ΣΤΙΣ ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ
Στὶς Θερμοπύλες ὁ Λεωνίδας.
Θεοὶ κυβερνῆτες μέσ' στὴν καρδιά του
δίδυμοι, λάτρεμα τῆς πατρίδας
καὶ καταφρόνεση τοῦ θανάτου.
Ἥρωας ὑψώθη μεγαλομάρτυς.
Γιὰ κεῖνον ἔγραψες, Ἱστορία,
τ' ὄνομα ὁλόχρυσο καὶ τῆς Σπάρτης
πλάϊ στῆς Ἀθήνας τὴν πολιτεία.
Μ' αὐτὸν τρακόσοι κι ἄλλοι Λεωνίδες,
λεβεντιά, νιάτα, καρπερὰ χρόνια,
μάχονται, γέρνουν οἱ Διγενῆδες
στὰ μαρμαρένια τὸ Χάρο ἁλώνια.
Χορὸς ὁ δρόμος τους, πανηγύρι,
νὰ λάμψῃ κάνουν ἡ Ἀχερουσία,
γιὰ νὰ ξεφύγουν τοῦ ἥλιου τὴν πύρη
βρίσκουν, καὶ ἰσκιώνει τους, τὴ θυσία.
Ἀκόμα ἀπόμεινε στὸν ἀέρα
βούϊσμα, χρυσάετοι σὰ νὰ κλαγγάζουν,
κ' οἱ κορφὲς γύρω καὶ πέρα ὡς πέρα,
τὸ ἀντιλαλοῦνε καὶ τὸ χιλιάζουν:
«Ζῆσε, πατρίδα μας δοξασμένη.
Ξένε, ἂν πατήσῃς τὰ χώματά της,
πές της πὼς μένουμ' ἐδῶ πεσμένοι,
πιστοὶ καὶ πάντα στὸ πρόσταμά της».
Πηγή: Κ. Παλαμᾶ, Ἅπαντα, Τόμος Θ΄. Β΄ ΕΚΔΟΣΗ, ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ
ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ (ΒΙΒΛΙΟ Η)
Ἑλλήνων Φῶς