TTIP, ή αλλιώς ο «Μεγάλος Αδελφός» των πολυεθνικών

TTIP

του Νικολάου Ματθαίου Σαντή*

Έχει χαρακτηριστεί ως το «Οικονομικό ΝΑΤΟ», δεδομένου ότι συνδέει και ομογενοποιεί τις οικονομίες στις δύο πλευρές του Ατλαντικού (ΗΠΑ και Ε.Ε.). Στην πραγματικότητα όμως η Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων, γνωστή με τα αρχικά TTIP (Transatlantic Trade and Investment Partnership), είναι κάτι πολύ παραπάνω: θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί τον επιχειρηματικό «Μεγάλο Αδελφό» ή τον «Αρμαγεδδώνα» επέλασης των πολυεθνικών επιχειρήσεων στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η συμφωνία, εάν και όποτε υπογραφεί, είναι πολύ πιθανόν ότι θα οδηγήσει τον καπιταλισμό σε ένα νέο στάδιο, αυτό που κάποτε ο Μαρξ πρόωρα είχε χαρακτηρίσει ως ύστερο, σάπιο καπιταλισμό. Ένα στάδιο στο οποίο θα αποτελεί βαρίδι για την εξέλιξη των κοινωνιών χάνοντας τα όποια προοδευτικά στοιχεία ακόμα διαθέτει. Με αφορμή τη διαμαρτυρία ενάντια στην TTIP σήμερα, Σάββατο 10 Οκτωβρίου στην Αθήνα, καθώς και την υπογραφή της όμορης Υπερ-ειρηνικής Συνεργασίας (TransPacific Trade Partnership – TTP), είναι χρήσιμο να αναλύσουμε ορισμένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της TTIP.

Είναι γεγονός ότι με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι δασμοί στις εισαγωγές προϊόντων παγκοσμίως άρχισαν να υποχωρούν, για να μηδενιστούν ουσιαστικά στις μέρες μας. Πλέον, οι μη-δασμολογικοί περιορισμοί (non-tariff barriers) αποτελούν τα σημαντικότερα εμπόδια στην ανάπτυξη του ελεύθερου εμπορίου, και ταυτόχρονα τα πιο ισχυρά όπλα που διαθέτει μια χώρα ώστε να περιορίζει τις εισαγωγές προϊόντων των ανταγωνιστών της. Έτσι, τον Ιούλιο του 2013 στην Ουάσιγκτον, ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα και ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μανουέλ Μπαρόζο ανακοίνωσαν την έναρξη των διαπραγματεύσεων για μια συμφωνία που θα μειώνει αυτά τα εμπόδια, θα ρυθμίζει την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων κ.α.

Αυτό τουλάχιστον είναι το πνεύμα ή η αιτιολογία για την αναγκαιότητα της συμφωνίας διότι, στην πραγματικότητα η εφαρμογή της αναμένεται να έχει πολύ ευρύτερες συνέπειες, αλλάζοντας ριζικά τη ροή και την ισχύ του κεφαλαίου διεθνώς, το ρόλο του κράτους, των υπερεθνικών ολοκληρώσεων και των μεταξύ τους σχέσεων. Για το μέσο Έλληνα και Ευρωπαίο πολίτη αυτό συνεπάγεται παλιρροϊκές αλλαγές στον τομέα των δημοσίων αγαθών, των τροφίμων, των εργασιακών σχέσεων, του περιβάλλοντος, της προστασίας της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων͘, αλλαγές που θα έχουν σχεδόν αποκλειστικά αρνητικό πρόσημο για τους πολίτες. Αυτό διότι τα εμπλεκόμενα μέρη αντιλαμβάνονται ή απλώς επιδιώκουν να εμφανίσουν όλες τις προβλέψεις προστασίας π.χ. του περιβάλλοντος ή της δημόσιας υγείας, ως μη-δασμολογικά εμπόδια που επιβάλλει ένα κράτος (ή η Ε.Ε.) προκειμένου να αντιμετωπίσει και να περιορίσει τις εισαγωγές από ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Τι γίνεται όμως όταν οι κανόνες που έχει επιβάλλει ένα μέρος της συμφωνίας είναι πολύ πιο ευέλικτοι από εκείνους ενός άλλου μέρους;

Με βάση λοιπόν τη συμφωνία που προωθείται, με πρόφαση την εφαρμογή ίδιων κανόνων σε ΗΠΑ και Ε.Ε., και με δεδομένη την άρνηση της πρώτης να εφαρμόσουν τις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, προβλέπεται η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων. Βεβαίως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη λάβει θέση υποστηρίζοντας τη μείωση των μισθών και τον περιορισμό των εργατικών δικαιωμάτων, οπότε η συμφωνία απλώς θα ενισχύσει την επίθεση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου έναντι της εργασίας.

Κι αν στην Ελλάδα των Μνημονίων οι περικοπές μισθών και η κατάργηση δικαιωμάτων δεν προκαλούν εντύπωση, στον τομέα του περιβάλλοντος, η εφαρμογή της TTIP θα μπορούσε να δώσει το δικαίωμα σε μια επιχείρηση, π.χ. στην Ελληνικός Χρυσός, να εξορίσει μεταλλεύματα και να ρυπαίνει με βαρέα μέταλλα όπως μόλυβδο, σίδηρο, μαγγάνιο κ.α. (όπως έκανε σύμφωνα με τα δύο πορίσματα της Επιθεώρησης Περιβάλλοντος), αδιαφορώντας για τις περιβαλλοντικές συνέπειες στην ευρύτερη περιοχή της Χαλκιδικής. Πιθανή παρέμβαση του δημοσίου για την προστασία του περιβάλλοντος (όπως έγινε) θα εκλαμβάνονταν ως περιορισμός που βάζει φραγμούς στην ιδιωτική πρωτοβουλία, προκαλώντας πρόστιμο εκατομμυρίων ευρώ για το ελληνικό κράτος. Δεδομένου ότι η συμφωνία αντιτίθεται σχεδόν σε οτιδήποτε περιορίζει την ιδιωτική πρωτοβουλία (ειδικά των πολυεθνικών), και δεδομένου ότι το ιδιωτικό κόστος παραγωγής είναι μικρότερο από το κοινωνικό κόστος, οποιαδήποτε επιχείρηση έχει κίνητρο να αυξάνει την παραγωγή μετακυλώντας το κόστος στην κοινωνία (π.χ. να πετάει τα λύματα των εργοστασίων ανεμπόδιστα στον Ασωπό ποταμό).

Ανάλογη ασυδοσία προβλέπεται στην αγορά υπηρεσιών όπου η «απελευθέρωσή» της δίνει τη δυνατότητα σε οποιαδήποτε επιχείρηση να αναλάβει οποιοδήποτε τομέα των δημοσίων αγαθών (υγεία, παιδεία, νερό, ενέργεια κτλ.) χωρίς κανένα περιορισμό και δυνατότητα δημοσίου ελέγχου.

Μάλιστα, ενώ η δυνατότητα δημοσίου ελέγχου των (πολυεθνικών) επιχειρήσεων αποδυναμώνεται σημαντικά, στο όνομα της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, προωθείται ο πλήρης έλεγχος της γνώσης, η καταστρατήγηση της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων. Με βάση τη συμφωνία, θα παρακολουθούνται οι δραστηριότητες των πολιτών στο διαδίκτυο προκειμένου να ελέγχεται οποιαδήποτε υποψία παραβίασης των κανονισμών πνευματικής ιδιοκτησίας. Ένα ακόμη αποτέλεσμα θα είναι η ισχυρή αύξηση της τιμής των συνταγογραφούμενων φαρμάκων καθώς η απαγόρευση παρασκευής φθηνών γενόσημων θα εκτινάξει περαιτέρω τα κέρδη των φαρμακευτικών κολοσσών.

Η σημαντικότερη όμως συνέπεια της επιδιωκόμενης συμφωνίας για τους Έλληνες και Ευρωπαίους πολίτες αφορά τον τομέα των τροφίμων. Ας σκεφτούμε για παράδειγμα, ποιες θα ήταν οι συνέπειες της υπογραφής μια αντίστοιχης συμφωνίας περιορισμού των ελέγχων και εξίσωσης των κανόνων με την Κίνα όπου ανά περιόδους δεκάδες παιδιά και βρέφη έχουν πεθάνει λόγω δηλητηριασμένων παιδικών τροφών ή γάλακτος, και οι έλεγχοι παραμένουν ανεπαρκείς. Το παράδειγμα δεν είναι γλαφυρό: στον τομέα των μεταποιημένων τροφίμων, όπου το 70% στις ΗΠΑ περιέχουν γενετικά τροποποιημένα συστατικά, δεν ισχύει η «αρχή της προφύλαξης» όπως στην Ε.Ε. Αντί λοιπόν να αποδείξουν οι εταιρίες που κυκλοφορούν ένα νέο προϊόν ότι είναι ασφαλές και έπειτα να δοθεί προς κατανάλωση, στις ΗΠΑ πρέπει να αποδείξουν οι κρατικές υπηρεσίες ότι το προϊόν είναι επικίνδυνο και να εμποδίσουν την κυκλοφορία του. Επιπλέον, η υιοθέτηση των χαμηλών προτύπων ασφαλείας τροφίμων των ΗΠΑ θα έχει ως αποτέλεσμα, με την υπογραφή της TTIP, την εισαγωγή του 40% των εξαγωγών τροφίμων από αυτές στην Ε.Ε. που είναι απαγορευμένα μέχρι τώρα. Περιττό να πούμε ότι, με τα σημερινά ευρωπαϊκά πρότυπα ασφάλειας, τα τρόφιμα αυτά είναι επικίνδυνα για την υγεία των πολιτών, ενώ, στην πλειοψηφία τους, θα εισάγονται χωρίς καμία σήμανση ότι περιέχουν γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (αφού η σήμανση θα αποτελούσε μη-δασμολογικό περιορισμό και θα στρέβλωνε τον ανταγωνισμό).

Πρακτικώς, η εφαρμογή της συμφωνίας θα επιτρέψει στις αμερικανικές και ευρωπαϊκές πολυεθνικές να ενεργούν χωρίς κανένα έλεγχο στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών και τις ΗΠΑ. Χρησιμοποιώντας ένα σύστημα παράλληλης δικαιοσύνης, μέσω της δημιουργίας του ISDS (Investor-State-Dispute Settlement, Διακανονισμός Διαφορών μεταξύ Επενδυτή και Κράτους), ειδικά διαιτητικά δικαστήρια θα εξετάζουν εν κρυπτώ τις αγωγές αποζημίωσης των πολυεθνικών εταιριών εναντίων κρατών, σε περίπτωση που κάποιος νόμος (πχ. για το περιβάλλον, τη δημόσια υγεία ή τα εργατικά δικαιώματα, ίσως ακόμα και την παιδική εργασία) επηρεάζει αρνητικά τα κέρδη τους. Συνεπώς, το πνεύμα της TTIP μπορεί να συμπυκνωθεί στο: «υπεράνω όλων είναι το συμφέρον των (πολυεθνικών) επιχειρήσεων». Είναι φανερό ότι η υπογραφή και εφαρμογή της συμφωνίας θα οδηγήσει στην πραγματική και εξ’ ολοκλήρου υπαγωγή όλων των τομέων της κοινωνικής ζωής στο (μεγάλο) κεφάλαιο. Θα είναι αυτό μια άλλη εκδοχή του Οργουελικού «Μεγάλου Αδελφού» όπου οι δυτικές κοινωνίες θα ελέγχονται πλήρως από το κράτος των πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Καμία έκπληξη λοιπόν δεν προκαλεί το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία έχουν παραμείνει απόρρητες. Σύμφωνα με τον Julian Assange δημιουργό του WikiLeaks, οι Ευρωβουλευτές έχουν περιορισμένη πρόσβαση στη συμφωνία χωρίς να μπορούν να πάρουν αντίγραφα, ενώ ολόκληρες κυβερνήσεις έχουν αποκλειστεί. Αντιθέτως, οι εκπρόσωποι των πολυεθνικών έχουν εύκολη πρόσβαση και συν-διαμορφώνουν την TTIP. Στα πλαίσια αυτά, εκτός της σημερινής πορείας διαμαρτυρίας, το WikiLeaks οργανώνει καμπάνια crowd-funding για τη συγκέντρωση ποσού 100.000 ευρώ που θα δοθεί σε όποιον αποκαλύψει τα μέτρα και τις διατάξεις της συμφωνίας.

*Νικόλαος Ματθαίος Σαντής, οικονομολόγος, M.A. Development Economics,
[email protected]



Πηγή: ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *