‘Bring them back’: ρεαλισμός ή αυταπάτη;
του Απόστολου Χ. Καλαφάτη
‘τα Μάρμαρα, κι οι μορφές που απεικονίζονταν, έδειχναν φυλακισμένα’
Κάπως έτσι περιέγραψε το μεγαλύτερο πολιτισμικό έγκλημα της παγκόσμιας ιστορίας ο Νίκος Καζαντζάκης μετά την επίσκεψή του στο ‘Βρετανικό’ μουσείο το 1939. Η ισόβια κάθειρξη χωρίς εκπτώσεις και χρονικούς περιορισμούς για τα πιο ακραία και ειδεχθή εγκλήματα είναι επιτρεπτή σύμφωνα με τον αγγλικό νόμο. Η Καρυάτιδα όμως και οι υπόλοιποι αρχιτεκτονικοί θησαυροί, ακόμα αναρωτιούνται τι έγκλημα διέπραξαν!
Η ‘αποφυλάκισή’ τους άραγε, είναι μια εφικτή και ρεαλιστική απαίτηση;
200 περίπου χρόνια έχουν περάσει από την εποχή που ο Τόμας Μπρους, ο 7ος κόμης του Έλγιν, γνωστός ως λόρδος Έλγιν, αφαίρεσε και μετέφερε στην Αγγλία μαρμάρινα γλυπτά, αετώματα, μετόπες κι άλλα μέρη της ζωφόρου του Παρθενώνα, τα οποία αργότερα πούλησε στην Βρετανική κυβέρνηση λόγω υπέρογκων προσωπικών του χρεών. Ο πρεσβευτής της Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη για να δικαιολογήσει αυτή την πρωτόγνωρη ΚΛΟΠΗ επικαλέστηκε μια έγγραφη εντολή του τότε Σουλτάνου. Το περιβόητο όμως αυτό ‘φιρμάνι’, ποτέ έως τώρα δεν προσκομίστηκε κι έτσι η ύπαρξη του δεν επιβεβαιώνεται. Στην πραγματικότητα κατείχε μόνο μια φιλική επιστολή από τον αναπληρωτή του Μ.Βεζίρη, ως μία τυπική άδεια για ανασκαφές κι άλλες εργασίες στην περιοχή της Ακροπόλεως και κυρίως γύρω από τον ναό του Παρθενώνα. Η έλλειψη ‘επίσημης’ αδειοδότησης για αφαίρεση των γλυπτών επιβεβαιώνεται κι από τις επιστολές του Robert Adair, διαπραγματευτή για την έκδοση νεότερου φιρμανιού για το εν λόγω ζήτημα το 1810.
Ακόμη όμως κι αν υπήρχε μία ‘έγκυρη’ άδεια, θα προερχόταν από μία παράνομη ‘κυβέρνηση’ όπως ήταν η κατοχική Οθωμανική αυτοκρατορία. Ως εκ τούτου οποιαδήποτε συζήτηση γίνεται περί νομιμότητας σχετικά με την αφαίρεση και μεταφορά των γλυπτών εκτός του φυσικού τους χώρου υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες και το συγκεκριμένο καθεστώς είναι άκυρη, παράλογη κι αντιεπιστημονική.
Με το πέρασμα των χρόνων, η διεθνοποίηση του ζητήματος άνοιξε ένα νέο κύκλο συζητήσεων και η ευαισθητοποίηση του κόσμου τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο είναι πια γεγονός. Έτος σταθμός θεωρείται το 1982, όταν η τότε υπουργός πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη στην Γενική Διάσκεψη της UNESCOείπε χαρακτηριστικά πως τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ‘είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας…’. Αν και το επίσημο αίτημα επιστροφής το 1984 απερρίφθη από την Βρετανική κυβέρνηση, το συγκεκριμένο ζήτημα έλαβε κι επισήμως διεθνή υπόσταση μέσω της UNESCOτο 1987, αφού εντάχθηκε στην επίσημη ατζέντα της. Από τότε δεκάδες επιτροπές έχουν συσταθεί κι εκατοντάδες εκστρατείες ενημέρωσης λαμβάνουν χώρα έως και σήμερα με τη συμμετοχή εκατοντάδων εξεχουσών προσωπικοτήτων παγκοσμίως. Παρ’ όλα αυτά, νεότερες προσπάθειες επαναπατρισμού των μαρμάρων (1999, 2004, 2009) απέβησαν άκαρπες. Αντίστοιχη κατάληξη είχε και η πρόταση του Ελληνικού ΥΠΠΟ(!) το 2002 για ‘100ετή ή μακροχρόνιο δανεισμό’!!!!
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν και γιατί πρέπει ή δεν πρέπει να επιστραφούν τα μάρμαρα. Αν και η απάντηση είναι αυταπόδεικτη, στην εποχή όπου υπερισχύει ο νόμος του ισχυρού, ακόμη και τα αυτονόητα χρειάζονται εξήγηση.
Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα αποτελούν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής μας κληρονομιάς και ιστορίας. Ένας αρχιτεκτονικός θησαυρός ο οποίος δημιουργήθηκε για να διακοσμεί τον απαράμιλλης ομορφιάς, σπάνιου αρχιτεκτονικού κάλλους και ανυπέρβλητης πολιτισμικής αξίας ναό του Παρθενώνα κι επομένως επιβάλλεται να στεγάζονται στο φυσικό τους περιβάλλον. Ένα τέτοιο πολιτισμικό αριστούργημα μπορεί να αξιολογηθεί, να κατανοηθεί, να ερμηνευτεί και να προβληθεί ορθά μόνο εάν είναι πλήρες, ενωμένο και ομοιογενές. Πως θα μας φαινόταν άραγε ένα παζλ με διάσπαρτα κομμάτια δεξιά κι αριστερά;!
Έχοντας πάντα στο νου πως όσα γλυπτά στεγάζονται στο κατ’ όνομα και μόνο ‘Βρετανικό’ μουσείο αποτελούν προϊόντα κλεπταποδοχής κι άρα θέμα νομιμότητας δεν τίθεται, μερικά ακόμη επιχειρήματα της Βρετανικής πλευράς έχουν προσφάτως καταρριφθεί με την σφραγίδα του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως που εγκαινιάστηκε το 2009. Ένα σύγχρονο μουσείο εξαιρετικής ποιότητας κι αισθητικής το οποίο πληροί όλες τις προδιαγραφές επαρκούς στέγασης, ασφάλειας, συντήρησης κι αποκατάστασης όπως έχει αποδειχθεί τα τελευταία χρόνια.
Επιπρόσθετα δεν πρέπει να λησμονούνται οι ανεκτίμητης αξίας ζημιές που έχουν προκαλέσει κατά καιρούς οι Βρετανοί, περισσότερες εκ των οποίων τεχνηέντως απέκρυπταν, τόσο κατά την μεταφορά τους όσο και την περίοδο ‘φύλαξης και συντήρησης’! Επιπρόσθετα, σε μια επίδειξη ευτελούς μάρκετινγκ και απαξιωτικής συμπεριφοράς, σαν κεραυνός εν αιθρία αποκαλύφθηκε πως η διοίκηση του ‘Βρετανικού’ Μουσείου νοικιάζει έναντι υψηλού τιμήματος, τις αίθουσες που φιλοξενούνται τα Γλυπτά του Παρθενώνα για τη διοργάνωση cocktail και dinner party!
Διερευνώντας τη νομική διάσταση του ζητήματος η εμπλοκή τριών κρατών και κατ’ επέκταση τριών νομικών καθεστώτων με θεμελιώδεις διαφορές περιπλέκει κάπως το ζήτημα. Από τη στιγμή όμως που τόσο η Ελλάδα όσο και η Μεγάλη Βρετανία είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διεθνών οργανισμών όπως ο ΟΗΕ και συμμετέχουν από κοινού στην UNESCO, θα έπρεπε να γίνει εφαρμογή του κοινοτικού και διεθνούς δικαίου. Πιο συγκεκριμένα, εφαρμοστέες είναι:
* η κοινοτική οδηγία 93/7/EEC (15/3/1993) σχετικά με την επιστροφή με την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών που έχουν παράνομα απομακρυνθεί από το έδαφος κράτους μέλους
* ο Κανονισμός της Ε.Ε. 3911/92 (09/12/1992), σχετικά με την εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών
* η Σύμβαση της UNESCO σχετικά με τα ληπτέα μέτρα για την απαγόρευση και παρεμπόδιση της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβίβαση της κυριότητας πολιτιστικών αγαθών (Παρίσι 1970)
* θεωρητικό και μόνο ενδιαφέρον έχει επίσης και η Σύμβαση UNIDROIT σχετικά με τα κλαπέντα ή παρανόμως εξαχθέντα πολιτιστικά αγαθά (Ρώμη 1995), αφού ούτε αναδρομική ισχύ έχει, ούτε η Μ.Βρετανία την έχει υπογράψει (αφού αντίκειται στην εθνική της νομοθεσία) κι έτσι δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Στη φαρέτρα του νομικού οπλοστασίου συγκαταλέγεται και η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Αν και αναφαίρετο δικαίωμα ενός κράτους μέλους του ΟΗΕ, θεωρείται μια ακραία επιλογή λόγω των ισχυρών αναταράξεων που θα δημιουργούσε στις διμερείς σχέσεις των δύο κρατών. Παρ’ όλα αυτά δεν θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς προσεκτική σκέψη και μελέτη.
Δεν τίθεται αμφιβολία πως η απαίτηση για επιστροφή είναι δίκαιη αφού τεκμηριώνεται με ιστορικά, πολιτιστικά και νομικά κριτήρια. Κατά πόσο όμως είναι ρεαλιστική κι εφικτή τίθεται εν αμφιβόλω γιατί μια τόσο τολμηρή κίνηση χρειάζεται γενναιότητα, εντιμότητα, αλτρουισμό, αλληλοσεβασμό και βαθιά κατανόηση της έννοιας πολιτισμός. Επίσης, μια τόσο γενναιόδωρη ενέργεια θα άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου για την επιστροφή-ανταλλαγή αρχαιοτήτων μεταξύ πολλών κρατών με αποτέλεσμα κάποια κράτη να βρεθούν εγκλωβισμένα (και δικαίως) ενός δεδικασμένου που θα δυσαρεστούσε πολλούς και θα άφηνε μια πληθώρα μουσείων άδεια από εκθέματα. Σημαντικότατη παράπλευρη συνέπεια θα ήταν και η δραστική πτώση της τουριστικής προβολής των περισσοτέρων εξ’ αυτών.
Όσα επιχειρήματα κι αν χρησιμοποιούνται εκατέρωθεν, η ουσία του ζητήματος αντικατοπτρίζεται στα λόγια του Ευάγγελου Φυλακτού, ενός εξαίρετου καλλιτέχνη που έχει ταυτίσει τη ζωή του με την εκστρατεία για την επιστροφή των Μαρμάρων, ο οποίος είπε χαρακτηριστικά πως ‘Η λεηλασία των μνημείων της Ακρόπολης για τους Έλληνες είναι και θα είναι πάντα μια ανοιχτή πληγή, και για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο της γης μια άδικη και αποτρόπαια πράξη…’ (Έθνος 9/6/2009), μια τερατώδης πράξη βανδαλισμού όπως την χαρακτήρισε ο Christopher Hitchens.
Όσο άτεγκτη και σκληρή κι αν παραμένει η στάση των Βρετανικών κυβερνήσεων, όσο ακατόρθωτη κι αν φαντάζει η οποιαδήποτε θετική εξέλιξη, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να σταματήσουν οι εκστρατείες αφύπνισης, ενημέρωσης κι ευαισθητοποίησης του κόσμου εντός κι εκτός Ελλάδος.
Η προάσπιση των Εθνικών δικαίων και συμφερόντων ανέκαθεν αποτελούσε ουσιώδες συστατικό στοιχείο της προσωπικότητας των Ελλήνων. Γι αυτό άλλωστε διαχρονικά κατορθώνουμε τα ακατόρθωτα!
Πηγή: ενυπόγραφον
Ἀντίβαρο
Αναδημοσίευση από: Ινφογνώμων Πολιτικά