ΕΑΝ ΤΙΣ ΔΙΨΑ, ΕΡΧΕΣΘΩ ΠΡΟΣ ΜΕ ΚΑΙ ΠΙΝΕΤΩ
Οι γιορτές της πίστης μας μάς δίνονται για να ξεδιψάσουμε την πνευματική μας δίψα για τον Θεό, την Αλήθεια, τη Ζωή. Μας δίδονται για να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από την προσκόλλησή μας σε έναν τρόπο ζωής, ο οποίος φαίνεται να καλύπτει τον χρόνο μας, να απομυζά τον προβληματισμό μας για το επέκεινα, να μας απορροφά είτε με το να επιδιώκουμε την λιγοστή απόλαυση που θα μας κάνει να ξεχνιόμαστε είτε με το να ονειρευόμαστε έναν καλύτερο κόσμο, ένα καλύτερο μέλλον, μια μεγαλύτερη άνεση στην πορεία μας. Μέσα από τις γιορτές της πίστης συναντούμε τον πρωταγωνιστή τους που δεν είναι άλλος από τον τριαδικό Θεό. Είναι Αυτός που μας δημιούργησε, Αυτός που μας ανακαίνισε, Αυτός που βρίσκεται κοντά μας δίδοντάς μας το Φως Του, τη χαρά, την Αγάπη, το άνοιγμα στην κοινωνία της αιωνιότητας. Μέσα από τις γιορτές της πίστης μας έχουμε τη δυνατότητα, καθώς συμμετέχουμε στο κορυφαίο γεγονός της Θείας Ευχαριστίας, να αφήνουμε στον εαυτό μας ένα παράθυρο στον ουρανό, μία ελπίδα αιωνιότητας η οποία αλλάζει την ύπαρξή μας.
Προϋπόθεση η δίψα μας να μην έχει κορεστεί από τον κόσμο. Να υπάρχει περιθώριο για τον Θεό. Όπως ο Χριστός είπε στους Ιουδαίους την τελευταία ημέρα της εορτής της Σκηνοπηγίας: «εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω» (Ιωάν. 7, 37). Όποιος διψάει, να έρχεται σε μένα και να πίνει. Ο λόγος αυτός δείχνει τη δίψα όχι απλώς για κάποιες ιδέες που θα δώσουν σκοπό και νόημα στη ζωή μας ή για κάποιο τελετουργικό ή για κάποια λόγια που θα μας παρηγορήσουν, αλλά τη δίψα για ένα Πρόσωπο και για κοινωνία μαζί του. Οι γιορτές της πίστης μας έχουν νόημα αν διψούμε για τον Χριστό. Διότι Αυτός είναι ο πρωταγωνιστής τους, άμεσα ή έμμεσα. Και διψώ για τον Χριστό σημαίνει επιθυμώ να τον συναντήσω. Επιθυμώ να Τον γνωρίσω. Επιθυμώ να Τον κοινωνήσω. Επιθυμώ να Τον αγαπήσω και να αφήσω την ζωή μου να αλλάξει, να νοηματοδοτηθεί κοντά Του. Επιθυμώ τελικά να πιω από το ζων ύδωρ που προσφέρει και που δεν είναι άλλο από τον Εαυτό Του. Και το πρόσωπο του Χριστού υπάρχει στην Εκκλησία και γίνεται προσιτό δια του Αγίου Πνεύματος. και μέσα από την χάρη που το Άγιο Πνεύμα δίδει, αποκτούμε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τον Θεό-Πατέρα, να συνειδητοποιήσουμε την ύπαρξη του τριαδικού Θεού, μέσω του Οποίου αγιάζεται και μεταμορφώνεται η ζωή μας.
Γιατί οι άνθρωποι, ενώ στην καθημερινή μας ζωή ζητούμε την κοινωνία με τα πρόσωπα των άλλων, καθότι δεν μπορούμε να αντέξουμε την μοναξιά, όταν στην καρδιά μας τίθεται το ερώτημα του Θεού, μεταστρέφουμε την απάντηση από το Πρόσωπο στις πεποιθήσεις, από την συνάντηση και την κοινωνία με τον Υιό του Θεού σε μία αφηρημένη πίστη σε κάποιον γενικά υπάρχοντα Θεό, την επικοινωνία με τον Οποίο μεταθέτουμε για το τέλος του βιολογικού μας χρόνου; Από την άλλη πάλι, γιατί οι άνθρωποι που θέλουμε να πιστεύουμε στο Πρόσωπο του Χριστού και στη συνάντηση μαζί Του δυσκολευόμαστε να Τον προσεγγίσουμε, καθώς αισθανόμαστε ισχυρή εντός μας τη δύναμη της αμαρτίας, τη δύναμη της προσκόλλησης στον κόσμο και τις μέριμνες, αφηνόμαστε στους λογισμούς με τους οποίους ο νους μας μάς αφήνει επαναπαυμένους στην τυπικότητα μιας σχέσης, η οποία αρκείται στη συνήθεια;
Το κλειδί είναι το «ερχέσθω». Να έρχεται. Η σχέση μας με τον Χριστό προϋποθέτει μία συνεχή κίνηση προς Εκείνον. Αυτή η κίνηση είναι απότοκος της δίψας. Όποιος διψά, πηγαίνει προς την πηγή. Και δεν πηγαίνει άπαξ, διότι όσο υπάρχουμε εν χρόνω, θα διψούμε. Όσο θα γνωρίζουμε ότι το ύδωρ το οποίο λαμβάνουμε από τον Χριστό δίνει ζωή, διότι είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος, το οποίο αποστέλλει ο Κύριος στον κόσμο δια της Εκκλησίας, τόσο θα θέλουμε να πηγαίνουμε προς Εκείνον, διότι θα βρίσκουμε σ’ αυτό το ζων ύδωρ ασφάλεια, χαρά, διάθεση να συνεχίσουμε την πορεία μας στον κόσμο και τον χρόνο εν επιγνώσει του Ποιος είναι η Αλήθεια και πώς η Αλήθεια μπορεί να είναι ο γνώμονας της πορείας μας. Όμως οι άνθρωποι αφήνουμε κατά μέρος αυτό το «ερχέσθω». Πηγαίνουμε στο Χριστό μόνο όταν αισθανόμαστε ότι μας διακατέχουν ανάγκες που μοιάζουν με δίψα, αλλά δεν είναι δίψα ζωής, αλλά δίψα κάλυψης των φόβων μας, των αγωνιών μας, των επιθυμιών για εκπλήρωση των στόχων μας, για εύρεση ανθρώπων με τους οποίους να μπορούμε να συνυπάρχουμε, και όχι μία συνεχής δίψα για ζωή και περίσσεια ζωής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το «ερχέσθω» να είναι συνήθεια, περιστασιακότητα, ένα διάλειμμα στην πορεία της ζωής μας και όχι η ίδια η ζωή μας.
