Σάββας Κουλλαμής: Ο γεροπλάτανος της ΕΟΚΑ
Του Χαράλαμπου Χαραλαμπίδη
Ο Σάββας Κουλλαμής καταγόταν από τον Άγιο Παύλο Πιτσιλιάς, αλλά νυμφεύτηκε στον γειτονικό Άγιο Θεόδωρο, όπου έκανε οικογένεια και έζησε μια ζωή γεμάτη δράση, κινδύνους και σκληρή βιοπάλη, μέχρι που έφυγε από τούτη τη ζωή, αφήνοντας στην οικογένειά του ένα όνομα καλό και τιμημένο. Προτού αρχίσει ο Απελευθερωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ, ο Σάββας Κουλλαμής είχε τη μεγάλη τιμή να μυηθεί στην ΕΟΚΑ προτού αρχίσει η ένοπλη δράση από τον άλλο κορυφαίο πρωτεργάτη του Αγώνα, Νικόλα Αβραάμ, από τον Αϊ-Μάμα. Και οι δύο ορκίστηκαν αργότερα από τον ίδιο τον Αργηγό της ΕΟΚΑ Διγενή.
Η μύηση
Γράφει ο εθναπόστολος Ν. Αβραάμ-Αβδέλλας στο Ημερολόγιό του για τη μύηση του Κουλλαμή: «Την άλλη μέρα, πρωί, -8 Νοεμβρίου 1954- ήβρα τον Σάββαν Κουλλαμήν, από τον Άγιον Θεόδωρο, του εκμυστηρεύτηκα και εκείνου το πράγμα, όπου, μόλις το άκουσε, ενθουσιάστηκε και μου είπε ότι και στο χωριό του και στον Άγιο Ιωάννη της Πιτσιλιάς θ’ αναλάβει προσωπικά και υπευθύνως την υπόθεση. Και πράγματι ανέλαβε, εργάσθη, έγινε αντάρτης, ήτο με το Γέρο -το Διγενή- εις τη μάχη του Πεύκου και στη μάχη των Σπηλιών και κατόπιν επήγε με την ομάδα του Σπανού και συνελήφθη ύστερα με επτά άλλους εις το Όμοδος, εκαταδικάσθη εις ισόβια δεσμά και ήτο στη φυλακή έως ότου υπεγράφησαν οι συμφωνίες και εδόθη αμνηστία…».
Ο Κουλλαμής και ο Αβράμης συναντήθηκαν για πρώτη φορά με το Διγενή στο Σαϊττά. Σε χειρόγραφη αναφορά του, γράφει σχετικά ο Γεροπλάτανος: «Πρώτη συνάντησή μας με τον Αρχηγό Διγενή ήτο το 1955, δεν θυμάμαι ημερομηνία. Ειδοποιήθηκα μέσω του Νικόλα Αβραάμ από τον Άγιο Μάμα Λεμεσού, ο οποίος ήτο σύνδεσμος εις την περιφέρειαν Αμιάντου και κατεβήκαμε μαζί στο Σαϊττάν στο ξενοδοχείον του Πισσούριου και συναντηθήκαμε με τον Αρχηγό. Μου έκαμε ερωτήσεις, πού επολέμησα και του εξήγησα ότι το 1918 στη Μακεδονία, το 1944-45 στην Αίγυπτο, Αφρική και Ιταλίαν. Εκεί μας όρκισε τον όρκον της ΕΟΚΑ…».
Η ορκωμοσία
Ο Νικόλας Αβραάμ γράφει στο Ημερολόγιό του, για τη συνάντηση εκείνη της ορκωμοσίας τους: «Tο άλλο πρωί, 20 Μαρτίου 1955, εσκέφτηκα ότι έπρεπε να εξασφαλίσω ταξί διά τας ανάγκας της Οργανώσεως. Έστειλα εις τον Ξαντρήν-Αλέξαντρο Τρύφωνα, τον επιλεγόμενο Καστορή, από την Κακοπετριά -που ετύγχανε συγγενής του- και τον εκατατόπισε. Εδέχθη να μας εξυπηρετεί, τον όρκισε και τότε μας επήρε στον Σαϊττά. Εκεί ήλθεν ο Αρχηγός με τον Ευαγόρα, τον Γιαννάκη Δρουσιώτη, τον Χρ. Μασωνίδη, εκουβεντιάσαμεν, επήραμεν οδηγίες και εστράφημαν στον Αμίαντον….».
Ο Κουλλαμής, που είχε ορισθεί στο μεταξύ αρχηγός των ομάδων κρούσεως στην περιοχή, κατέβηκε με τον Αβράμη στη Λευκωσία, στις 12 Απριλίου, όπου συναντήθηκαν με τον Διγενή, από τον οποίο πήραν προφορικές οδηγίες για τις περαιτέρω ενέργειές τους. Γράφει στο Ημερολόγιό του ο Αβδέλλας: «Στις 10 Απριλίου 1955 ήρθε στον Αμίαντο ο Γιαννάκης Δρουσιώτης, ένα πραγματικό αγνό λεβεντόπαιδο και μου είπε να πάω στη Λευκωσία με τον Σάββαν Κουλλαμήν και μας θέλει ο Διγενής. Μας όρισεν την Τρίτην 12 Απριλίου, να πάμε με το λεωφορείο Αμιάντου. Έτσι και έγινε…». Στη συνέχεια αναφέρει τη διαδικασία της συνάντησης με το Γέρο και προσθέτει: «Εζήτησε την γνώμην μας αν έπρεπε κι αν μπορούσαμε να κτυπήσωμεν την Αστυνομίαν του Αμιάντου, διά την παραλαβήν όπλων. Εσυμφωνήσαμε ότι τούτο μπορεί να γίνει…».
Η μάχη του Πεύκου
Όταν στις έξι Μαΐου ο Ρένος Κυριακίδης -με το ψευδώνυμο Ρωμανός- ανέλαβε την τομεαρχία Πιτσιλιάς – Αμιάντου, ο Σάββας Κουλλαμής ήταν από τους στενότερους συνεργάτες του. Κι όταν άρχισε την οργάνωση ανταρτικών ομάδων, πρώτος ο Γεροπλάτανος, με το ψευδώνυμο Διοβουνιώτης, απάντησε παρών. Και στις αρχές του καλοκαιριού, όταν ο Διγενής έφθασε στην Κυπερούντα, Για τη μεγάλη επιχείρηση της ΕΟΚΑ, εξόρμηση προς τη Νίκη, ο Διοβουνιώτης ήταν ανάμεσα στους λίγους αγωνιστές που είχαν τη μεγάλη τιμή να πολεμήσουν κοντά στο Γέρο, στη Μάχη του Πεύκου, μεταξύ Κυπερούντας και Χανδριών, στις 23 Νοεμβρίου 1955. Και μια και μιλάμε για τη Μάχη του Πεύκου, την οποία οργάνωσε ο Ρένος Κυριακίδης με εντολή του Διγενή, πρέπει να αναφέρουμε ότι στην πλάκα που στήθηκε στον ιστορικό χώρο της μάχης, το όνομα του Ρωμανού είναι στα τελευταία. Αυτό αποτελεί ασέβεια προς τον αγωνιστή – τομεάρχη που είχε οργανώσει τόσες ενέδρες και άλλες καταδρομικές ενέργειες στην περιοχή Αμιάντου – Πιτσιλιάς.
Μετά τη μάχη του Πεύκου, ο Κουλλαμής ακολούθησε το Γέρο και τους άλλους αντάρτες στα λημέρια των Σπηλιών, όπου παρέμεινε κοντά στο Διγενή μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου στην τοποθεσία που ήταν το αρχηγείο-ορμητήριο των ανταρτών. Από τα Σπήλια, ο Κουλλαμής με άλλους αντάρτες, μετά από μια δραματική, κοπιώδη πορεία, μέσω Μαραθάσας έφθασε στο Φοινί. Με τη σύλληψη του Ρένου Κυριακίδη, τη διαφυγή του Διγενή στην Κακοπετριά και αργότερα τη μετάβασή του στον Κύκκο, την τομεαρχία Πιτσιλιάς Αμιάντου ανέλαβε ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο οποίος άρχισε αμέσως την αναδιοργάνωσή της. Ο Σάββας Κουλλαμής εντάχθηκε στην ομάδα του Νίκου Σπανού, που είχε προωθηθεί στο Όμοδος. Εκεί, στο κρησφύγετο του Ομόδους, βρήκε τον Κουλλαμή και τους εφτά συντρόφους η προδοσία του Απόστρατου και του Καραδήμα, που ήταν και οι δύο συναγωνιστές τους δύο μέρες πριν.
Ο Γεροπλάτανος και οι συναγωνιστές του δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά και αφέθηκαν ελεύθεροι μετά την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου. Με την ίδρυση της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας ο Σάββας Κουλλαμής ρίχτηκε πάλι στη βιοπάλη, για να θρέψει την οικογένειά του. Διορίστηκε επιστάτης στην επαρχιακή διοίκηση Λεμεσού μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε. Ο θάνατος τον βρήκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1979, καταλείποντας ένα παιδί, 16 εγγόνια και σωρεία δισεγγόνων. Αιώνια θα παραμένει η μνήμη του λαμπρού αγωνιστή.