάς


Ἡ Ὁμιλία τοῦ Ἱστορικοῦ κ. Δημ. Σκεύα γιὰ τὴν κατάληψη τῆς Κορυτσᾶς ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ Στρατό (21-22 Νοεμ.1940)

Βόρειος Ήπειρος, γη ελληνική!

Ήταν Δεκαπενταύγουστος του 1940, ανήμερα της Παναγιάς, που οι Ιταλοί χτύπησαν το «Έλλη» στη Τήνο. Δειλοί και ανώνυμοι οι δολοφόνοι, κρυμμένοι πίσω από την τορπίλη του υποβρυχίου.

Νοέμβριος, και ο πόλεμος έχει ξεκινήσει πια για τα καλά, οι Ιταλοί εισβάλλουν μα οι Έλληνες βγαίνουν μπροστά! Οι γυναίκες, στα χωριά και στις πόλεις, πλέκουν ρούχα ζεστά για να αντέξει ο Στρατός τον βαρύ χειμώνα, που έρχεται στη Πίνδο. Και οι φαντάροι μας χτυπούν δυνατά, εκεί ψηλά στα βουνά της Βόρειου Ηπείρου, τον ψευτο-Καίσαρα της Ρώμης, τον Μουσολίνι και τους Αλβανούς συνεργάτες του. Η μια νίκη διαδέχεται την άλλη και ο λαός μας ενθουσιάζεται, δοξάζει τον Θεό και την Θεοτόκο, που με τη χάρη της έκανε να ντροπιαστούν οι εχθροί της Ελλάδας.

Χώματα ελληνικά, ποτίζουν με το αίμα τους οι φαντάροι μας, χώματα σκλαβωμένα, σ’ αλλόθρησκο εχθρό, χώματα αγιασμένα απ’ του Πατροκοσμά τα θεία λόγια. Στο βάθος στέκει η Κορυτσά, μητρόπολη της Βορείου Ηπείρου και ο Στρατός μας ετοιμάζεται για την μεγάλη επίθεση.

Μα ας γυρίσουμε για λίγο πίσω, για να δούμε την ιστορία από την αρχή, τότε που οι Έλληνές μας ελευθέρωσαν, για πρώτη φορά, τα σκλαβωμένα αδέρφια τους, τους Βορειοηπειρώτες. Ήταν στις 7 Δεκεμβρίου του 1912 που ο ελληνικός στρατός μπήκε στη πόλη και ύψωσε τη σημαία με το Σταυρό. Kαι οι Βορειοηπειρώτες με δάκρυα στα μάτια δόξαζαν τον Θεό, μα οι «φίλοι» και «σύμμαχοι» μας είχαν άλλα σχέδια. Kαι η πολυπόθητη Ένωση της Βορείου Ηπείρου με την Ελλάδα δεν στέριωσε.
Η ψυχή, όμως, του Έλληνα δεν κρατιέται ούτε από τις υπογραφές, ούτε από τις συνθήκες των «δυνατών» του κόσμου. Μ’ αρχηγό τον Σπυρομήλιο, η Χειμάρρα παίρνει τα όπλα και όλοι οι Βορειοηπειρώτες ακολουθούν!

Στις 17 Φεβρουαρίου του 1914 ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος ανακηρύσσει στο Αργυρόκαστρο την Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου. Στο πλευρό του ο Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος και οι μητροπολίτες Κορυτσάς Γερμανός και Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδων. Οι Έλληνες νικούν! Οι Αλβανοί υποχωρούν και η αυτονομία είναι γεγονός! Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας ήταν σαφέστατο: θα συγκροτούνταν χωροφυλακή από ντόπιους Βορειοηπειρώτες, δεν θα επιτρέπονταν η παραμονή ξένων στρατευμάτων στην περιοχή, ενώ η διδασκαλία στα σχολεία θα γίνονταν στην ελληνική γλώσσα.

Η Ελλάδα, όμως, μπαίνει σε περιπέτειες. Εθνικός διχασμός, πρώτος παγκόσμιος πόλεμος και Μικρασία. 1922. Οι ελπίδες ναυαγούν, τα όνειρα τσακισμένα στα βράχια, φτώχεια, προσφυγιά και η Ήπειρος ξεχνιέται. Οι Ιταλοί καραδοκούν, το 1923 χτυπούν την Κέρκυρα και ορίζουν νέα σύνορα. Η Βόρειος Ήπειρος παραδίδεται στα χέρια των Αλβανών. Η αυτονομία ένα χαρτί τσαλακωμένο, αν και ποτέ δεν καταργήθηκε επίσημα. Και ο χρόνος κυλά.

Βρισκόμαστε στα 1940 και με τη χάρη της Παναγίας η γαλανόλευκη περνά ξανά στη Βόρειο Ήπειρο! Οι Έλληνες προχωρούν προς την Κορυτσά, οι παλιές ελπίδες για λευτεριά θερμαίνονται. Όμως στην πόλη βρίσκονται οι ισχυρές ιταλικές μεραρχίες Τριέστι, Πιεμόντε, Βενέτσια και Αρέστο, ενισχυμένες με δύο τάγματα μελανοχιτώνων, με το επίλεκτο τάγμα των Βερσαλιέρων και μ’ ένα τάγμα Αλβανών.

Ο αγώνας σκληρός, αίμα αγνό, αίμα ελληνικό χύνεται για οχτώ μέρες. 21η Νοεμβρίου του 1940, ο φιλόχριστος Στρατός μας εορτάζει τα Εισόδια της Θεοτόκου και ξεκινά την τελική έφοδο. Και η μεγάλη Μάνα του, η Θεοτόκος, ακούει τις προσευχές του και χαρίζει τη νίκη στα ελληνικά όπλα. Ένα ολόκληρο ιταλικό τάγμα αιχμαλωτίζεται, ένα ορεινό χειρουργείο και μεγάλες ποσότητες πολεμικού υλικού καταλαμβάνονται από τους Έλληνες. Οι Ιταλοί λυγίζουν, σπάνε, υποχωρούν. Οι μεραρχίες Τριέστι, Πιεμόντε, Βενέτσια και Αρέστο νικήθηκαν. Τα καμάρια του Μουσολίνι, οι μελανοχιτώνες του, οι επίλεκτοι Βερσαλιέροι και οι Αλβανοί φίλοι τους ταπεινώθηκαν.

Στις 17.45, ώρα απογευματινή, της 22ας Νοεμβρίου, τα πρώτα τμήματα του ελληνικού στρατού εισέρχονται στην πόλη. Επικεφαλής τους ο ταγματάρχης Αθανάσιος Παλαιοδημόπουλος. Λίγα λεπτά αργότερα μπαίνει στη Κορυτσά και ο Συνταγματάρχης Ιωάννης Μπεγέτης. Το σήμα προς την 9η (ΙΧ) Μεραρχία λιτό και ηρωικό: «Ώρα 17.45. Ημέτερον απόσπασμα κατέλαβε Κορυτσά. Απηλευθέρωσε ταύτην. Ι. Μπεγέτης – Συνταγματάρχης».

Πλήθος οι αιχμάλωτοι, μεγάλη η περηφάνια. Η μικρή και φτωχή Ελλάδα νίκησε χάρη στη πίστη της, χάρη στη Υπέρμαχο Στρατηγό, τη Παναγία της. Βρετανοί και Αμερικανοί υποκλίθηκαν στους Έλληνες, οι Τάιμς της Νέας Υόρκης έγραψαν: «Οι Έλληνες κατάφεραν την πρώτη πραγματική ήττα στις δυνάμεις τού Άξονα, θα είναι δόξα της Νεώτερης Ελλάδος, ότι διέλυσε το αήττητο τού Άξονα».

Το έθνος σύσσωμο ζητωκραύγαζε την επιτυχία. Από την Αθήνα μέχρι την Κορυτσά αντηχούσαν οι ιαχές του θριάμβου. Η σημαία του Χριστού και της Ελλάδας υψώθηκε στο Διοικητήριο της Κορυτσάς, οι Βορειοηπειρώτες ζούσαν το θαύμα, ανέπνεαν ελεύθεροι αέρα ελληνικό.

Ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Ελεύθερο Βήμα» απέστειλε στις 22 Νοεμβρίου την ενθουσιώδη ανταπόκρισή του από το μέτωπο: «Η Ήπειρος ολόκληρος εις μίαν ψυχήν πανηγυρίζει ενθουσιωδώς την κατάληψιν της Κορυτσάς. Ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων, εθναπόστολος, περιερχόμενος το μέτωπον, με ησπάσθη ψιθυρίζων: «Ωμίλησεν ο Θεός. Ούτοι εν άρμασιν, ούτοι εν Ίπποις, ημείς εν ονόματι Θεού». Οι στρατιώται αγκαλιάζουν αλλήλους. Με ψυχήν πλημμυρισμένην από συγκίνησιν και υπερηφάνειαν, συγκεντρώνω από τραυματίας αξιωματικούς, στοιχεία από τας προχθεσινάς και χθεσινάς μάχας εις το μέτωπον της Ηπείρου. Χρειάζεται νέος Όμηρος διά την περιγραφήν της σημερινής εποποιΐας. Ζώμεν εις μίαν ατμόσφαιραν μέθης και ενθουσιασμού».

Ο Αχιλλέας Γκούμας, ένας από τους χιλιάδες στρατιώτες, που έδωσαν την ψυχή και το αίμα τους για την Ελλάδα, έγραψε στο ματωμένο του ημερολόγιο: «Την 22αν Νοεμβρίου του 1940 διατασσόμεθα να εισέλθωμεν εις Κορυτσάν. Η ημέρα αυτή είναι η ημέρα της απελευθερώσεως της ελληνικωτάτης Κορυτσάς. Με επί κεφαλής τον πάντοτε δρώντα εν τω αγώνι ταγματάρχην μας Παλαιοδημόπουλον εξεκινήσαμεν από ύψος Μοράβα 1.800 μέτρα, περί ώραν 1ην προς 2αν μεσημβρινήν με αντικειμενικόν σκοπόν την είσοδον εις την Κορυτσάν.

Εισερχόμεθα εις τα πρώτα σπίτια της Κορυτσάς. Οι ορισθέντες πολίται διά την υποδοχήν μας μόλις μας αντίκρυσαν ήρχισαν να μας διανέμουν δώρα. Τουτέστιν, γλυκά, φρούτα και τόσα άλλα.

Μετά προχωρούμε διά το κέντρο της. Από την μία άκρη της πόλεως, έως την άλλην είχαν παραταχθή αι χιλιάδες των κατοίκων της διά να μας υποδεχθούν. Το τι συνέβη κατά την νύκτα εκείνη δεν περιγράφεται. Το ‘καλώς ήλθατε’ και το ‘ζήτω’ ηκούετο από χιλιάδες στόματα. Συγκινητικότατη υπήρξεν η υποδοχή μας. Από την μεγάλη τους χαρά πολλοί εκ των κατοίκων της έκλαιον. Εγώ δε τους έλεγα: «Έλληνες είστε; Έλληνες;» «Ναι, ναι! Έλληνες!», με έλεγαν».

Το νήμα της ζωής του Αχιλλέα κόπηκε απότομα, λίγες μέρες πριν ο πόλεμος τελειώσει, από τα πυρά ενός ιταλικού αεροπλάνου. Έφυγε ήρωας, όπως και τόσοι άλλοι, έχοντας εκπληρώσει το χρέος προς την πατρίδα.

Η απελευθέρωση της Κορυτσάς ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία του Στρατού μας στη Βόρειο Ήπειρο. Στις 29 Νοεμβρίου η γαλανόλευκη κυματίζει στη Μοσχόπολη, την επομένη πέφτει το Πόγραδετς. Στις 6 Δεκεμβρίου λευτερώνονται οι Άγιοι Σαράντα, στις 9 το Αργυρόκαστρο, στις 22 η Χειμάρρα.

Τέλη Δεκέμβρη του 1940 και, ως εκ θαύματος, η Βόρειος Ήπειρος είναι ελεύθερη, ελεύθερη και ελληνική.

Τον θρίαμβο ακολούθησε η γερμανική εισβολή, οι Έλληνες παλεύουν μα ο εχθρός νικά. Κατοχή, αντίσταση, η χώρα ρημάζει, ο λαός πεινά. 1944, απελευθέρωση και νέος πόλεμος, αδελφικός. Η Βόρειος Ήπειρος ξεχνιέται, ο Χότζα κλείνει τα σύνορα, τα αδέλφια μας μένουν παγιδευμένα πίσω από το σιδερένιο παραπέτασμα του υπαρκτού σοσιαλισμού και των διωγμών.

Ένας αγωνιστής στέκεται όρθιος, χτυπά τις καμπάνες της Ανάστασης, δίνει ελπίδα, στηρίζει μ’ όλες του τις δυνάμεις ένα όνειρο δίκαιο, αληθινό και ελληνικό. Είναι ο Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανός.

Ο Χότζα δεν υπάρχει πια, πέρασε σαν μπόρα μαζί με την αθεΐα, με την σκληρότητά του. Οι εκκλησίες άνοιξαν! Μα η Αλβανία μένει το ίδιο σκληρή. Η αυτονομία δεν δόθηκε ποτέ. Τα στόματα πρέπει να κλείσουν, οι σημαίες να κατεβούν, οι Έλληνες να φύγουν. Έτσι θέλουν οι γείτονες. Το πλήρωσε με τη ζωή του ο Αριστοτέλης Γκούμας, γιατί ο Θεός του έδωσε καρδιά ελληνική. Τότε ήταν το 2010, σήμερα το 2018, μα τίποτε δεν άλλαξε, δολοφονικές σφαίρες πνίγουν κάθε φωνή, κατεβάζουν κάθε σημαία. Γ’ αυτή τη σημαία, με το κατάλευκο σταυρό, έπεσε νεκρός ο Κωνσταντίνος Κατσίφας. Έπεσε για τον Χριστό και την Ελλάδα, μα κι αν πέθανε ζει γιατί κέρδισε το στεφάνι του μαρτυρίου.

Η Βόρειος Ήπειρος είναι Ελλάδα, είναι αυθεντική. Αυτή η γη γεννά ακόμη Εθνομάρτυρες. Είναι καθαρή μα βασανισμένη.
Τα πρωτόκολλα πτώχευσαν, ο λαός στενάζει, η αυτονομία γράμμα κενό. Μια λύση μόνο μένει, η Ένωση με την Ελλάδα! Άμποτε να τη δώσει ο Θεός.



Πηγές: Τράπεζα Ἰδεῶν, “ Θ Α Ρ Σ Ε Ι Τ Ε ” (Ματθ. ΙΔ΄ 27)

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *