Σύριζα μέν, ἄκαπνοι δέ
Τό σύνθημα τῆς παραγωγικῆς ἀνασυγκρότησης πού λανσάρει ἡ συριζοανέλ Κυβέρνηση, ὅσο περνάει ὁ καιρός, δείχνει ὅλο καί περισσότερο ἁπλῶς σύνθημα. Δυστυχῶς σέ μιά συγκυρία ὅπου ἡ χώρα ἔχει ἀνάγκη ἀπό μιά ριζική μεταστροφή στήν παραγωγή καί πάταξη τοῦ παρασιτισμοῦ, οἱ ἰθύνοντες πού στελεχώνουν τήν Κυβέρνηση ἀντιπροσωπεύουν – ὡς ἄνθρωποι – τό ἀκριβῶς ἀντίθετο. Κρατικοδίαιτοι, χωρίς ἐμπειρία στήν πραγματική οἰκονομία καί κατοικοεδρεύοντες στό κέντρο τοῦ παρασιτισμοῦ, δηλαδή ἐν Ἀθήναις, στήν καλύτερη τῶν περιπτώσεων διαθέτουν μόνο μιά θεωρητική ἀντίληψη γιά τό τί μπορεῖ νά σημαίνει τό σύνθημα τοῦ Γ. Καραμπελιᾶ πού υἱοθέτησαν. Οἱ ἀριθμοί εἶναι εὔγλωττοι: στά 33 μέλη τοῦ Σύριζα στήν Κυβέρνηση, οἱ 18 εἶναι ἀπό τήν Ἀττική καί οἱ 13 εἶναι καθηγητές Πανεπιστημίου! Ὄχι ὅτι κι αὐτοί δέν χρειάζονται ἀλλά ποιός θά προσφέρει στόν ὅποιον σχεδιασμό μιά ἐμπειρία τῆς ἀγορᾶς, τῆς ὑπαίθρου, τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς κτλ; Κοιτώντας τά βιογραφικά τῶν ὑπουργῶν του, πλήν ἐλαχίστων περιπτώσεων (Βαλαβάνη, Φλαμπουράρης, Σπίρτζης…) ἀδυνατεῖς νά βρεῖς κάποιον πού νά ἔχει βγάλει ἕνα εὐρώ μέ τή δουλειά του στόν ἰδιωτικό τομέα. Ἀκόμα καί στό καθ’ ὕλην ἁρμόδιο ὑπουργεῖο παραγωγικῆς ἀνασυγκρότησης μόνον ὁ Παναγιώτης Σγουρίδης (ἀπό τούς ΑΝΕΛ) ἔχει ἐπαγγελματική ἐπαφή μέ τό ἀντικείμενο!
Ἤδη ἀπό τίς τροχιοδεικτικές κυβερνητικές δηλώσεις φάνηκε ὅτι τό δημοσιοϋπαλληλικό τσιφλίκι πού γιγαντώθηκε στήν μεταπολίτευση πρόκειται νά ἐπιβιώσει. Ὅταν οἱ πρῶτες ἐξαγγελίες τῆς νέας Κυβέρνησης ἀναφέρονται σέ ἐπαναπρόσληψη τῶν …σχολικῶν φυλάκων (ἐπιτομή τοῦ πελατειακοῦ – κηφηνοπαραγωγοῦ κράτους) κι ὄχι σέ προσλήψεις γεωπόνων ἤ νοσηλευτῶν, ὅταν πᾶνε τέσσερεις μῆνες νέας Κυβέρνησης καί δέν ἔχει ἀκουστεῖ κανένα σχέδιο παραγωγικῆς ἀνάταξης (παρά μόνο ἀνασύστασης τῆς …ΕΡΤ), ὅλα δείχνουν πώς ἀκόμη καί στήν ἰδανική περίπτωση πού ἡ διαπραγμάτευση μέ τούς πιστωτές μας τρόπῳ τινά εὐοδωθεῖ, καμμία ἀνάπτυξη δέν θά δοῦμε.
Κακά τά ψέμματα. Μπορεῖ νά φταίει ὁ καπιταλισμός, οἱ πολυεθνικές, οἱ Ἀμερικάνοι, ὁ νεοφιλελευθερισμός, τά Μνημόνια, ἡ Τρόικα ἀλλά φταίει ἐξίσου καί τό εἶδος τοῦ κράτους πού στήσαμε. Ἡ καταλυτική πολιτική τοῦ Πασόκ στά χρόνια τοῦ ‘80 καί ἡ συνέχιση τῆς ἴδιας πολιτικῆς ἀπό τήν ΝΔ πού ἀκολούθησε ἔσβησαν τελικά κάθε παραγωγική ἰκμάδα ἀπό τήν κοινωνία. Ποιός τρελλός θά προτιμοῦσε νά δουλέψει, νά ρισκάρει, νά ἐπενδύσει, ὅταν ἔβλεπε δίπλα του τούς ρεμπεσκέδες τῶν κομματικῶν μηχανισμῶν νά βολεύονται μέ μυθικές ἀπολαβές (μισθούς, συντάξεις, ἀσφάλεια, μίζες…) στόν δημόσιο τομέα; Ἀκόμα καί ὁ δῆθεν ἰδιωτικός τομέας πού «πρόκοβε» ἦταν κατά κανόνα ἐκεῖνος πού συνδεόταν μέ τίς κρατικές προμήθειες καί τά παρακυκλώματά τους*. Στά χρόνια τῆς μεταπολίτευσης ὅλη ἡ χώρα δημοσιοϋπαλληλοποιήθηκε μέ χρήματα, βέβαια, δανεικά καί ἡ μόνη πραγματική ἀνάπτυξη πού εἴδαμε στήν Ἑλλάδα ἦταν ἐκείνη τῆς κατανάλωσης. Σήμερα εἰσπράττουμε τά ἐπίχειρα (καί) ἐκείνης τῆς λεηλασίας, καθώς ἦρθε ὁ λογαριασμός γιά τίς χρυσοτόκες «ἐθελούσιες», γιά τούς 48χρονους συνταξιούχους, γιά τίς οὐρανομήκεις μίζες, γιά τίς ἐξαγορές διορισμῶν καί ὀφφικίων κτλ.
Ἄραγε τί θέση ἔχει ὁ Σύριζα γιά τήν τρομακτική ἀπόσταση πού χωρίζει τόν (ἀκόμη καί σήμερα ὑπαρκτό) δημοσιοϋπαλληλικό παράδεισο μέ τήν κόλαση τοῦ ἰδιωτικοῦ τομέα; Ἀντιλαμβάνεται ἡ Κυβέρνηση ὅτι διατηρώντας τούς πολίτες σέ δύο χωριστές κάστες ὑπονομεύεται καί ἡ τελευταία εὐκαιρία τῆς χώρας – αὐτή τῆς τρέχουσας κρίσης – γιά δημιουργική φυγή πρός τά ἐμπρός; Ἀναγκαία μέν ἡ μέριμνα γιά τήν πληρωμή μισθῶν καί συντάξεων τοῦ Δημοσίου ἀλλά – τή στιγμή πού στραγγαλίζεται ὁ ἰδιωτικός τομέας – ὄχι καί ἱκανή. τί προτίθεται νά κάνει γιά τίς τεράστιες δυνατότητες τοῦ πρωτογενοῦς τομέα, τῆς μεταποίησης, τῶν ἐξαγωγῶν, τῆς ἔρευνας & ἀνάπτυξης κτλ;
Ἡ ἀδυναμία μιᾶς ἀπάντησης στά ἀνωτέρω συνεπάγεται κι ἀδυναμία διαχείρισης καί τῆς κόντρας μέ τούς δανειστές. Σήμερα εἴμαστε προφανῶς ἀνέτοιμοι γιά μιά εὐθεία ἀντιπαράθεση, ὅμως μπορεῖ νά κερδίσει χρόνο ἡ Κυβέρνηση γιά νά ἑτοιμαστοῦμε καταλλήλως. Δέν θέλει ἤ δέν μπορεῖ;
* Τό πέρασμα στήν ἐποχή τῆς μηδενικῆς ἐνοχῆς σημάδεψε ἡ ἱστορική ρήση (1986, γιά τήν ΔΕΗ) τοῦ Ἀνδρέα Παπανδρέου «εἴπαμε νά κάνει ἕνα δωράκι στόν ἑαυτό του ἀλλά ὄχι καί 500 ἑκατομμύρια!»
Πηγή: Αντιφωνητής