Στὸ ἄγαλμα τῆς ἐλευθερίας ποὺ φωτίζει τὸν κόσμο (Κ.Γ. Καρυωτάκης)
Λευτεριά, Λευτεριά, σχίζει, δαγκάνει
τοὺς οὐρανοὺς τὸ στέμμα σου. Τὸ φῶς σου,
χωρὶς νὰ καίει, τυφλώνει τὸ λαό σου.
Πεταλοῦδες χρυσὲς οἱ Ἀμερικάνοι,
λογαριάζουν πόσα δολάρια κάνει
σήμερα τὸ ὑπερούσιο μέταλλό σου.
Λευτεριά, Λευτεριά, θὰ σ' ἀγοράσουν
ἔμποροι καὶ κονσόρτσια κι ἑβραῖοι.
Εἶναι πολλὰ τοῦ αἰῶνος μας τὰ χρέη,
πολλὲς οἱ ἁμαρτίες, ποὺ θὰ διαβάσουν
οἱ γενεές, ὅταν σὲ παρομοιάσουν
μὲ τὸ πορτραῖτο τοῦ Dorian Gray.
Λευτεριά, Λευτεριά, σὲ νοσταλγοῦνε,
μακρινὰ δάση, ρημαγμένοι κῆποι,
ὅσοι ἄνθρωποι προσδέχονται τὴ λύπη
σὰν ἔπαθλο τοῦ ἀγῶνος, καὶ μοχθοῦνε,
καὶ τὴ ζωὴ τους ἐξακολουθοῦνε,
νεκροὶ ποὺ ἡ καθιέρωσις τοὺς λείπει.
Ἀπὸ Ἅπαντα τὰ Εὑρισκόμενα. Φιλολογικὴ Ἐπιμέλεια Γ.Π. Σαββίδη. Ἔκδ. ΕΡΜΗΣ, Ἀθήνα 2004.
Πηγή: Μυριόβιβλος