Η αλήθεια περί δήθεν αναγνώρισης της "ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ" ΓΛΩΣΣΑΣ το 1977

γραφει ο John D. Pappas

Είναι γνωστό στη δημόσια κοινή γνώμη το κυβερνητικό ψεύδος  ότι (δήθεν) «από το 1977 ... αποδεχτήκαμε την πρόταση της Γιουγκοσλαβίας, να ορισθεί επίσημη γλώσσα η Μακεδονική» (Ν. Κοντζιάς), και συγκεκριμένα ότι (δήθεν)  «το 1977 στο πλαίσιο συνεδρίου του ΟΗΕ η Ελλάδα αναγνώρισε τη “Μακεδονική γλώσσα» (Π. Κουρουμπλής), και μάλιστα ότι (δήθεν) τότε, το 1977, η  Μακεδονική γλώσσα (δήθεν) “αναγνωρίσθηκε” όχι μόνον (δήθεν) από την Ελλάδα αλλά και (δήθεν) από τίς χώρες του ΟΗΕ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, οι οποίες (δήθεν) “έχουν αποδεχτεί την ύπαρξη της μακεδονικής γλώσσας, και επομένως ότι (δήθεν) το “θέμα αυτό έχει κλείσει εδώ και πάνω από 40 χρόνια” (Ν. Σβέρκος, Εφημερίδα των Συντακτών, 31-1-2018).

1. Αποκρυβείσα αλήθεια

Κατ’ αρχάς, το τί πράγματι συνέβη το 1977, στην «3η Διάσκεψη  των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων» (Third United Nations Conference on the Standardization of Geographical Names), που διεξήχθη στην Αθήνα επί 20ήμερο (17 Αυγούστου - 7 Σεπτεμβρίου 1977), το έχει ήδη επισημάνει και προσδιορίσει ο επ. καθηγητής Γλωσσολογίας Γεώργιος Μπαμπινιώτης,1 μεταξύ άλλων επί λέξει ως εξής (Protagon, 1 Ιουνίου 2018):

Μια γρήγορη έστω αναδρομή στα σχετικά Πρακτικά τής Διάσκεψης δείχνει χωρίς καμιά αμφιβολία ότι στη Συνάντηση αυτή συζητήθηκε (ως συνέχεια άλλων προηγηθεισών Διασκέψεων) ως μόνο θέμα και για πολλές χώρες και γλώσσες (Κινεζική, Αραβική, Εβραϊκή, Ινδική, Ασιατικές γλώσσες κ.ά.) πώς θα μεταγραμματίζονται τα τοπωνύμιά τους με λατινικούς χαρακτήρες («romanization») βάσει ενός συστήματος μεταγραμματισμού (transliteration) των γραμμάτων τού αλφαβήτου τους που θα διευκολύνει να διαβάζονται ευρύτερα. [...]   Aυτό που αποφασίστηκε, όπως και με όλες τις άλλες γλώσσες, είναι ο απλός μεταγραμματισμός με λατινικούς χαρακτήρες τής γλώσσας των Σκοπίων και όχι η ονομασία της ως «μακεδονικής γλώσσας»! Στη «σύσταση» περιγράφεται—όπως και για τα αλφάβητα πολλών άλλων γλωσσών—πώς θα αποδίδεται λατινικά κάθε γράμμα τού κυριλλικού αλφαβήτου που χρησιμοποιούν τα Σκόπια «for the romanization of Macedonian geographical names in Yugoslavia». Ας σημειώσουμε εδώ ότι η ίδια η επωνυμία τής σύστασης («Serbo-Croatian and Macedonian Cyrillic alphabets of Yugoslavia») δείχνει και ποιας γλωσσικής οικογενείας γλώσσα είναι η γλώσσα των Σκοπίων (ανήκει στις σλαβικές γλώσσες), γραφόμενη όπως και οι λοιπές γλώσσες τής τότε Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, η Σερβική και η Κροατική, με το σλαβικό κυριλλικό αλφάβητο. Δεν αμφισβητούν δηλαδή ούτε καν οι ίδιοι ότι η γλώσσα τους είναι σλαβική, γι’ αυτό και γράφεται με το σλαβικό αλφάβητο όπως και οι άλλες σλαβικές γλώσσες (Σερβική, Κροατική, Βουλγαρική, Ρωσική, Πολωνική κ.ά.). Κι όμως την αποκαλούν «Μακεδονική»! Το σκεπτικό αυτής τής αναδρομής μπορεί να αποτελέσει, νομίζω, ένα ακόμη επιχείρημα στη φαρέτρα τής ελληνικής διπλωματικής διαπραγμάτευσης ότι η βουλγαροσερβική γλώσσα των Σκοπίων ούτε αναγνωρίστηκε το 1977 ούτε και τώρα μπορεί να επισημοποιηθεί ως «μακεδονική γλώσσα».

