«Εδώ Ακρίτας…Εδώ Διγενής»!

Η μυστική άφιξη του Αρχηγού της ΕΟΚΑ στην Κύπρο, στις 10/11/1954.

‘Εφθασε στην Χλώρακα, με το πλοιάριο «Σειρήν»

ΕΡΗΜΙΚΗ ακτή Χλώρακας «Αλυκή» 10 του Νιόβρη 1954, νωρίς το βράδυ. Το μικρό ιστιοφόρο «Σειρήν» έχει σταθμεύσει σε μικρή πόσταση μέσα στη θάλασσα και σε λίγο ο αγωνιστής Κώστας Λεωνίδα (μετέπειτα ιερέας) ακούστηκε να φωνάζει «Εδώ Ακρίτας…Εδώ Ακρίτας», για να πάρει αμέσως ευκρινή την απάντηση: «Εδώ Διγενής…Εδώ Διγενής»!

ΣΤΗ συνέχεια οι αγωνιστές Χλώρακας, Κώστας Λεωνίδα, Νικόλας Μαυρονικόλας, Κυριάκος Μαυρονικόλας, Χριστάκης Εύζωνας, Νικόλας Πενταράς και Μιχαλάκης Παπαντωνίου, που καιροφυλακτούσαν κρυμμένοι σε μεγάλες φυσικές σπηλιές στην περιοχή, είδαν μια βάρκα να κατευθύνεται προς το μέρος τους. Η βάρκα σε λίγο κόντεψε, σταμάτησε, και οι επιβαίνοντες κατέβηκαν. Πρώτος ο Κύπριος την καταγωγή αντισυνταγματάρχης σε αποστρατεία του Ελληνικού Στρατού Γεώργιος Γρίβας, ο οποίος είχε φθάσει μυστικά στην Κύπρο εκείνο το βράδυ, για να ηγηθεί ένοπλου αγώνα για αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ο όρκος για τον αγώνα είχε δοθεί στην Αθήνα τον προηγούμενο χρόνο, από τον ίδιο τον Γρίβα, τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και άλλους, οπότε και μπήκε στα σκαριά η απελευθερωτική προσπάθεια.

ΤΗΝ ώρα εκείνη, λοιπόν, ο Αρχηγός του αγώνα πατούσε το πόδι του στην Κύπρο και διαλαλούσε απ’ άκρου σ’ άκρη το «Ξύπνα καϋμένε μου ραγιά, ξύπνα να δεις τη λευτεριά». Εθνική συγκίνηση πλημμύρισε αυθόρμητα τις καρδιές, τόσο όσων βρίσκονταν στη βάρκα και όσων ήταν στην ακτή, αφού το όνειρο της Ένωσης άφηνε οριστικά τον αστερισμό του νεφελώδους και απροσδιόριστου και εισερχόταν στον κόσμο του ιδεατού και στοχευμένου. Ο εθνικός τοκετός ήταν πια γεγονός και το νεογέννητο της εθνικής ανάστασης, αρτιμελές και υγιέστατο, έκανε την ώρα εκείνη αισθητή την παρουσία του στην ακτή της Χλώρακας, σπαρταρώντας με επιφωνήματα χαράς και περηφάνιας!..

ΜΕ το που σταμάτησε η βάρκα, από τον χώρο που στέκονταν οι αγωνιστές χύμηξαν στο νερό, έφτασαν στη βάρκα και βοήθησαν να βγουν οι τρεις από τους επιβαίνοντες, ενώ ο τέταρτος έκανε στροφή στη βάρκα και επέστρεψε στο ιστιοφόρο, το οποίο και πήρε αμέσως το δρόμο της επιστροφής στην Ελλάδα. Η αποστολή εκτελέστηκε. Καπετάνιος, ο Νικόλαος Ξανθόπουλος.

«Είναι αυτοί και ήρθαν»

ΟΙ Μιχαλάκης Παπαντωνίου και Νικόλας Μαυρονικόλας, μέλη της πρώτης ομάδας της ΕΟΚΑ που συγκροτήθηκε στην Κύπρο, στο χωριό τους Χλώρακα το 1954 και οι οποίοι είχαν την τύχη να βρίσκονται μεταξύ των αγωνιστών που παρέλαβαν τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ, αφηγήθηκαν στον γράφοντα και τα εξής για τις ιστορικές εκείνες στιγμές που έζησαν:

Ν. ΜΑΥΡΟΝΙΚΟΛΑΣ: «Το βράδυ εκείνο είμαστε κρυμμένοι σε φυσικές σπηλιές μέσα στους βράχους στην τοποθεσία «Αλυκή»,, όταν ακούσαμε θόρυβο μηχανής. Βγήκαμε έξω και ακροαστήκαμε καλύτερα λέγοντας «είναι αυτοί και ήρθαν». Όμως, λόγω της σκοτεινιάς δεν μπορούσαμε να δούμε βαθιά στο πέλαγος τι ακριβώς ήταν, αλλά όταν το ιστιοφόρο έφτασε περίπου στα 100 μέτρα, το είδαμε. Όμως, επειδή στην περιοχή υπήρχαν άγριοι βράχοι και ο χώρος δεν προσφερόταν για αποβίβαση, ο (Παπα) Κώστας πήρε το φανάρι και άρχισε να κάνει κυκλικές κινήσεις, για ν’ αντιληφθούν ότι δεν μπορούσαν να κατέβουν εκεί, αλλά αριστερότερα. Όλοι τότε τρέξαμε στ’ αριστερά και, αφού διανύσαμε περισσότερο από 200 μέτρα, σταματήσαμε και είδαμε το καράβι να έρχεται προς το μέρος μας. Πλησίασε στα 50 μέτρα, όσα μπορούσε για να μην κτυπήσει στις πέτρες, οπότε ο Κώστας Λεωνίδα φώναξε δύο φορές «Εδώ Ακρίτας», για να έρθει από το καράβι η απάντηση «Εδώ Διγενής…Εδώ Διγενής». Ο Παπακώστας ξαναφώναξε «είμαστε έτοιμοι, ελάτε», οπότε είδαμε να κατεβάζουν βάρκα από το πλοίο, να μπαίνουν κάποιοι σ’ αυτήν και να κατευθύνονται προ εμάς. Όταν η βάρκα πλησίασε, ο πρώτος που κατέβηκε ήταν ο Αρχηγός. Έτρεξα και τον πήρα σχεδόν στα χέρια μου και τον μετέφερα στην ακτή, ώστε να μην πατήσει στο νερό. Κατέβηκαν μετά και οι άλλοι δύο, κατεβάσαμε και κάποιες βαλίτσες και η βάρκα, επέστρεψε αμέσως στο πλοίο, το οποίο και απέπλευσε χωρίς καθυστέρηση.

«Σειρήν», που μετέφερε τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ Διγενή, βρίσκεται σήμερα στον χώρο του κρησφύγετου και του τάφου του στρατηγού Γ. Γρίβα, στη Λεμεσό.

»Ο ΔΙΓΕΝΗΣ φαινόταν πολύ καταπονημένος και έμεινε για λίγο σαν αποσβολωμένος στη θέση του. Στη συνέχεια, όμως, έκανε μερικούς βηματισμούς και κάποιες γρήγορες κινήσεις και βρήκε τα καλά του. Οι άλλοι δύο που ήταν μαζί του, ήταν ο Σωκράτης Λοϊζίδης από το Δίκωμο, ο οποίος ήταν Γ.Γ. της ΠΕΚ το 1950 και οι Άγγλοι τον εξόρισαν στην Ελλάδα για την εθνική του δραστηριότητα και ο Ελλαδίτης Νότης Πετροπουλέας, τον οποίο είχε φέρει μαζί του ο Αρχηγός για να εκπαιδεύσει τους αγωνιστές.»

«Μα τούτον τον γέρο τι τον εφέρετε;..»

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ: «Ο Διγενής ήταν πράγματι πολύ καταβεβλημένος και, με βάση και την ηλικία του (ήταν τότε 58 χρονών), έδινε την εντύπωση ενός πολύ γηρασμένου ατόμου. Θυμούμαι, μάλιστα, όταν μετά την αποβίβασή του βαδίζαμε προς το σπίτι του Νικόλα Αζίνα, ρώτησα απορημένος τους άλλους: «Μα τούτον τον γέρο τι τον εφέρετε; Τι θα κάμει τούτος ο γέρος;»! Την άλλη μέρα όμως, ο Διγενής μάς ιστόρισε ότι κατά τον πλουν τους είχαν περάσει από μεγάλη τρικυμία, κινδύνεψαν μάλιστα να καταποντιστούν και ότι ο πλοίαρχος πρότεινε να πάνε προς τα παράλια της Μικράς Ασίας, αλλά ο ίδιος τον απέτρεψε λέγοντάς του: «παρά μα πας προς εκεί, καλύτερα να καταποντιστούμε!..» Βέβαια, την επομένη της άφιξής του, ο Αρχηγός δεν ήταν ο κατσούφης που είδα την προηγούμενη νύχτα, αλλά ένας πολύ ζωντανός και δραστήριος άνθρωπος, με σπινθηροβόλο βλέμμα. Αεικίνητος, με κοφτά λόγια και οξύτατη αντίληψη.»

