Βασίλης Αλεξάνδρου (1925 - 21 Νοεμβρίου 1958)
Πέθανε στις 21 Νοεμβρίου 1958 ύστερα από βασανιστήρια που υπέστη από τους Άγγλους, κατά την κράτησή του στο στρατόπεδο Πολεμίου.
Σύζυγος: Ελένη Αλεξάνδρου
Τέκνα: Ελευθερία, Μάρω και Όμηρος
Γονείς: Αλέξανδρος Τζιωνής και Μαρικκού Αλεξάνδρου
Αδέλφια: Κώστας, Αριστόβουλος, Ευάνθης, Ελένη, Άννα και Δέσποινα
Ο Βασίλης Αλεξάνδρου τελείωσε το δημοτικό σχολείο Λιμνάτη και εργαζόταν ως πωλητής στο συνεργατικό παντοπωλείο του χωριού του. Ήταν ιδρυτικό στέλεχος και μέλος των επιτροπών των τοπικών εθνικοφρόνων σωματείων ΣΕΚ και ΠΕΚ.
Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ το 1955 με την έναρξη του αγώνα, ως βοηθός ομαδάρχης Λιμνάτη. Ήταν μέλος της τοπικής ομάδας κρούσεως Λιμνάτη και ανέπτυξε πλούσια δράση. Υπήρξε σύνδεσμος και τροφοδότης των ανταρτών του τομέα Φασούλας - Παραμύθας και έλαβε μέρος στην πρώτη ενέδρα, κοντά στο χωριό Άλασσα, των ομάδων Λιμνάτη και Λάνιας.
Το Φεβρουάριο του 1957 συνελήφθη από τους Άγγλους και μεταφέρθηκε στα κρατητήρια Πύλας (διαμέρισμα G), όπου κρατήθηκε μέχρι το τέλος του 1957. Μετά την απόλυσή του συνέχισε τη δράση του, λαμβάνοντας μέρος στην κατασκευή κρησφυγέτων με τους αντάρτες του τομέα, τους οποίους και τροφοδοτούσε αρχικά στο Σπήλαιο του Κουταλιανού και αργότερα στο κρησφύγετο του Μαυρικίου, που κατασκεύασαν στην περιοχή Άγιος Ηλίας έξω από το Λιμνάτη.
Τον Ιούλιο του 1958 συνελήφθη και πάλι από τους Άγγλους και κρατήθηκε στο Λανίτειο Γυμνάσιο, όπου υπέστη φρικτά βασανιστήρια προτού μεταφερθεί στο στρατόπεδο Πολεμίου.
Σύμφωνα με μαρτυρία συγκρατουμένου του, η ζωή στο στρατόπεδο Πολεμίου ήταν για όλους μια πραγματική κόλαση, μη εξαιρουμένου και του ήρωα Βασίλη Αλεξάνδρου, ο οποίος, παρόλο που είχε αρρωστήσει βαριά, υπέστη φρικτές κακώσεις και ξυλοδαρμούς με συνέπεια την επιδείνωση της υγείας του. Μετά από έντονες διαμαρτυρίες των συγκρατουμένων του προς την Επιτροπή του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, εξετάστηκε από Άγγλο γιατρό, ο οποίος διέταξε την απόλυσή του, προφανώς, για να μην αποβιώσει στα κρατητήρια.
Ο Αλεξάνδρου πέθανε τρεις μόνο μέρες μετά την απόλυσή του.