Ἡ ἐποχὴ τοῦ ὕπνου (Μελισσάνθη)

«Ο `Υπνος και ο αδελφός του Θάνατος», πίνακας του Γουίλιαμ Γουότερχαουζ (John William Waterhouse). Πηγή: wikipedia.org

«Ο `Υπνος και ο αδελφός του Θάνατος», πίνακας του Γουίλιαμ Γουότερχαουζ (John William Waterhouse).
Πηγή: wikipedia.org

Σπλαχνικὸς εἶναι ὁ ὕπνος
γιὰ τὴν ἀβέβαιη ὕπαρξή μας,
Γιὰ τὴν ἀδύνατή μας μνήμη
ποὺ δὲν ἀντέχει τὴ μεγάλη ἀγρύπνια
γιὰ τὸ ἄστατό μας χέρι,
γιὰ τὴν ἀπρόσεχτη καρδιά μας,
ποὺ δὲν ἀντέχει τὸ μαχαίρι τῆς Ἀγάπης
ποὺ τὴ βυθομετρά,
ποὺ δὲν ἀντέχει τὴ φωτιὰ τῆς ὕπαρξης!..
Ἀνάμεσα ξύπνου καὶ ὕπνου ὀνειρευόμαστε
ὅλες οἱ μέρες μας νὰ λαμπαδιάσουν
σὲ μιὰ καὶ μόνη φλόγα
ν' ἀναλωθοῦν σὲ μιὰ βαθειὰν ἀνάσα
μέσα στὸ ζωντανὸ πῦρ τοῦ θεοῦ
οἱ τρόμοι μας ὅλοι νὰ γίνουν μία κραυγὴ μεγάλη,
ποὺ μ'αὐτὴ θ' ἀναμετρήσουμε
τὴν ἄβυσσο τῆς Θείας Ἀγάπης
μέσα στὴν ἴδια τὴν καρδιά μας.
Οἱ Ἄγγελοι, ποὺ καθαρὴ φλόγα ἀνασαίνουν,
μᾶς βλέπουν ν' ἀποστρέφουμε τὸ πρόσωπο,
νὰ φεύγουμε τὴ ζωή,
νὰ μὴν μποροῦμε ν' ἀποδιώξουμε τοῦ ὕπνου τὴν κίνηση
ποὺ μας σφαλᾶ τὰ βλέφαρα σὰν ἕνα χέρι,
νὰ σβήνουμε, νὰ διαλυόμαστε σὲ στάχτη
νὰ μᾶς παγώνη ὁ θάνατος
γιατί φοβόμαστε τὴ φλόγα ν' ἀνασάνουμε
φοβόμαστε, δειλιάζουμε ν' ἀδράξουμε
ἀπὸ τὴν κόψη της κάθε στιγμὴ
μὲ τὸ σπαθί της νὰ νικήσουμε τὸ πρόσκαιρο
καὶ βιάζοντας τὴν πύλη τοῦ Καιροῦ
νὰ μεταλάβουμε φωτιὰ ἀρχαγγελική,
χίλιες καμπάνες τὸν ἀντίλαλο νὰ πάρουν
κι ὁ θάνατος σὰν τρομαγμένο νὰ φεύγη πουλὶ
ὁ Κόσμος σὲ μίαν ἀστραπὴ ν' ἀποκαλύψη
στὰ ἔκπληχτα μάτια μας τὸ μυστικό του
μεμιᾶς τὸ νόημά του νὰ φανερωθῆ
σὰν τὴν κρυμμένη φλόγα ἀπ' τὸν ἄνεμο -
μᾶς βλέπουν νὰ δειλιάζουμε, νὰ σκύβουμε στὰ βάθη
ποὺ ἀνοίγει μέσα μας ὁ κεραυνός,
γιατί ἡ ἀγάπη τους μονάχα μᾶς μετρᾶ
μὲ τὴν ἄβυσσο τῆς ἀπελπισίας μας,
γιατί ἡ ἀγάπη τῶν ἀγγέλων οἶκτο δὲν γνωρίζει
κ' ἡ ὄψη τους κόβει σὰν σπαθὶ
τὴ σάρκα μας θανατερὰ πληγώνει,
σὲ τέφρα πέφτει ἡ γήινη καρδιά μας
μὲ τὴν προσέγγιση τῆς μυστικῆς φωτιᾶς,
μὲ τέτοιο τίμημα μᾶς δίδουν τὸ Μεγάλο Δίδαγμα...
Σὲ τοῦτο τὸ μεταξύ,
ἂς παίζουμε μὲ τὶς λέξεις,
ἂς παίζουμε τῆς ὁμιλίας τὸ θεῖο παιγνίδι
ἀνύποπτοι ποιητὲς ποὺ κλέψανε τὸ μυστικὸ
νὰ βλέπουνε καὶ ν' ἀκοῦνε,
ν' ἀγγίζουνε καὶ νὰ γνωρίζουνε τὰ πράγματα,
τὴν εἰκόνα τοῦ Κόσμου ξαναπλάθοντας
μ' ἀστραφτερὲς λέξεις ἂς παίζουμε
καθὼς παιδιὰ μ' ἀθώα χοχλάδια
ποῦ ξεβράστηκαν στ' ἀκροθαλάσσι
μόλις ἀγγίζοντας τὴ μυστικὴ φωτιὰ
μόλις μαντεύοντας τὸν κρύφιο κεραυνό,
μὲ χῶμα ἂς σκεπάζουμε καὶ στάχτη
τὴ φλόγα ποὺ οἱ θνητοὶ ν' ἀγγίσουν δὲν τολμοῦν
δέσμιοι στὸ θάνατο
ἂς ξανοίγουμε τὶς χάρτινες βαρκοῦλες μας
μὲς στὸν ἀστραποβόλο ὠκεανό!..
Οἱ βράχοι, τὰ βουνά, τὰ δέντρα,
τὰ ζῶα, τὰ πουλιά,
ὅλα ἀναπνέουν μὲς στῆς αἰωνιότητας τὴ φλόγα!
Ἂς ζητήσουμε ἄφεση
γιὰ τὸ ψέμμα πού μᾶς τρέφει
κι ἃς προσεγγίσουμε τὴ Θεία Τάξη
τὴν ἐπουράνια Χάρη μὲ τὸ τραγούδι !..



Πηγή: Σταμνί Ποίησης - Myriobiblos

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *