Λήθη (Λορέντζος Μαβίλης)
Καλότυχοι οἱ νεκροὶ ποὺ λησμονᾶνε
Τὴν πίκρα τῆς ζωῆς. Ὅντας βυθίσῃ
Ὁ ἥλιος καὶ τὸ σούρουπο ἀκλουθήσῃ,
Μὴν τοὺς κλαῖς, ὁ καϋμός σου ὅσος καὶ νἆναι.
Τέτοιαν ὥρα οἱ ψυχὲς διψοῦν καὶ πᾶνε
Στῆς λησμονιᾶς τὴν κρουσταλλένια βρύση·
Μὰ βοῦρκος τὸ νεράκι θὰ μαυρίσῃ,
Ἄ στάξῃ γι' αὐτὲς δάκρυ ὅθε ἀγαπᾶνε.
Κι' ἄν πιοῦν θολὸ νερὸ ξαναθυμοῦνται.
Διαβαίνοντας λιβάδια ἀπὸ ἀσφοδῆλι,
Πόνους παλιούς, ποῦ μέσα τους κοιμοῦνται.
Ἄ δὲ μπορῇς παρὰ νὰ κλαῖς τὸ δεῖλι,
Τοὺς ζωντανοὺς τὰ μάτια σου ἄς θρηνήσουν:
Θέλουν - μὰ δὲ βολεῖ νὰ λησμονήσουν.
ΜΑΗΣ 96
*ΣΗΜ. ΤΟΥ ΕΚΔ. Ἐκτυπώθηκε στὴν «Τέχνη» τοῦ Φλεβάρη 1899.
ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΛΟΡΕΝΤΣΟΥ ΜΑΒΙΛΗ
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ
ΕΚΔΟΤΗΣ: ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΡΓΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ "ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ"
ΑΛΕΞΑΝΤΡΕΙΑ, 1922
Ἀντιγραφή: Ἑλλήνων Φῶς