Νερό από την μητέρα πατρίδα

ΕΠΕΙΔΗ ο χώρος αποβίβασης του Αρχηγού ήταν χωρίς καμιά βλάστηση, για λόγους ευνόητους προχώρησαν προς ένα μικρό δάσος και, υπό την κάλυψη των δέντρων, ο Διγενής και η συνοδεία του προχώρησαν προς το χωριό. Καθ’ οδόν, λόγω της κούρασης, κάθισαν για λίγο κάτω από μια ελιά, κι εκεί ο Αρχηγός έδωσε σε όλους να πιουν από το παγούρι του «νερό από την πατρίδα», όπως τους είπε. Ιδιαίτερα ταλαιπωρημένος ήταν ο Παπαντωνίου ο οποίος μετέφερε τη βαλίτσα του Αρχηγού, η οποία, κατά τον ίδιο, «ήταν τόσο βαριά, που αν δοκίμαζα στη ζωή μου να σηκώσω ποτέ ένα ισοβαρές φορτίο, δεν θα το μπορούσα με τίποτε! Και ο λόγος του μεγάλου βάρους, ήταν ότι η βαλίτσα, εκτός από τα λίγα ρούχα του Γ. Γρίβα, περιείχε πολλά όπλα και πυρομαχικά!

ΠΙΟ πάνω, σταμάτησαν και προσκύνησαν στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, του προστάτη της θάλασσας, τον οποίο και ευχαρίστησαν που τους γλίτωσε από την τρικυμία. Για να καταλήξουν σε λίγο, με πολλές προφυλάξεις κυρίως κατά τη διέλευσή τους από τον κύριο δρόμο προς Πάφο, στο σπίτι του Ν. Αζίνα.

ΜΑΥΡΟΝΙΚΟΛΑΣ και Παπαντωνίου ταυτίστηκαν με τον τρόπο αυτό με την πρωτοπηγή του απελευθερωτικού κινήματος της Κύπρου, μέσα από τον θρύλο και τον αέναο πόθο του κυπριακού Ελληνισμού να αποτινάξει την αγγλική αποικιοκρατία και να πετύχει τον παντοτινό του πόθο για Ένωση της νήσου με την Ελλάδα. Ο Μαυρονικόλας, Γραμματέας της ΠΕΚ Πάφου την περίοδο εκείνη, εμπνεόμενος από την Ελληνική Ιστορία και παρακινούμενος από το έντονο εθνικό αίσθημα που κατείχε τον κυπριακό Ελληνισμό μετά από το Δημοψήφισμα του 1950, δέχτηκε με πολλή προθυμία πρόταση του Ανδρέα Αζίνα να πάρει μέρος σε ένοπλο κίνημα για πραγματοποίηση της Ενώσεως. Ο Παπαντωνίου, τελειόφοιτος τότε του Λιασίδειου Γυμνασίου Πάφου, πληροφορήθηκε για τον αγώνα αρχές του 1954 από τον Κυριάκο Παπακώστα. Τον όρκισε στην ΕΟΚΑ μαζί με τους άλλους αγωνιστές της Χλώρακας ο ίδιος ο Διγενής, την επομένη της άφιξής του στην Κύπρο.

Ασπίδα της ΕΟΚΑ, ο ηθικός εξοπλισμός

ΜΕ την άφιξη, λοιπόν, στην Κύπρο του αόρατου Αρχηγού Διγενή, άρχισε και η αντίστροφη μέτρηση για την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα. Της τετράχρονης θρυλικής εποποιίας, την οποία λάμπρυναν θυσίες και δόξες, από τις κορυφαίες στην μακραίωνη Ελληνική Ιστορία.

ΚΑΙ το ερώτημα σήμερα, με όσα κακά και κινδύνους περιτριγυρίζουν τον κυπριακό Ελληνισμό: Ποιο το υπόβαθρο των γενναίων εκείνων αγωνιστών, ώστε όταν τους ζητήθηκε, βρέθηκαν πανέτοιμοι στο μετερίζι της πάλης ενάντια στον Άγγλο κατακτητή; Τι ήταν εκείνο που άναψε μέσα τους τη φλόγα της ελευθερίας και τα έδωσαν όλα στον αγώνα; Η απάντηση είναι: Οι εθνικές τους καταβολές, που διατηρούσαν άσβεστη τη φλόγα του αγώνα για απελευθέρωση και Ένωση, με διδάγματα και οδοδείκτες τα «Οκτωβριανά» του 1931 και το ενωτικό δημοψήφισμα του 1950. Ο ηθικός αυτός εξοπλισμός, σε συνάρτηση προς όσα διδάχτηκαν στα σχολεία και πήραν από τους παππούδες και τους πατεράδες τους, έφτιαξαν μέσα τους τη συνταγή της αντίδρασης στην τυραννία. Στην αντίσταση στο άδικο και την καταπίεση. Στο ελληνικό τους είναι, που διαχρονικά φώλιαζε στις ψυχές τους και τις διατηρούσε σε συνεχή εγρήγορση. Κι όταν ο παιάνας του θρύλου Διγενή ακούστηκε στην Κύπρο, πανέτοιμοι ψυχολογικά βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του αγώνα.