«Ερχέσθω» μας λέει ο κόσμος. Και νομίζουμε ότι κινούμενοι προς αυτόν θα ξεδιψάσουμε. Νικημένοι από τον χρόνο και τη δύναμή του, από τις επιλογές και τα πρότυπα ζωής, από τις ιδέες και την αίσθηση ότι η ματαιότητα ξεπερνιέται όταν δημιουργούμε με βάση τα χαρίσματα, τις ανάγκες και την προσαρμογή μας στα κοσμικά δεδομένα, από την επιθυμία της ευχαρίστησης, πιστεύουμε ότι δεν χρειαζόμαστε τον Θεό για να έχει η ζωή μας νόημα. Και είναι το «ερχέσθω» του κόσμου μία υπόσχεση άμεσης πλήρωσης της δίψας μας, είτε με τα αγαθά είτε με τα όνειρα και τις ελπίδες είτε με την προσαρμογή σε δεδομένα που μας καθιστούν μέλη της κοινότητας των πολλών, ενίοτε χωρίς πολύ κόπο, με τη δύναμη του εδώ και τώρα των αισθήσεων. Είναι το «ερχέσθω» του κόσμου η εκπλήρωση της ψευδαίσθησης ότι μπορούμε να γνωρίσουμε τις αλήθειες του, μία εκ νέου μετοχή στον καρπό του δέντρου «του γινώσκειν καλόν και πονηρόν», μία μικρή θεοποίηση που διαγράφει τη δίψα για Θεό.
Καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα σ’ αυτά τα «ερχέσθω». Είναι η δύναμη της ελευθερίας που ο Θεός μάς χάρισε και την οποία ουδέποτε αφαιρεί. Μπροστά στην πρόκληση όμως δεν είμαστε μόνοι μας. Υπάρχει ο Παράκλητος. Το Πνεύμα της Αληθείας. Ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών. Ο θησαυρός των αγαθών και ο Χορηγός της Ζωής. Δρα μυστικά και αόρατα. Φωτίζει. Γλυκαίνει. Μας ωθεί στην οδό του «ερχέσθω» προς τον Χριστό. Μας κάνει να αντέχουμε τον καύσωνα των παθών ο οποίος μας καλεί να επιλέξουμε το «ερχέσθω» του κόσμου ως δυνατότητα άμεσου ξεδιψάσματος. Και μας υποδεικνύει τη ζωή της Εκκλησίας, τη ζωή της αγάπης και της υπομονής ως την οδό στην οποίο ο ερχόμενος δεν θα εκβληθεί έξω, ακόμη κι αν νικηθεί από το άλλο «ερχέσθω». Πρόσκαιρη είναι εκείνη η ήττα. Αν «έλθει και σκηνώσει εν ημίν» ο Ουράνιος Βασιλεύς, καθαριζόμαστε από πάσης κηλίδος και από εμάς ξεδιψούν κι άλλοι.
Γιορτές όπως η Πεντηκοστή, η επιδημία του Πνεύματος, αποτελούν για όλους μας ανανέωση της ελπίδας, επανεύρεση της πηγής που ξεδιψά αληθινά. Και την ίδια στιγμή μάς υπενθυμίζουν την πρόσκληση του Θεού. Το δικό Του «ερχέσθω», την δική Του κάθοδο στον κόσμο και προς εμάς, η οποία γίνεται συνεχής παρουσία χάριτος στις καρδιές μας. Αρκεί να κοπιάσουμε εν προσευχή, αγάπη και δίψα για κοινωνία μαζί Του. Για να μπορούμε να πίνουμε, να χορταίνουμε και να προσφέρουμε από το ζων ύδωρ του Πνεύματός Του δίνοντας αληθινό νόημα στη ζωή μας και κοινωνώντας το Πρόσωπό Του.
Κέρκυρα, 31 Μαΐου 2015
Πηγή: ΒΗΜΑΤΑ