Ο ΚΙΤΣΟΣ
Ο ΚΙΤΣΟΣ
1750 - 1760
#ΑΓΡΑΦΑ
Τοῦ Κίτσ΄ἡ μάνα κάθουνται στήν ἄκρη στό ποτάμι·
Μέ τό ποτάμι μάλωνε καί τό πετροβολοῦσε·
"Ποτάμι μου λιγόστεψε, ποτάμι στρέψε πίσω,
Γιά νά περάσ΄ ἀντίπερα πέρα στά κλεφτοχώρια,
Ὁπὤχουν κλέφταις σύνοδο, ὁπὤχουν τά λημέρια.".-
Τόν Κίτσο τόν ἐπιάσανε καί πᾶν νά τόν κρεμάσουν·
Χίλιοι τόν πᾶν ἀπ΄ ὀμπροστά καί δυό χιλιάδες πίσω.
Κι΄ ὁλοξοπίσω πήγαινεν ἡ μαύρη του μανοῦλα·
Μυριολογοῦσε κ΄ ἔλεγε, μυριολογᾅ καί λέγει·
"Κίτσο μου ποὖναι τ΄ ἄρματα τά ἔρμα τά τσαπράζια;"-
"Μάνα λωλή, μάνα τρελή, μάνα ξεμυαλισμένη,
Δέν κλαῖς τά μαῦρα νιάτα μου, δέν κλαῖς καί τήν ἀντρειά μου,
Μόν κλαῖς τά ἔρμα τ΄ ἄρματα, τά ἔρμα τά τσαπράζια."
ΚΛΕΦΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Πηγή: Ρωμαίϊκα Τραγούδια, ARNOLD PASSOW, ἐκδόσεις ΝΙΚΑΣ
Φωτογραφία: https://gr.pinterest.com/
Χρύσα Νικολοπούλου/Ἑλλήνων Φῶς