ΑΥΤΟΣ ο ηθικός εξοπλισμός, το κράμα της αντίστασης προς όσους απειλούν την τιμή και την αξιοπρέπειά μας και επιβουλεύονται το νησί μας ολόκληρο, απουσιάζει δυστυχώς σήμερα. Είναι άγνωστος στην τωρινή εποχή, που η τύχη του κυπριακού Ελληνισμού παίζεται στα ζάρια των ξένων οι οποίοι αγωνίζονται να ικανοποιήσουν όσο καλύτερα μπορούν τα δικά τους συμφέροντα, γι’ αυτό και είναι αδίστακτοι και ανυπόφορα προκλητικοί.

ΝΑ ανατρέξουμε πρέπει, εδώ και τώρα, στο ψυχικό μεγαλείο των αγωνιστών της ΕΟΚΑ και να μπολιαστούμε από αυτό. Από την ευψυχία, την εγκαρτέρηση, το θάρρος και την αυταπάρνησή τους. Να παραδειγματισθούμε από την ανδρεία και την εθνική φωτιά που φώλιαζε στο σώμα και πυράκτωνε τα στήθια του Αρχηγού της ΕΟΚΑ. Από την πίστη και την αυτοπεποίθησή του στο δίκαιο του αγώνα που, σε συνδυασμό με τη βαθιά πίστη του στον Θεό, τον μετέτρεπαν συνεχώς σε γίγαντα.

ΟΤΑΝ για πρώτη φορά στην Αθήνα, ο Διγενής ανέπτυσσε στον Μακάριο τα σχέδιά του για ένοπλο αγώνα στην Κύπρο, ο Αρχιεπίσκοπος του είπε πως «ούτε 50 άνδρες δεν θα σε ακολουθήσουν», οπότε ο μπαρουτοκαπνισμένος στο πεδίο της εθνικής τιμής Γ. Γρίβας, κτύπησε δυνατά το χέρι του στο τραπέζι και φώναξε: «Μόνος μου, με τον Θεό μόνο θα αγωνισθώ και θα νικήσω!..» Και έδωσε πράγματι τη μεγάλη μάχη ο Διγενής με τα παλικάρια του και νίκησαν ως ΕΟΚΑ. Αντίθετα, ηττήθηκαν όσοι βρίσκονταν στο πολιτικό τιμόνι, για να καταλήξουμε στο έγκλημα της Ζυρίχης, πηγή όλων των κακών που ακολούθησαν.

Η συνταγή της επιτυχίας

ΚΑΝΕΝΑΣ δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι μπορούμε να νικήσουμε την Τουρκία στρατιωτικά, μπορούμε όμως να ελπίζουμε σε εθνική δικαίωση με όπλα την ενότητα, τη διπλωματική μαεστρία, το κυνήγι ευκαιριών και τη συνομολόγηση συμμαχιών με ισχυρούς οι οποίοι έχουν συμφέρον να εκμεταλλευθούν τα γαιοστρατηγικά πλεονεκτήματα της Κύπρου, όπως και τους υδρογονάνθρακές της. Αν απαλλαγούμε από το πάθος του συμφέροντος και τη μανία του πλουτισμού που μας κάνουν να συμπεριφερόμαστε πορωμένοι και αναίσθητοι και οπλισθούμε με τις αξίες της ηθικής και του δικαίου, έχουμε σίγουρα ελπίδες για δούμε καλύτερες μέρες. Αν όχι, θα μείνουμε στην Ιστορία ως η κατάρα και καταστροφή του τόπου μας! Ως η γενιά που τον ξεπούλησε στον μεγάλο εχθρό του Έθνους, τον Τούρκο! Έτσι θέλουμε;

(Αρχείο Νίκου Παπαναστασίου-απόσπασμα)
nikospa.wordpress.com
10.11.2016



Πηγή: ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *