ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ

ΛΥΡΙΚΟ ΕΓΚΩΜΙΟ

...ἡ ὀμορφιὰ ἢ αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς τὸ λέμε δάκρυ
Ο.Ε.

1

Τινάχτηκες ὁλόκληρος μέσα στὸ φῶς
Γιὰ νὰ ἐξυμνήσεις τὴ χαρὰ
Μὰ κιόλας ἔπεσε ξανὰ
Τοῦ αἵματος τὸ παραπέτασμα
Ὑπνος καὶ θάνατος
Κι ἀργὰ τὴ νύχτα μιὰ κραυγὴ
Ποὺ ἀκούγεται σφιχτὴ
Σ' ἕνα ἄλλο ὄνειρο

2

Πιὸ πέρα ἀπὸ τοῦτο τὸ κίτρινο ἄστρο
Μέσα ἀπὸ μιὰν ἀνταύγεια χρυσὴ
Ξεφυτρώνουν δυὸ χέρια
Δεῖχτες ἀλάθητοι τ' οὐρανοῦ
Δυὸ χέρια εὐλύγιστα
Τὰ χέρια σου ποὺ ξετυλίγουν
Τὸ νῆμα τῆς ὀμορφιᾶς
Ἑνὸς ἀθέατου Ἀπριλίου
Μυστηριώδους
Κι ὁ χρόνος σπινθηροβολεῖ
Κι ἕνα ὁλοφώτεινο δάκρυ
Κατρακυλᾶ
Πάνω στὸ μάγουλό μου

3

Ἡ λάμψη σου ἦταν κόκκινη
Ρευστὴ
Ἀναπαυμένη
Στὸ πρόσωπο τὸ νεανικὸ
Τῆς Ἰουλίτας
Ἢ πάνω στὶς ἄφθονες πτυχὲς
Τῆς ἑσθήτας της
Ἴδιο ὑδάτινο ρόδο
Ποὺ ἐπιζητοῦσε νὰ συναθροίσει
Τὶς ἄφθαρτες ὄψεις τῆς ζωῆς
Τὸν σπόρο τοῦ ἀόρατου
Καὶ ἡ ποίησή σου
Ἔναστρη νύχτα καλοκαιρινὴ
Ἕτοιμη πάντα νὰ ἐκραγεῖ
Σὲ μιὰ θεσπέσια μουσική

4

Μιὰ συλλογὴ ἀπὸ ἀμφορεῖς
Πανάρχαιους κρύβει ὁ οὐρανὸς
Ποὺ τώρα σὲ σκεπάζει
Κάτω ἀπὸ βλέφαρα μαβιὰ
Κάποιας Μαρίας - Νεφέλης
Καὶ χαῖτες σκοτεινὲς
Ἀπὸ δυσπρόσιτες αὐγὲς
Καὶ λέξεις μυστικὲς
Μιὰ συλλογὴ ἀπὸ σμάλτινους
Ἀστερισμοὺς τῆς μνήμης

5

Ἐδῶ τὰ χείλη μου ποὺ θὰ ψηλαφίσουν
Τὰ σφραγισμένα μάτια σου
Ἐδῶ τὰ λόγια ποὺ θὰ προφέρω
Ἐδῶ ἡ σκορπισμένη στάχτη
Ἐδῶ τὸ τζάμι τὸ πυρπολημένο
Ἀπὸ τὸ τελευταῖο ἡλιοβασίλεμα
Ἐδῶ τοῦ ἄστρου ἡ εὐωδιὰ
Καὶ ἡ συναυλία τῶν ὑακίνθων
Ἐδῶ κι ἡ μέρα ποὺ ἔνδοξη διαλαλεῖ
Ἀκόμα μιὰ καινούργια γέννηση

6

Τώρα ποὺ ἔχεις ἀποδημήσει
Κι ὅλα λυγίζουν πιὸ θλιβερὰ
Θέλω νὰ ζήσω ἐπιτέλους
Ἀνάλαφρος σὰν τὴ φωτιὰ
Πού ὑψώνεται κατακόρυφα
Μὲ τὸ ἀνυπέρβλητο ἀνάστημά σου
Καὶ νὰ μπορῶ πιὰ νὰ ἐμπιστεύομαι
Κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς μου
Στὸν ἀνεμοστρόβιλο
Στὶς πιὸ ψηλὲς
Σιωπηλὲς κορυφογραμμὲς
Στὰ ἐρημικὰ ξωκκλήσια
Στὰ πιὸ λαμπικαρισμένα πάθη
Ἀγαπῶ τὸν ἴλιγγο τὶς πέτρες
Ὅλες τὶς πέτρες τὶς ὀξώπετρες
Ποὺ τὶς ἀκονίζει τὸ ἀστροπελέκι
Τὶς ρωγμές τους τὶς ἀνεξερεύνητες
Τὴν αὐστηρή τους γεωμετρία
Τοὺς γαλαξίες
Τοὺς μεθησμένους πλανῆτες
Κι ὁλοένα ἀναζητῶ
Στὰ τέσσετα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα
Τὸν ἵππο τὸν λευκὸ
Κι ἐσένα ἀδελφέ μου Ὀδυσσέα
Τὸν ἐστεμμένου του ἀναβάτη

ΤΑΚΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ



Πηγή: «Νέα Εστία» τχ. 1674-1675, 1997
Ἑλληνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *