ΑΝΑΜΕΙΚΤΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ
Παρατήρησα κάτι πολύ σοβαρό: ότι όλοι οι μεγάλοι άνδρες, οι οποίοι μας απασχόλησαν με τους μεγάλους άθλους που επιτέλεσαν, κατέληγαν όλοι παραπέμπτοντάς μας στον κοινό νου.
Δεν νοιώθω άνετα όταν μου μιλούν για τον κοινό νου. Πιστεύω ότι τον διαθέτω, διότι ποιος θα παραδεχόταν ότι δεν τον διαθέτει; Ποιος θα μπορούσε να ζήσει έστω και μία στιγμή χωρίς αυτόν; Όταν λοιπόν μου τον αντιτάσσουν, ταράζομαι, στρέφομαι προς ό,τι έχω μέσα μου και το οποίο τον στερείται, αδιαφορεί γι' αυτόν και ισχυρίζεται ότι ο κοινός νους είναι η ικανότητα που είχαμε άλλοτε να αρνιόμαστε και να απορρίπτουμε περιτράνως την υποτιθέμενη ύπαρξη των αντιπόδων - πράγμα το οποίο κάνει ακόμη σήμερα, όταν αναζητεί και βρίσκει μέσα στην ιστορία τού χθες τα μέσα που του επιτρέπουν να μην καταλάβει τίποτε απ' όσα θα συμβούν αύριο.
Προσθέτει ότι ο κοινός αυτός νους είναι μία ολωσδιόλου εντοπισμένη ενόραση απορρέουσα από ακαθόριστες και ακατέργαστες εμπειρίες, η οποία αναμειγνύεται με μια λογική και με αναλογίες αρκετά ανεπεξέργαστες για να θεωρηθούν ότι είναι παγκόσμιες. Η θρησκεία δεν τον συμπεριλαμβάνει στα δόγματά της. Οι επιστήμες καθημερινά τον εκπλήσσουν, τον κλονίζουν, τον μπερδεύουν. Ο επικριτής αυτός του κοινού νου προσθέτει ότι δεν βλέπει γιατί θα έπρεπε να καυχάται ότι είναι το πιο διαδεδομένο πράγμα στον κόσμο.
Του αποκρίνομαι, ωστόσο, ότι τίποτε δεν μπορεί πάντως να αφαιρέσει από τον κοινό νου τη μεγάλη χρησιμότητα που έχει στις διενέξεις για αόριστα πράγματα, όπου δεν υπάρχει ισχυρότερο επιχείρημα για τους άλλους από το να τον επικαλούμαστε για λογαριασμό μας, από το να διακηρύσσουμε ότι οι άλλοι παραλογίζονται και ότι το αγαθό αυτό, τόσο πολύτιμο ώστε να μην μπορεί να είναι κοινό κτήμα, ανήκει εξολοκλήρου σ' αυτόν που ομιλεί.
Έτσι προσεταιριζόμαστε όλους εκείνους που αξίζουν να είναι μαζί μας, και είναι εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν αυτό που διαβάζουν.
Ο Ναπολέων έλεγε ότι στον πόλεμο τα πάντα σχεδόν εξαρτώνται από τον κοινό νου, λόγος πολύ γενναιόδωρος όταν προφέρεται από το στόμα ενός μεγαλοφυούς ανθρώπου.
Αυτός ο λόγος είναι αξιοσημείωτος. Ο αυτοκράτορας, μεταξύ των άλλων μεγάλων χαρισμάτων του, είχε και το χάρισμα να διακρίνει στην εντέλεια ποια από τις ικανότητές του έπρεπε να οξύνει και ποια κατά περίπτωση έπρεπε να αμβλύνει· ακόμη και ο ύπνος ήταν υπό τις διαταγές του.
Όταν λέγει αυτό που ανέφερα για τον κοινό νου, διαχωρίζει (όπως αρμόζει) την εργασία της σχόλης και της περισυλλογής από την ακαριαία εργασία που επιτελείται εν μέσω των γεγονότων, υπό την πίεση του χρόνου και υπό τον βομβαρδισμό των ειδήσεων. Τότε δεν υπάρχει περιθώριο για αναβολή, για επανάληψη, η επινοητικότητα είναι ο κανόνας - και, εξ υποθέσεως, ο κοινός νους συνίσταται στο να μπορείς να επιλέξεις μεταξύ των προσφορότερων μέσων που έχεις στη διάθεσή σου.
Δέχομαι, λοιπόν, πρόθυμα ότι αυτοί οι οποίοι δρουν στα πλαίσια της πολιτικής, δηλαδή όσοι αναλίσκονται στο να αποκτήσουν ή να διατηρήσουν κάποιο ψήγμα εξουσίας, δεν χάνουν τον καιρό τους ζυγίζοντας τις έννοιες που χρησιμοποιούν και με τις οποίες το πνεύμα τους εφοδιάστηκε άπαξ και δια παντός· γνωρίζω πολύ καλά ότι ως εκ της καταστάσεώς του οφείλουν να εργάζονται έχοντας ως βάση μιαν αρκετά χονδροειδή εικόνα του κόσμου, δεδομένου ότι χαρακτηρίζεται και πρέπει να χαρακτηρίζεται από την ίδια ακρίβεια, από την ίδια έκταση και την ίδια απλότητα διαρθρώσεως της εικόνας που ικανοποιεί τον μέσο όρο των πνευμάτων, καθώς μάλιστα συμβαίνει αυτός ο μέσος όρος να αποτελεί το κύριο στήριγμα κάθε πολιτικής. Όπως ο άνθρωπος της δράσης, έτσι και η κοινή γνώμη δεν έχει τον καιρό ούτε τα μέσα να εμβαθύνει στα θέματα.
Αυτή η εικόνα του κόσμου, η οποία είναι αρκετά χονδροειδής για να αποδειχθεί χρήσιμη, κυκλοφορεί στον αέρα, στο πνεύμα μας, στα καφενεία, στα κοινοβούλια και στις δημόσιες υπηρεσίες, στις εφημερίδες, δηλαδή παντού, και εξάγεται από μελέτες και βιβλία. Ωστόσο, όσο διάχυτη κι αν είναι, προκαλεί εντύπωση το πόσο ελάχιστα δένει με το μικρό κομμάτι του πραγματικού κόσμου όπου ζει ο καθένας μας. Θέλω να πω ότι, με βάση την προσωπική και άμεση εμπειρία μας, δεν θα μπορέσουμε γενικά να ανασυστήσουμε το σύστημα αυτού του ευρύτατου πολιτικού κόσμου, του οποίου πάντως τα κινήματα, οι αναστατώσεις, οι πιέσεις και οι ενστάσεις έρχονται να τροποποιήσουν, λιγότερο ή περισσότερο βαθιά, άμεσα, αιφνίδια, τον μικρό χώρο που μας εμπερικλείει και τις μορφές ζωής με τις οποίες ζούμε και βλέπουμε να ζουν εκεί οι άλλοι. Να όμως που ο πραγματικός κόσμος των ανθρώπων είναι φτιαγμένος από παρόμοια στοιχεία, τα οποία ποικίλλουν από τη μιά στιγμή στην άλλη και των οποίων αποτελεί απλώς το άθροισμα.
Πρέπει, συνεπώς, να αναγνωρίσουμε την ύπαρξη ενός πολιτικού κόσμου, ο οποίος είναι ένας άλλος κόσμος - ένας κόσμος ο οποίος, με το να δρα παντού, δεν μπορεί να παρατηρηθεί πουθενά και ο οποίος, με το να κατέχει ένα πλήθος πνευμάτων κάθε μεγέθους, ανάγεται κατ' ανάγκην σ' ένα σύνολο συμβάσεων μεταξύ όλων αυτών των πνευμάτων.
Η πολιτική αναλύεται έτσι σε συνδυασμούς συμβατικών οντοτήτων οι οποίες, με το να διαμορφώνονται άγνωστο πώς, εναλλάσσονται μεταξύ των ανθρώπων και προκαλούν αποτελέσματα των οποίων το εύρος και οι απηχήσεις είναι ανυπολόγιστες.
Κάθε ανάπτυξη της ζωής μέσα στην κοινωνία ισοδυναμεί με ανάπτυξη της ζωής των σχέσεων, δηλαδή εκείνη τη ζωή που είναι συνδυασμός των αισθητηρίων και των κινητηρίων οργάνων, μέσω της οποίας εγκαθιδρύεται το σύστημα των σημάτων και των σταθμών που οριοθετείται και αποκρυσταλλώνεται από τις ψηλαφήσεις, την εμπειρία και τη μίμηση.
Μία σύμβαση δεν είναι τίποτε άλλο από εφαρμογή αυτής της τόσο αξιοσημείωτης ιδιότητας. Η γλώσσα είναι μία σύμβαση, όπως και κάθε αντιστοιχία ανάμεσα σε πράξεις και αντιλήψεις δυνάμενη να αντικατασταθεί από μιαν άλλη συνιστά μία σύμβαση σε σχέση με το σύνολο όλων αυτών των δυνατοτήτων.
Ώστόσο, όλες αυτές οι συμβάσεις δεν είναι εξίσου επιτυχείς ούτε εξίσου απλές ούτε εξίσου εύκολο να θεσμοποιηθούν. Αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως είναι μία ομοιόμορφη σύμβαση, δηλαδή όχι διφορούμενη. Είναι αρκετά εύκολο να ικανοποιηθεί αυτή η προϋπόθεση όταν το αντικείμενο της σύμβασης είναι αισθητό, όταν συνδέουμε ένα σημείο με κάτι το υλικό ή με μιαν ιδιότητα του υλικού σώματος ή με μια πράξη. Σε ό,τι αφορά, όμως, τις εσωτερικές καταστάσεις και στα προϊόντα των απλών συμβάσεων που συντίθενται μεταξύ τους, η ομοιομορφία των συμβάσεων είναι σχεδόν πάντοτε αδιανόητη, ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις είναι επίπονη και προβληματική η εγκαθίδρυσή της. Απαιτούνται εξαιρετικές προφυλάξεις και ενίοτε μια απίστευτη λεπτολογία.
Όπως είπα παραπάνω, οι ιδιαίτερες αυτές προφυλάξεις δεν απαντούν και δεν μπορούν να συναπαντηθούν στην πράξη. Η πράξη δέχεται και χειρίζεται ό,τι υπάρχει.
Επομένως, μιά πρακτική, όσο πανάρχαια και όσο βαθιά ριζωμένη κι αν είναι στα πνεύματα ώστε η πλειονότητα να μην μπορεί να την εννοήσει διαφορετικά, τη μόνη δικαίωση την οποία μπορεί να μας παράσχει είναι τα αποτελέσματά της. Μπορεί να δικαιολογηθεί επί τη βάσει των λαμπρών αποτελεσμάτων της, αν συμβεί να αποδειχθεί απογοητευτική στις εξετάσεις στις οποίες την υποβάλλει η νόηση. Αν όλα πάνε κατ' ευχήν, η λογική δεν βαρύνει και πολύ, ο Λόγος κι αυτή ακόμη η πιθανότητα μπορούν να παραβλεφθούν. Το δέντρο αναγνωρίζεται από τους καρπούς του.
Αν όμως οι καρποί είναι πικροί, αν μία πανάρχαια πρακτική δεν έπαυσε να είναι ατυχής, αν οι προβλέψεις που κάνει είναι πάντοτε απογοητευτικές, αν τη βλέπουμε να επαναλαμβάνει με ζωώδες πείσμα τα ίδια πράγματα τα οποία έχουν εκατό φορές καταδικάσει τα γεγονότα, τότε επιτρέπεται να εξετάσουμε το συμβατικό σύστημα, το οποίο είναι υποχρεωτικά ο σύνδεσμος και το ερέθισμα των πράξεών της.
Πηγή: Paul Valéry, ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, Ἐκδόσεις ΡΟΕΣ
Φωτογραφία: https://gr.pinterest.com/
Ἑλλήνων Φῶς