Από νομικής απόψεως, εκείνο το αποκαλυπτικό άρθρο τού καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη (1 Ιουνίου 2018) έχει μεγάλη σημασία, διότι δημοσιεύθηκε  δύο και πλέον εβδομάδες πριν την υπογραφή τής διαβόητης «Συμφωνίας των Πρεσπών» (17 Ιουνίου 2018) και επομένως αφαίρεσε a priori από τούς απεργασθέντες εκείνη την «Συμφωνία» οποιοδήποτε άλλοθι ότι (δήθεν) δεν διατελούσαν εν γνώσει των συνεπειών των πράξεών τους. Προς αποφυγή δε οποιασδήποτε παρερμηνείας, ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης επανήλθε μετά από 4 μόλις ημέρες, επίσης πριν την υπογραφή τής «Συμφωνίας των Πρεσπών», με συμπληρωματικό άρθρο του, στο οποίο θέτει τα εξής εύστοχα ερωτήματα (ΤΑ ΝΕΑ, 5 Ιουνίου 2018):

Στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών που έγινε το 1977 στην Αθήνα το θέμα που συζητήθηκε για όλες τις χώρες που δεν χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο (Κίνα, Αραβικές χώρες, Ισραήλ, Ινδία, Ασιατικές χώρες, Ρωσία, Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα, Κύπρο και άλλες) ήταν ένα και μόνο: πώς θα προχωρήσουν οι χώρες αυτές για λόγους τυποποίησης (standardization) των γεωγραφικών ονομάτων τους σε μεταγραμματισμό (transliteration) των γεωγραφικών ονομάτων με λατινικά γράμματα βάσει συστημάτων μεταγραμματισμού που θα πρότειναν οι ίδιες οι χώρες. Πώς λοιπόν μπορεί να συναγάγει κανείς το συμπέρασμα και να αποδεχθεί ότι στη συνάντηση αυτή [δήθεν] αναγνωρίστηκε η γλώσσα των Σκοπίων ως μακεδονική; Επειδή το κυριλλικό αλφάβητο όλων των σλαβικών γλωσσών των χωρών τής Σοβιετικής Ένωσης, των χωρών τής Γιουγκοσλαβίας (τής Σερβίας, τής Κροατίας άρα και τής πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας τής Μακεδονίας) και άλλων σλαβικών χωρών συμφωνήθηκε να μεταγράφεται με λατινικούς χαρακτήρες; Αυτό αποτελεί αποδοχή και αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας» το 1977; Αποτελεί απόφαση τού ελληνικού κράτους επί κυβερνήσεως τότε τού Κωνσταντίνου Καραμανλή; Και αυτή η απόφαση θα λαμβανόταν όχι από επίσημη διπλωματική αντιπροσωπία τής ελληνικής κυβέρνησης; Και, τελικά, αν λαμβανόταν ρητά μια τέτοια απόφαση, δεν θα απαιτείτο ειδική συζήτηση και ψηφοφορία και λοιπές ανάλογες διαδικασίες; Και δεν θα χαλούσε ο κόσμος τότε στην Ελλάδα;... Το πρόβλημα είναι η γλωσσική αδυναμία τού κ. Υπουργού να αντιληφθεί ότι άλλο πράγμα είναι η αναγνώριση μιας γλώσσας με ξένο όνομα (τής Βουλγαροσερβικής των Σκοπίων ως «μακεδονικής»!) και άλλο να δεχθείς τη μεταγραφή από ένα αλφάβητο (το σλαβικό κυριλλικό) σε ένα άλλο (το λατινικό), όπερ συνέβη στη Διάσκεψη τού 1977. Και επίσης ότι άλλο πράγμα είναι πώς ονόμαζαν και ονομάζουν από το 1940 οι Σκοπιανοί τη γλώσσα τους (ψευδώνυμα ως «μακεδονική») και άλλο να την αναγνωρίσουμε εμείς επισήμως με αυτό το όνομα, αποδεχόμενοι έτσι την προϋπόθεση μιας ψευδούς ταυτότητας.

Σε αυτά τα καταιγιστικά επιχειρήματα και ρητορικά ερωτήματα τού καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη—που αφ’ εαυτών μάλλον επαρκούν για να επιληφθεί η Ελληνική Δικαιοσύνη αυτής τής εθνικής υποθέσεως—οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΗΣΑΝ! Δηλαδή δεν ανασκεύασαν τα επιχειρήματα (ρητορικά ερωτήματα) τού καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη, ένα πρός ένα, ρητώς και επισήμως (ήτοι με επίσημη ανακοίνωση τού καθ’ ύλην αρμοδίου υπουργείου, όπωςσυνάδει με μια χρηστή διοίκηση και μια ευρύθμως και ευνόμως λειτουργούσα Πολιτεία). Τί να απαντήσουν άλλωστε;

Απεναντίας μάλιστα, κατά την αμέσως επομένη ημέρα, στις 6 Ιουνίου 2018, επιδεικνύοντες είτε υβριστική2 έπαρση εξουσίας είτε πανικό ενώπιον τής μάλλον αναποδράστου λογοδοσίας τους ενώπιον τής Δικαιοσύνης στο ορατό μέλλον, οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» αυτοπεριορίσθησαν να διαρρεύσουν παρελκυστικώς στα Μ.Μ.Ε. ότι, επί λέξει, “από την πλευρά του κ. Κοτζιά πάντως, κάνουν λόγο για ζήτημα «ερμηνείας» του τι αποφασίστηκε στην διάσκεψη του ΟΗΕ το 1977, και επιμένουν ότι στην έκθεση των Ηνωμένων Εθνών γίνεται αναφορά σε «μακεδονική» γλώσσα και παραδοχή της ύπαρξης «μακεδονικού κυριλλικού αλφαβήτου (Protagon, 6 Ιουνίου 2018). Και κατά τούτο έχουν μάλλον δίκαιο, διότι πράγματι είναι “ζήτημα «ερμηνείας»”, όχι όμως (αυθαιρέτου) «ερμηνείας» από πολιτικούς, αλλά πλέον—μετά την υπογραφή τής «Συμφωνίας των Πρεσπών»—(δικανικής) «ερμηνείας» από τον Φυσικό Δικαστή που ενδεχομένως να ορίσει επί τούτου η Ελληνική Δικαιοσύνη στο εγγύς ίσως μέλλον, υπό το πρίσμα μάλιστα των παρακάτω επιπροσθέτων επιβαρυντικών στοιχείων μείζονος σημασίας (στα οποία ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης προφανώς επιφυλάχθηκε προς το παρόν να αναφερθεί):

1.1. Ρητή ΜΗ-ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ από τον Ο.Η.Ε.

Εις επιβεβαίωση των επισημάνσεων τού καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη από τον ίδιο τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.), αρκεί μια προσεκτική ματιά στους δύο τόμους που εξέδωσε το «Τμήμα Τεχνικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως» τού Ο.Η.Ε. (UN Department of Technical Co-operation for Development), τον μεν πρώτο μετά από δύο χρόνια (1979), τον δε δεύτερο μετά από τέσσερα χρόνια (1981), για εκείνη την Διάσκεψη (1977). Ο πρώτος (κύριος) τόμος, που είναι σχετικά ολιγοσέλιδος (71 σελίδες), με υπότιτλο «Tόμ I. Έκθεση τού Συνεδρίου» (Vol. I. Report of the Conference), εμπεριέχει συναποφάσεις (resolutions) των συνέδρων, ήτοι συστάσεις (recommendations) τού Ο.Η.Ε. προς τις χώρες-μέλη του, τόσον τις (59) χώρες που συμμετείχαν στην Διάσκεψη  όσον και τις (90) υπόλοιπες που δεν συμμετείχαν. Ο δεύτερος (συμπληρωματικός) τόμος, που είναι σχετικά ογκώδης (456 σελίδες), με υπότιτλο «Tόμ II. Τεχνικά Έγγραφα» (Vol. II. Technical Papers), αποτελεί κατ’ ουσίαν τα Πρακτικά τού Συνεδρίου, εμπεριέχων κυρίως έγγραφα που κατέθεσαν στην Προεδρία τού Συνεδρίου οι σύνεδροι—προεδρεύοντος τού Έλληνος Ι. Μαυρίδη—ήτοι πλείστες όσες μονομερείς αναφορές, ενστάσεις, επισημάνσεις κ.τ.λ. τής χώρας (όχι τού Ο.Η.Ε.) εκάστου συνέδρου.

Αυτό που απέκρυψανεν γνώσει οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών», είναι ότι εκείνη η Διάσκεψη τού Ο.Η.Ε. δεν «ανεγνώρισε» κάποια  «Μακεδονική γλώσσα», ούτε καμία άλλη γλώσσα, ούτε κάποια «χώρα, περιφέρεια, πόλη ή περιοχή», όπως π.χ. την τότε «Σοσιαλιστική Δημοκρατία τής Μακεδονίας» (Socialist Republic of Macedonia)—μετέπειτα (1993) επονομασθείσα αλλά όχι ονομασθείσα με το προσωρινό προσωνύμιο και όχι όνομα (appelation, not a name) «f.Y.R.O.M.»—ούτε «ανεγνώρισε» ο Ο.Η.Ε. την πολιτική ή διοικητική «εξουσία» (authorities) σε οποιαδήποτε «χώρα, περιφέρεια, πόλη ή περιοχή», ούτε «οριοθέτηση των συνόρων και ορίων της», ούτε οτιδήποτε άλλο.  Και όχι μόνον o O.H.E. δεν «ανεγνώρισε» τίποτα απολύτως, αλλά μάλιστα ο Ο.Η.Ε. δεν διετύπωσε τότε ούτε καν «κάποια γνώμη, οποιαδήποτε» για οτιδήποτε σε εκείνη τη Διάσκεψη, όπως δηλώνει ο ίδιος ο Ο.Η.Ε. ρητώς, σαφώς, απεριφράστως και εγγράφως στην αρχή εκατέρου τόμου, ήτοι στη «ΣΗΜΕΙΩΣΗ» (ΝΟΤΕ) στην αρχή τού πρώτου τόμου (σελίδα ii), όπως επίσης  και στο «ΠΡΟΟΙΜΙΟ» (PREFACE) στην αρχή τού δεύτερου τόμου (σελίδα iii), επί λέξει ως εξής:

Οι χρησιμοποιούμενοι προσδιορισμοί και η παρουσίαση τού υλικού σε αυτή την έκδοση δεν υποδηλώνουν την διατύπωση κάποιας γνώμης, οποιασδήποτε, από την πλευρά τής Γραμματείας (Secretariat) των Ηνωμένων Εθνών, όσον αφορά στη νομική υπόσταση οποιασδήποτε χώρας, περιφέρειας, πόλεως ή περιοχής, ή τής (πολιτικής-διοικητικής) εξουσίας της, ή όσον αφορά στην οριοθέτηση των συνόρων και ορίων της.

( The designations employed and the presentation of the material in this publication do not imply the expression of any opinionwhatsoever on the part of the Secretariat of the United Nations concerning the legal status of any country, territory, city or area or of its authorities, or concerning the delimitation of its frontiers or boundaries.)

Το μόνο δηλαδή που συνετελέσθη σε εκείνη τη Διάσκεψη, όπως ορθώς επεσήμανε  ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης,ήταν «ένα και μόνο: πώς θα προχωρήσουν οι χώρες αυτές για λόγους τυποποίησης (standardization) των γεωγραφικών ονομάτων τους σε μεταγραμματισμό (transliteration) των γεωγραφικών ονομάτων με λατινικά γράμματα βάσει συστημάτων μεταγραμματισμού που θα πρότειναν οι ίδιες οι χώρες», και όχι η Γραμματεία (Seretariat) τού Ο.Η.Ε.—αφού ρητώς δηλούται στους δύο τόμους ότι  Γραμματεία καθ' εαυτή τού Ο.Η.Ε. δεν διατυπώνει ούτε καν «κάποια γνώμη, οποιαδήποτε». Προς αποφυγή δε αμφισημίας, μεταξύ άλλων, όσον αφορά στον ρόλο τής Γραμματείας (Secreteriat) τού Ο.Η.Ε. στο Συνέδριο, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ τού πρώτου τόμου (ΑΝΕΧ ΙΙΙ, ch. IV, σελίδα 60) ορίζεται ρητώς και σαφώς ότι «ο Εκτελεστικός Γραμματέας τού Συνεδρίου διορισμένος από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών θα ενεργεί υπό αυτή την ιδιότητα σε όλες τις συνόδους τού Συνεδρίου» (Τhe Executive Secretary of the Conference appointed by the Secretary General of the United Nations shall act in that capacity in all meetings of the Conference), ήτοι η μη-διατύπωση ούτε καν «κάποιας γνώμης, οποιασδήποτε», πολλώ δε μάλλον «αναγνώρισης» για οτιδήποτε, στους δύο τόμους τού Συνεδρίου αναφέρεται τόσον στον Εκτελεστικό Γραμματέα τού Συνεδρίου όσον και στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

Το ότι μάλιστα ο ΟΗΕ (είτε δια τού Εκτελεστικού Γραμματέως τού Συνεδρίου είτε δια τού Γενικού Γραμματέως των Ηνωμένων Εθνών) ουδαμού και ουδέποτε «αναγνώρισε» «Μακεδονική γλώσσα» στην Διάσκεψη τού 1977 και έκτοτε, καταδεικνύεται και αποδεικνύεται από το αντικειμενικό και αδιάσειστο γεγονός ότι στο κείμενο τού πρώτου (κύριου) τόμου, την επίσημη Έκθεση τού Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη του 1977, η οποία αφορά σε συναποφάσεις των συνέδρων, το δίγλωσσο λήμμα  «Μακεδονική γλώσσα» είναι παντελώς ανύπαρκτο. Όχι μόνον ο Ο.Η.Ε. (είτε δια τού Εκτελεστικού Γραμματέως τού Συνεδρίου είτε δια τού Γενικού Γραμματέως των Ηνωμένων Εθνών, πολλώ δε μάλλον δια τής Γενικής Συνελεύσεως ή και τού... Συμβουλίου Ασφαλείας τού ΟΗΕ) δεν ανεγνώρισε κάποια γλώσσα ως «Μακεδονική» σε εκείνη την Διάσκεψη, αλλά ούτε κάν «κάποια γνώμη, οποιαδήποτε» διετύπωσε, ούτε καν αναφορά σε τέτοια «Μακεδονική γλώσσα» συμπεριέλαβε, έστω και εν παρόδω, στην μία και μοναδική επίσημη Έκθεση τού Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη, ήτοι στο κείμενο τού πρώτου (κύριου) τόμου της Διάσκεψης!

1.2. «Μακεδονικό Κυριλλικό» αλφάβητο στον α΄ τόμο

Μη υπαρχούσης λοιπόν οποιασδήποτε αναφοράς σε «Μακεδονική γλώσσα», έστω και εν παρόδω, στον α΄ τόμο της διάσκεψης, οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» επικαλέσθηκαν ότι στον α ΄ τόμο αναφέρεται εντούτοις ο όρος «Μακεδονικό Κυριλλικό αλφάβητο» (Macedonian Cyrillic alphabet), στις σελίδες 20 και 29, προκειμένου να συγκαλύψουν ή να «αμβλύνουν» παραπειστικώς το αδιάσειστο γεγονός ότι ο εν δυνάμει επίδικος όρος «Μακεδονική γλώσσα» ουδαμού αναφέρεται. Ούτε καν αναφέρεται, πουθενά στον α΄ τόμο (έστω κατά «διασταλτική» αντιστοίχηση προς το «Μακεδονικό Κυριλλικό αλφάβητο»), ο όρος  «Μακεδονοκυριλλική γλώσσα», ή «Μακεδονο-Κυριλλική γλώσσα», ή έστω «Μακεδονική Κυριλλική γλώσσα».

Δηλαδή η Ελληνική αντιπροσωπεία στην Διάσκεψη του Ο.Η.Ε. το 1977—στην οποία μετείχαν ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης και ο ευπατρίδης ειδήμων επί Μακεδονικών θεμάτων διπλωμάτης Ε. Κωφός—άσκησαν την προσήκουσα επιμέλεια ώστε να μην συμπεριληφθεί στον α΄ τόμο ουδεμία απολύτως αναφορά με ονοματολογικό προσδιορισμό στη «γλώσσα» που η Γιουγκοσλαβία (όχι ο Ο.Η.Ε. όμως) ανεγνώριζε μονομερώς τότε ως ομιλουμένη στο νότιο διοικητικό-ομόσπονδο τμήμα της («Σοσιαλιστική Δημοκρατία τής Μακεδονίας»), δεδομένου ότι «στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών που έγινε το 1977 στην Αθήνα το θέμα που συζητήθηκε για όλες τις χώρες που δεν χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο (Κίνα, Αραβικές χώρες, Ισραήλ, Ινδία, Ασιατικές χώρες, Ρωσία, Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα, Κύπρο και άλλες) ήταν ένα και μόνο: πώς θα προχωρήσουν οι χώρες αυτές για λόγους τυποποίησης (standardization) των γεωγραφικών ονομάτων τους σε μεταγραμματισμό (transliteration) των γεωγραφικών ονομάτων με λατινικά γράμματα βάσει συστημάτων μεταγραμματισμού που θα πρότειναν οι ίδιες οι χώρες», και «δεν αναγνωρίσαμε ποτέ “μακεδονική γλώσσα”», όπως επεσήμανε ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης εγκαίρως (Protagon, 6 Ιουλίου 2018)—εξ ού και η αναφορά στον α΄ τόμο τού Ο.Η.Ε. μόνο σε («Μακεδονικό Κυριλλικό») αλφάβητο, και όχι σε («Μακεδονοκυριλλική», ή «Μακεδονο-Κυριλλική», ή έστω «Μακεδονική Κυριλλική», επ’ ουδενί δε σχέτο  «Μακεδονική») γλώσσα.

Ματαίως δηλαδή οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» ανεζήτησαν, ως (ψευδο)άλλοθι, μία (δήθεν) «αβλεψία» τής Ελληνικής αντιπροσωπείας για να δικαιολογήσουν τα ονοματολογικά «χάλια» τής (τρισ)άθλιας «Συμφωνίας των Πρεσπών», όσον αφορά στα τρία επίμαχα ονόματα που φέρεται να εκχωρεί στη fYROM («Βόρεια Μακεδονία», «Μακεδονική γλώσσα», «Μακεδονική εθνικότητα»). Είναι δε αξιοσημείωτο, ότι κατά την επομένη ημέρα από την ως άνω δεύτερη δημοσίευση-καταπέλτη τού Καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη (ΤΑ ΝΕΑ, 5 Ιουνίου 2018), ένας εκ των απεργασθέντων την «Συμφωνία των Πρεσπών» (Ν. Κοτζιάς) απάντησε επιγραμματικά (σχεδόν «μαθητικά») με παρελκυστικές ψευδολογίες (στο... twitter!) περί δήθεν “αβλεψιών” και δήθεν αποδοχής από την Ελλάδα “να ονομάζεται η γλώσσα των Σκοπίων ως «Μακεδονική»”, επί λέξει ως εξής (Alfavita, 6 Ιουλίου 2018):

Αποδέχτηκαν το 1977 σε συνδιάσκεψη του ΟΗΕ να ονομάζεται η γλώσσα των Σκοπίων ως «Μακεδονική». Από τότε αυτή τέθηκε στον πίνακα των επισήμων γλωσσών του ΟΗΕ όπου παραμένει μέχρι και σήμερα. Αντί να κάνουν αυτοκριτική βρίζουν. Δεν τους φταιει η «αβλεψία» τους αλλά η αποκάλυψή της.

Δηλαδή και μετά τίς αποκαλυπτικές και άκρως διαφωτιστικές δημοσιεύσεις τού καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη, και ένδεκα (11) ημέρες πριν την υπογραφή τής «Συμφωνίας των Πρεσπών», οι απεργασθέντες εκείνη την «Συμφωνία» συνέχισαν αμετανόητοι, χωρίς άλλοθι πλέον, αποδεδειγμένα πλέον εν γνώσει, τις ψευδολογικές και παραπειστικές τους μεθοδεύσεις κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση.

Σε κάθε δε περίπτωση, ο όρος «Μακεδονικό Κυριλλικό αλφάβητο» που αναφέρεται στον α΄ τόμο δεν σχετίζεται με την «Συμφωνία των Πρεσπών», στην οποία η (βουλγαρογενής) γλώσσα των Σλαβοφώνων τής fYROM δεν ονοματοδοτείται ως «Μακεδονοκυριλλική γλώσσα», ή «Μακεδονο-Κυριλλική γλώσσα», ή έστω «Μακεδονική Κυριλλική γλώσσα», κατά στοιχειώδη έστω, αν και μη-ενδεικνυομένη, αντιστοίχηση3 προς τον ως άνω δίγλωσσο προσδιορισμό τού εν λόγω αλφάβητου στον α΄ τόμο τού Συνεδρίου, αλλά αντιθέτως στη «Συμφωνία των Πρεσπών» προσδιορίζεται ρητώς ως (σχέτο) «Μακεδονική γλώσσα» κατά αυθαίρετο προσδιορισμό των απεργασθέντων εκείνη την «Συμφωνία».

1.3. Παραπλανητική επίκληση β΄ τόμου

<em>Παλαιά κυριλλική γραφή</em>

Μη ανευρίσκοντες έρεισμα περί «Μακεδονική γλώσσας» στον α΄ τόμο , στην Έκθεση τού Ο.Η.Ε. (που εμπεριέχει συμπεράσματα και ψηφίσματα των συνέδρων), οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» προσέφυγαν αφρόνως στον β΄ τόμο, στα Πρακτικά της Συνδιάσκεψης (που εμπεριέχει αναγκαστικώς και αμελητί οποιαδήποτε έγγραφα, αναφορές, ενστάσεις, κ.τ.λ., που εκάστη χώρα-σύνεδρος υπέβαλε μονομερώς στην Προεδρία τού Συνεδρίου): Αφρόνως, διότι επικαλούμενοι έγγραφα τέτοιων (ξένων) χωρών—τα οποία απλώς κατετέθησαν στην Προεδρία τού Συνεδρίου, χωρίς ένα έκαστον εξ εκείνων των εγγράφων να παράγει, αφ’ εαυτού, έννομα αποτελέσματα, ούτε να δεσμεύει το σώμα των συνέδρων, πολλώ δε μάλλον τον Ο.Η.Ε. ως παγκόσμιο οργανισμό—οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» κατ’ ουσίαν αναπαρήγαγαν στην Ελλάδα (ωσάν να λειτουργούσαν ως ξενοκίνητη «Πέμπτη Φάλαξ») την ιστορικώς αβάσιμη και ακαδημαϊκώς (γλωσσολογικώς) ανερμάτιστη προπαγάνδα δύο (2) μόνον ξένων χωρών, συγκεκριμένα τής Γιουγκοσλαβίας (σελίδες 66-67 και 143-145 τού β΄ τόμου) και τής Αυστρίας (σελίδες 386-389 τού β΄ τόμου), όπως εμφαίνεται στα παρακάτω ενδεικτικά δημοσιεύματα (ΣΚΑΙ, 6 Ιουνίου 2018, Protagon 6 Ιουνίου 2018 κ.τ.λ.):

Στο κείμενο συμπερασμάτων ο ΟΗΕ «αναγνωρίζει» ότι στην τότε Γιουγκοσλαβία «η λατινοποίηση του σερβοκροατικού και του μακεδονικού κυριλλικού αλφαβήτου χρησιμοποιείται επί καιρό σε επίσημα γεωγραφικά λεξικά και χάρτες». Με βάση αυτή την παραδοχή, «συνιστά» τα συστήματα που αναφέρονται στο παράρτημα του ψηφίσματος «να υιοθετηθούν ως διεθνή συστήματα για τη λατινοποίηση των σερβοκροατικών και μακεδονικών γεωγραφικών ονομασιών στη Γιουγκοσλαβία». Μολονότι στο κείμενο συμπερασμάτων δεν γίνεται ευθεία αναφορά σε «μακεδονική γλώσσα», αυτό φαίνεται να συμβαίνει στα δημοσιευμένα τεχνικά έγγραφα που συνοδεύουν την έκθεση. Συγκεκριμένα, στον κατάλογο των επίσημων γλωσσών που παρουσίασε η Αυστρία, η «μακεδονική» αναγράφεται μαζί με την σερβοκροατική και την σλοβενική ως οι τρεις γλώσσες που ομιλούνταν στην Γιουγκοσλαβία. Ακόμα εκτενέστερη αναφορά σε «μακεδονική γλώσσα» γίνεται στην τεχνική έκθεση που παρουσίασε η ίδια η Γιουγκοσλαβία, η οποία πάντως προωθούσε από την δεκαετία του 1940 την ιδέα τής δικής της «Μακεδονίας».

Παραλείπουν βέβαια (κουτοπονήρως) οι «κύκλοι» των απεργασθέντων την «Συμφωνία των Πρεσπών» να επισημάνουν και να ενημερώσουν επαρκώς τούς δημοσιογράφους, ότι οι δύο (2) αντίστοιχες αναφορές τής Γιουγκοσλαβίας και τής Αυστρίας σε «μακεδονική γλώσσα» («macedonian language», στις σελίδες 145 και 389 αντίστοιχα στον β΄ τόμο) ΔΕΝ υιοθετήθησαν, ούτε ενεκρίθησαν, ούτε καν  εψηφίσθησαν από τούς Συνέδρους, πολλώ δε μάλλον από τον ίδιο τον Ο.Η.Ε. το 1977. Απεναντίας μάλιστα: Παρατηρούμε αμέσως ότι ενώ στον πίνακα τής αλφαβήτου των γλωσσών, τον οποίο υπέβαλε η Γιουγκοσλαβία στην προεδρία τού Συνεδρίου αναγράφεται στον τίτλο τής 2ης στήλης  (Cyrillic script of the Macedonian language standard) ο προσδιορισμός «Μακεδονική γλώσσα» (σελ. 144 τού β΄ τόμου), εντούτοις στον αντίστοιχο πίνακα που συμπεριελήφθη στην επίσημη Έκθεση τού O.H.E. η λέξη «γλώσσα» (language) έχει παραληφθεί (σβησθεί), και απλώς αναγράφεται στον αντίστοιχο τίτλο τής 2ης στήλης  «Cyrillic character - Macedonian»—χωρίς το «γλώσσα» (language)—χωρίς ο Ο.Η.Ε. να προσδιορίζει εάν πρόκειται περί «γλώσσας», «διαλέκτου» ή «ιδιώματος» (σελ. 31 τού α΄ τόμου).

Όλα αυτά, και πολλά άλλα, οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» επέλεξαν δυστυχώς να τα αποκρύψουν ή παρασιωπήσουν ή να τα παρουσιάσουν παραπειστικώς (επιλεκτικώς), με αποτέλεσμα να παραπλανηθούν πολλοί καλόπιστοι δημοσιογράφοι, όπως επίσης και μια σημαντική μειοψηφία τού Ελληνικού λαού (20%) και να διακυβευθούν ενδεχομένως μείζονα εθνικά συμφέροντα (κεφ. 3, παρακάτω).

2. De facto (ψευδο)αναγνώριση!

Δεδομένου, επομένως ότι τόσον η επίκληση τού εν λόγω α΄ τόμου (επίσημη  Έκθεση τού Ο.Η.Ε.), όσον και η επίκληση των εγγράφων τής... Γιουγκοσλαβίας και τής... Αυστρίας στον β΄ τόμο (Τεχνικά έγγραφα των χωρών που συμμετείχαν στην Διάσκεψη, όχι τής Γραμματείας τού Ο.Η.Ε.) απεδείχθησαν ανεπαρκείς για μια στοιχειώδη αιτιολογική έδραση τής «Συμφωνίας των Πρεσπών»—και μάλιστα τώρα «γυρνάνε μπούμερανγκ» εναντίον όλων αυτών που παραπειστικώς τα επεκαλέσθησαν—οι απεργασθέτες εκείνη την «Συμφωνία» επενόησαν το ανόητο (και νομικώς ανυπόστατο) εφεύρημα της… «de facto αναγνώρισης», επειδή έτσι τού είπε ή έγραψε, λέει, μια... υπάλληλος τού Ο.Η.Ε.:

Ο κ. Κοτζιάς υποστηρίζει ότι η ένταξη της «μακεδονικής γλώσσας» στους καταλόγους του ΟΗΕ οδήγησε σε de facto αναγνώρισή της, προσθέτοντας μάλιστα πως η Ελλάδα έθεσε το εν λόγω ζήτημα στον Οργανισμό το 2010 για να λάβει απάντηση πως το θέμα έχει ήδη διευθετηθεί. (Protagon 6 Ιουνίου 2018). Ο Νίκος Κοτζιάς σημείωσε πως το 2010, «όταν καλοί διπλωμάτες έθεσαν για πρώτη φορά το θέμα της γλώσσαςότι δεν μπορεί να μείνει έτσιαπάντησε η γνωστή σε όλους μας και σας κυρία Σπέχαρ [σ.σ. τότε γραμματέας της Νοτιοανατολικής Ευρώπης στον ΟΗΕ]: "Τι ζητάτε τώρα να προσαρμόσουμε τις αλλαγές, 40 χρόνια ουδείς ζήτησε οτιδήποτε". Αυτά υπάρχουν γραπτά». (Εφημερίδα των Συντακτών, 31 Ιανουαρίου 2018).

Τα σχόλια εδώ περιττεύουν προκειμένου, αν μη τι άλλο, το παρόν άρθρο να διατηρήσει κάποια σοβαρότητα, δεδομένου ότι οι διεθνείς διακρατικές και γεωπολιτικές σχέσεις, στο πλαίσιο μάλιστα τού Ο.Η.Ε., ούτε καθορίζονται ούτε εξελίσσονται… «καφενειακώς», από το τί... λέει ό ένας ή ο άλλος... υπάλληλος τού Ο.Η.Ε., όταν μάλιστα ο Γενικός Γραμματέας τού Ο.Η.Ε. έχει τοποθετηθεί ρητώς, σαφώς και εγγράφως επί τού θέματος (υποκεφάλαιο 1.1 ως άνω).

3. Όνομα Ελλήνων είναι μη-εκχωρήσιμο

Το ότι η «Συμφωνία των Πρεσπών» είναι αλυτρωτικώς προβληματική (αν όχι κατά Σάββα Καλεντερίδη «προδοτική»), αναδεικνύεται από την άποψη που σε ανύποπτο χρόνο διετύπωσαν δύο εμβληματικές προσωπικότητες τής Αμερικανικής και τής Παγκόσμιας Ιστορίας, όσον αφορά στην πολιτισμική ονοματολογική κληρονομιά των Ελλήνων: Όπως δημοσιεύθηκε πρόσφατα στα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας επετειακώς (στην 195η επέτειο τού φιλλελληνικού Δόγματος Μονρόε), “σύμφωνα με δύο επιφανείς Προέδρους των Η.Π.Α., τούς James Monroe (1817-1825) και John Quincy Adams (1825-1829), το εθνοαπελευθερωτικό Πρόταγμα τού 1821 και το ιστορικό Όνομα των Ελλήνων, ήτοι η παγκοσμίως και διαχρονικώς απαστράπτουσα πολιτισμική ονοματολογική τους παρακαταθήκη («Ελλάς», «Ιωνία», «Κρήτη», «Κύπρος», «Ήπειρος», «Μακεδονία» κ.ο.κ.), συναποτελούν θεμελιώδεις παράγοντες Εθνικής Ασφαλείας για τούς Έλληνες, διότι “τους προστάτευσαν” από τρομακτικούς “κινδύνους που θα είχαν καταβάλει κάθε άλλον λαό”, και επομένως αυτοί οι παράγοντες (Πρόταγμα και Όνομα) ήσαν μη-διαπραγματεύσιμοι, μη-αμφισβητήσιμοι και μη-εκχωρήσιμοι τότε, στον Αγώνα τής Παλιγγενεσίας, και έκτοτε.” 4

ΕΠΙΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1       Ο Γεώργιος Δ. Μπαμπινιώτης είναι επ. καθηγητής γλωσσολογίας και πρ. Πρύτανης τού ΕΚΠΑ. Διετέλεσε υπουργός Παιδείας το 2012. Την δε 31η Μαΐου 2015, Κυριακή τής Πεντηκοστής, σε πανηγυρική λειτουργική σύναξη εις τον Πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν τού Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τού Τροπαιοφόρου στην Κωσταντινούπολη, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος απένειμε εις τον καθηγητή Μπαμπινιώτη,«το τής Αγίας τού Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας Οφφίκιον τού Άρχοντος Διδασκάλου τού Γένους».
2       Η λέξη υβριστική χρησιμοποιείται ενταύθα εν τη αρχαία της εννοία. Περί τής εννοίας τού μέτρου και των επιπτώσεων τής ύβρεως (ακραία ή ανισόρροπη απόκλιση από το μέτρο) στην πολιτική και γεωπολιτική αρένα, ιδέ: John D. Pappas, “The Concept of Measure and the Criterion of Sustainability,”    The St. John’s Review (Fall 2014: Annapolis, MD, U.S.A.), 56.1 (74-94), κεφ. 1-2, σσ. 74-88.    [έκδ. στην Ελληνική: “H Έννοια τού Μέτρου και το Κριτήριο τής Βιωσιμότητος”]
3       Σημειωτέον ότι οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» διατελούσαν εν γνώσει εναλλακτικών επιλογών—π.χ. «Ιλλυρο-Μακεδονική γλώσσα», αγγλιστί «Illyro-Macedonian language» (F. Velliu 2010), «Νεομακεδονική γλώσσα», αγγλιστί «Neomacedonian language» (J. Pappas 2016), και «Σλαβομακεδονική γλώσσα», αγγλιστί «Slavomacedonian language» (Γ. Μπαμπινιώτης 2018), τής τελευταίας μάλιστα προτάσεως εφαρμοζομένης εδώ και δεκαετίες από την google (ως επιλογή στην εφαρμογή google translate κ.τ.λ.)—αλλά αντιθέτως επέλεξαν να «αγνοήσουν» τόσο μια έστω στοιχειώδη «αντιστοίχηση» τής «Συμφωνίας των Πρεσπών» με τον α΄ τόμο τού Συνεδρίου τού ΟΗΕ στην Αθήνα το  1977 («Μακεδονοκυριλλική γλώσσα» ή «Κυριλλομακεδονική γλώσσα», κατά έστω κάποια στοιχειώδη αντιστοίχηση προς τον όρο «Μακεδονικό Κυριλλικό αλφάβητο»  τού α΄ τόμου), όσον και όλες ανεξαιρέτως τίς ως άνω (και πολλές άλλες) εναλλακτικές επιλογές. Απεναντίας, αντ’ αυτών των πολλών επιλογών, συναπεφάσισαν να μεθοδεύσουν ψευδολογικώς, παραχαράσσοντες εν γνώσει την ιστορία και την γλωσσολογία, και να συνυπογράψουν το  προφανώς αλυτρωτικό «Μακεδονική γλώσσα», με εν δυνάμει χαοτικές επιπτώσεις για τα δύο έθνη, όπως επίσης και για την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.
4       Όλα τα αναγραφόμενα στην παρούσα μονογραφία αποτελούν υποκειμενικές απόψεις και προσωπική γνώμη τού συντάκτη (John D. Pappas) ως συγγραφέως ιστορικού, και διατυπώνονται bona fide στην παρούσα με μοναδικό σκοπό τού συντάκτη να συνδράμει όσους απεργάσθηκαν την «Συμφωνία των Πρεσπών», προκειμένου να ανανήψουν επί τέλους, αντιλαμβανόμενοι και αυτοί ό,τι ήδη διαβλέπει το 80% τού Ελληνικού λαού (είτε ευλόγως είτε διαισθητικώς), ήτοι την χαοτική δυναμική αλυτρωτισμού που ενυπάρχει και υφέρπει στην εν λόγω «Συμφωνία», να προτάξουν το εθνικό συμφέρον και όχι οτιδήποτε άλλο, και να αποστασιοποιηθούν από αυτήν την «Συμφωνία» εγκαίρως, όσο ακόμη υπάρχει καιρός, προς κοινό όφελος των ιδίων και τού έθνους.



Πηγή: Θέματα Ελληνικής Ιστορίας

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *