ΜΙΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΥΨΗΛΑΝΤΟΥ (Μέρος δεύτερο)

ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

Συνέχεια ἀπό ἐδῶ

Τὸν ἐπανεῖδα εἰς τὰ 1820. Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν εἶχα ἀναχωρήσει ἀπὸ τὰ λουτρὰ τοῦ Κάρλσβαδ τῆς Βοημίας, ὅπου προσέρχονται ὅσοι ἔσπευσαν νὰ γλεντήσουν τὴν ζωὴν των βιαστικά, πανταχόθεν τῆς Εὐρώπης, διὰ νὰ εὕρουν διασκεδάσεις ἤ τὴν ὑγείαν. Ἀφοῦ ἐσταμάτησα ὀλίγον εἰς Ἔγκραν μετέβην εἰς Ἀλεξάνδερβαδ τῆς Βαυαρίας, περὶ τῆς τοποθεσίας τῆς ὁποίας εἶχα ἀκούσει πολὺ ἑλκυστικὰς περιγραφάς. Ἔφθασα ἐκεῖ ἕνα ἐαρινὸ βράδυ. Ἔδωκα ὀλίγην προσοχὴν εἰς τὴν σιδηροῦχον πηγὴν τὴν ὁποίαν κατέστησε περίφημον ὁ μαργκράβος Ἀλέξανδρος, καὶ εἰς τὸν πύργον ὅπου οὐδὲν παρελείφθη ἱκανὸν νὰ συντελέσῃ εἰς ἀποτελεσματικὴν τῶν ὑδάτων χρῆσιν. Ζητήσας ἕνα ὁδηγὸν μετέβην εἰς τὸ ὄρος Λουΐζεμβουργκ, τὸ ὁποῖον ἀκριβῶς ἦλθα ν' ἀποθαυμάσω. Γρήγορα βρῆκα μίαν τοποθεσίαν μαγευτικωτάτην, ἕνα φιλοτέχνημα τῆς ἐμπνευσμένης φύσεως. Τεράστιοι ὄγκοι βράχων ριγμένοι ἀκατάστατα ὁ ἕνας ἐπάνω στὸν ἄλλον παρουσιάζουν σύγχυσιν μεγαλειώδη, τὴν ὁποίαν ἡ φαντασία τῶν καλλιτεχνῶν δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἐπινοήσῃ. Ὁ χρόνος ἐρριζωσεν ἐκεῖ μεγάλα δένδρα τὰ ὁποῖα ἔτσι συγκρατοῦν τὸ ὅλον, καὶ ὀργιάζει ποικιλωτάτη βλάστησις ἄλλων φυτῶν, θάμνων καὶ δενδρυλλίων. Βαθμίδες σκαλισμέναι στοὺς βράχους φέρνουν πρὸς σειρὰν σπηλαίων, τὰ ὁποῖα συγκοινωνοῦν μὲ διάδρομον, ὥστε νὰ σχηματίζεται ἕνας ὑπόγειος περίπατος. Ἀμυδρὸν φῶς διεισδύει ἀπὸ τὰς σχισμάδας τῶν βράχων, ἀπὸ τοὺς ὁποίους κρέμονται μικραὶ ρίζαι τῆς ἔξω βλαστήσεως. Τὰ μάτια κουρασμένα εἰς τὸ σκότος ἐπανευρίσκουν μὲ χαρὰν φῶς καθαρὸν καὶ ἀπόψεις φαιδρὰς εἰς εὐρύχωρον ἄνοιγμα, ὅπου ὑψηλὰ πεῦκα σύγχρονα τοῦ στοιβαγμοῦ τῶν βράχων σαλεύουν τὸ σκοτεινόν των φύλλωμα, ὅπου δειλοὶ λαγοὶ ἔρχονται νὰ βοσκήσουν τοὺς θάμνους. Ὁ περιπατητὴς μελαγχολικὸς διευθύνεται πρὸς βράχους κλίνοντας εἰς σχῆμα θόλου, σὰν κανένα σπήλαιον τῶν δακρύων. Μιὰ ἐπιγραφὴ μὲ χρυσᾶ γράμματα ἐπάνω εἰς ἕνα τραπέζι ἀπὸ μαῦρο μάρμαρο γράφει τὰ ἑξῆς συγκινητικά: «Μιὰ ἀπαρηγόρητη ἀδελφὴ πρὸς ἕνα κάτοικον τῶν οὐρανῶν... 13 Αὐγ. 1816. Ἡ Θηρεσία στὴν Λουΐζαν». Ἡ Θηρεσία θρηνεῖ τὴν Λοιΐζαν. Ἡ πριγκήπισσα τοῦ Τοὺρ ντὲ Ταξίς, κόρη τοῦ δουκὸς Καρόλου τοῦ Μεκλεμβούργου-Στρέλιτζ καὶ τῆς Καρολίνας τῆς Ἕσσης Δαρμστάτ, ἦτο ἀδελφὴ τῆς βασιλίσσης τῆς Πρωσίας καὶ μητέρα τῆς πριγκηπίσσης Ἐστερχαζῆ. Αὐτὴ ἵδρυσε τὸ μνημεῖον αὐτὸ τοῦ πύργου. Εἰς ἕνα μεγάλο ἄνοιγμα τοῦ σπηλαίου τούτου ὅπου βασιλεύει ἡ ἡσυχία, φαίνεται μεταξὺ δύο μεγάλων βράχων, σὰν κούνια, τὸ μέρος ὅπου ἡ Λουΐζα ἀγαποῦσε νὰ κάθεται. Καὶ ἐκεῖ μιὰ ἐπιγραφὴ ἐνθυμίζει τὴν συμπαθεστάτην αὐτὴν βασίλισσαν, τῆς ὁποίας τὸ γρήγορο πέρασμα ἀπὸ τὰ βουνὰ αὐτὰ καθὼς καὶ ἀπὸ τὴν ζωὴν δίδει εἰς τὸ μέρος τοῦτο ἕνα ἰσχυρὸν τόνον μελαγχολίας.

Ἀκολουθοῦντες κατήφορον πλάγιον, φθάνομεν ἕρποντες εἰς ἕνα τοῖχον ἀπό βράχους ὁ ὁποῖος ἐφαίνετο ἀνυπέρβλητος, ὅπως τὸ ἀναφέρει ἡ ἐπιγραφή: «μή περαιτέρω - 1794». Μόλις εἰς τὰ 1805 κάποιος ὀλισθήσας εἰς ὄγκον γρανίτου ἀνεκάλυψε τὴν ὑπόγειον διέξοδον ἡ ὁποία ἐχρησίμευεν εἰς τοὺς ἱππότας τοῦ Λουΐζεμβουργκ νὰ κρύπτουν τὰς ἐξόδους των. Ἔγινεν ἀνάγκη νὰ χρησιμοποιηθῇ πυρῖτις διὰ νὰ εὐρυνθῇ ἡ εἴσοδος αὐτὴ ἀπὸ τὴν ὁποίαν μόνον ἕρποντες διέρχονται. Σήμερα φέρει μὲ βαθμίδας ἀθίκτους ἀκόμη ἀπὸ τὸν ἸΓ' αἰῶνα εἰς τὰ ἐρείπια τοῦ φρουρίου τοῦ Λουΐζεμβουργκ. Ἡ φύσις συνειργάσθη μὲ τὴν τέχνην διὰ νὰ τὸ καταστήσῃ ἀπόρθητον. Δι' αὐτὸ οἱ ἱππόται του, βέβαιοι διὰ τὴν ἀτιμωρισίαν των, ἐλήστευσαν τὰ πέριξ διαρκῶς. Σύμφωνοι μὲ τοὺς ἄρχοντας τῶν πέριξ πύργων, προσέβαλλαν τοὺς ταξειδιώτας, διήρπαζαν τὰ μοναστήρια, καὶ ἀπῆγον αἰχμαλώτους ὅσους δὲν ἠμποροῦσαν νὰ πληρώσουν ἀμέσως τὰ λύτρα. Ἐπάνω εἰς τὰ ἐρείπια ἑνὸς πύργου τοῦ φρουρίου κεῖται τώρα ἕνα ἐρημητήριον σκεπασμένον ἀπὸ κλαδιὰ καὶ φέρον εἰς τὴν κορυφήν του τὸν ἐξιλαστήριον σταυρόν.

Ἀπὸ πολλῶ ὡρῶν περιπλανώμην εἰς τὸ ὄρος αὐτό, θαυμάζων τὰς τοποθεσίας, συγκινούμενος μὲ τὰς ἱστορικὰς ἀναμνήσεις τῶν μερῶν καὶ φιλοσοφῶν ἐπὶ τῶν ἔργων τῆς φύσεως καὶ τῶν ἔργων τῶν ἀνθρώπων.

Ὅταν ἔφθασα εἰς τὴν κορυφὴν διακρίνω ἄνδρα ξένον, καθήμενον εἰς τὴν βάσιν τοῦ σταυροῦ, ὁ ὁποῖος χρησιμεύει διὰ τοὺς πέριξ ὡς φάρος.

Ἐφόρει μεγάλον μανδύαν· ἐκράτει βιβλίον ἀνοικτὸν ἐμπρός του, μέσα στὸ ὁποῖον ἔγραφεν, ἀλλ' ὅταν τὸν ἐπλησίασα τὸ ἔκλεισεν ἀποτόμως. Ὁ κρότος τῶν βημάτων μου τὸν ἔκαμε νὰ στρέψῃ τὴν κεφαλήν. Τὸν παρατηρῶ καὶ ἀναγνωρίζω τὸν Ὑψηλάντην! Δὲν τὸν εἶχα ἰδῇ ἀπὸ τὸ Συνέδριον τῆς Βιέννης, ἀλλ' αὐτὰ τὰ πέντε ἔτη πόσον βαθειὲς ρυτίδες ἐχάραξαν στὸ πρόσωπόν του. Δὲν ἦτο πλέον ὁ νέος καὶ λαμπρὸς ἀξιωματικὸς ποὺ ἐθριάμβευεν εἰς τὰς αἰθούσας. Ἡ διαρκὴς καὶ βαθειὰ σκέψις ηὐλάκωσαν τὸ μέτωπόν του καὶ ἐβάθυναν τὰς κόγχας τῶν ματιῶν του. Τὴν ὡραίαν του ὅμως φυσιογνωμίαν ἐξωράισεν ἡ ψυχική του ἔντασις.

Σηκώνεται, μὲ ἀναγνωρίζει καὶ ὁρμᾷ εἰς τὰς ἀγκάλας μου.

- Ἀγαπητέ μου Ἀλέξανδρε, ἀνεφώνησα, ποία τύχη μ' ἔκαμε νὰ σὲ βρῶ; Εὐλογημένη ἡ ἰδέα νὰ κάμω αὐτὴν τὴν ἐκδρομήν, ἡ ὁποία τόσον γενναῖα μὲ ἀνταμείβει διὰ τοὺς κόπους μου. Ἀλλὰ πῶς βρέθηκες στὴν Βαυαρίαν ἐνῶ ἐγὼ σ' ἐνόμιζα εἰς τὴν Πετρούπολιν;

- Τὰ τραύματά μου κατέστησαν ἀναγκαῖον τὸ ταξείδι αὐτὸ εἰς τὸ Κάρλσβαδ. Ὤφειλα ἐξ ἄλλου νὰ συναντήσω μερικοὺς φίλους ποὺ ἦτο ἀνάγκη νὰ ἰδῶ. Δὲν τοὺς εὑρῆκα ἐκεῖ καὶ ἐπωφελούμενος ἀπὸ τὴν ἀργοπορίαν των ἦλθα νὰ ἐπισκεφθῶ τὸ Λουΐζεμβουργκ, τὸ ὁποῖον ὁ βασιλεὺς τῆς Πρωσίας μοῦ ἐξεθείασεν ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ μαγευτικώτερα μέρη τῆς Εὐρώπης... Ἆ φίλε μου, πέντε χρόνια πέρασαν ἀφότου ἤλπιζα νὰ συντρίψω τὰ δεσμὰ τῆς πατρίδος μου καὶ εἰς τὸ διάστημα αὐτὸ ὁ ζυγός της ἔγινε σκληρότερος. Ἀλλά, χάριτι θείᾳ, ἡ στιγμὴ δὲν εἶναι μακράν.

- Τὸ ξεύρω, ἀγαπητὲ μου πρίγκηψ. Περιμένετε μόνον τὴν κατάλληλον στιγμήν. Ἀφῆκα εἰς τὴν Δρέσδην τὴν πριγκήπισσαν Ἑλένην Σουβάρωφ. Ὅπως κ' ἐγώ, γνωρίζει ἄριστα τὰ σχέδιά σας. Δὲν ἐδίστασε νὰ μοῦ πῇ ὅτι χάριν αὐτῶν ἀφῆκες ἀποτόμως τὴν Πετρούπολιν.

- Ναί! ἡ ὥρα τῆς ἀπελευθερώσεως ἐσήμανε διὰ τὴν Ἑλλάδα. Ἀπὸ ὅλας τὰς ἐπαρχίας τῆς σκλάβας αὐτῆς χώρας μᾶς ἔρχονται ἐπικλήσεις. Οἱ φίλοι μου κ' ἐγὼ δέν θὰ μείνωμεν κωφοὶ εἰς αὐτάς. Εἰς τὰς δύο ἡγεμονίας, τὴν Μολδαυίαν καὶ τὴν Βλαχίαν, ἑτοιμάζονται νὰ ὑψώσουν τὴν σημαίαν τῆς ἐπαναστάσεως. Πράκτορες ἀσφαλεῖς διανέμουν προκηρύξεις εἰς τὰς ὁποίας οἱ κάτοικοι ἀπαντοῦν ἀναλαμβάνοντες τὰ ὅπλα. Οἱ βογιάροι δίδουν τὸ παράδειγμα τιθέμενοι ἐπὶ κεφαλῆς τῶν ὑπηκόων των. Μετ' ὀλίγας ἡμέρας θὰ τοὺς ἰδῶ. Ἐκτὸς τῶν ἀφωσιωμένων φίλων οἱ ὁποῖοι συγκεντρώνονται γύρω μου, τολμῶ νὰ πῶ ὅτι ἠμπορῶ νὰ λογαριάζω εἰς τὴν προστασίαν ἰσχυροῦ μονάρχου, φυσικοῦ φίλου τῆς Ἑλλάδος.

- Φοβοῦμαι πὼς δὲν ἐννοῶ, φίλε μου, καὶ ἐπανειρίσκω εἰς τὴν τυφλὴν ἐμπιστοσύνην τὴν ὁποίαν τόσας φορὰς σοῦ ἐμέμφθην. Ἐδῶ, ὅπως καὶ εἰς τὴν Βιέννην, θαυμάζω τὴν θεσπεσίαν γενναιοψυχίαν σας. Καὶ σήμερα ὅπως πρὸ πέντε ἐτῶν, δὲν πιστεύω ὅτι θὰ ἐπιτύχετε. Λέγετε ὅτι λογαριάζετε εἰς τὴν ὑποστήριξιν ἰσχυροῦ μονάρχου. Δὲν ἀρνοῦμαι ὅτι ἐν περιπτώσει ἐπιτυχίας αἱ συμπάθειαι τοῦ Ἀλεξάνδρου θὰ σᾶς ἐπιδαψιλευθοῦν. Ἀλλ' ἐν περιπτώσει ἀποτυχίας...

- Ἐν περιπτώσει ἀποτυχίας, θὰ ἔχωμεν τουλάχιστον ὑπηρετήσει ὑπόθεσιν ἀξίαν τῆς θείας προστασίας, ἄν ὄχι τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἄν πρόκηται νὰ πέσωμεν ὑπὲρ αὐτῆς, τὸ παράδειγμά μας τουλάχιστον θὰ εὕρῃ μιμητὰς διὰ νὰ μᾶς ἀκολουθήσουν καὶ νὰ μᾶς ἐκδικήσουν. Ἀρκεῖ ἡ Ἑλλὰς νὰ ὑψώσῃ τὴν κεφαλήν της ἀνεξάρτητος...

- Μὴν ἀπατᾶσθε. Ὑποθέτω πρὸς στιγμὴν ὅτι ἡ ἐπιτυχία στεφανώνει τοὺς ἀγῶνας σας. Πιστεύετε ὅτι ἡ Ρωσία θὰ ἐπιτρέψῃ ν' ἀπαρτίσετε κράτος ἀνεξάρτητον εἰς τὴν Ἑλλάδα, δηλ. εἰς τὰς ὡραιοτέρας ἐπαρχίας τῆς Τουρκίας; Ἀλλὰ τέλος πάντων ἀνοῖξτε τὰ μάτια πρὸς τὸ παρελθόν. Ἀφότου ὁ Ποτέμκιν ἔδειξεν εἰς τὰ μάτια τῆς Αἰκατερίνας τὴν μαγευτικὴν εἰκόνα τῆς κατακτήσεως τοῦ τουρκικοῦ κράτους, ἡ Κωνσταντινούπολις εἶναι ἡ δευτέρα πρωτεύουσα ἡ ἐνδεδειγμένη τῆς Ρωσίας, τὸ μέλλον ἐξάρτημα τῆς Πετρουπόλεως. Πίστευσέ με. Ὑπὸ τὴν φαινομενικὴν μετριοπάθειαν ἡ ἰδὲα αὐτὴ τῆς ἐπεκτάσεως δὲν ἔπαυσε νὰ καλλιεργῆται ἔκτοτε. Ἡ ρωσικὴ κυβέρνησις εἶναι τώρα κυρία τῆς Πολωνίας. Τὸ πρῶτον αὐτὸ βῆμα τὴν φέρει εἰς ἄλλο. Ποθεῖ τὴν ἡμέραν ποὺ θὰ στήσῃ τὴν σημαίαν της εἰς τὸν θόλον τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἄν, πιστὴ εἰς τὸ σύστημά της τῆς βραδείας ἀποσυνθέσεως καὶ τῆς προϊούσης καταλήψεως, σᾶς ἀφήσῃ ν' ἀποσπάσετε ἀπὸ τὴν Τουρκίαν τοὺς χριστιανικοὺς πληθυσμοὺς τῆς Ἑλλάδος, νὰ εἶσθε βέβαιοι ὅτι θὰ ἔχετε ἐργασθῇ ὄχι διὰ τὴν πατρίδα σας ἀλλὰ διὰ τὴν Ρωσίαν. Ὅταν αὐτὴ θελήσῃ νὰ συντρίψῃ ἤ θὰ ἐγκαταλείψῃ εἰς τὰς δυνάμεις του τὸ τυφλόν της ὄργανον, τὸ ὁποῖον ἀφαίρεσαν μερικοὺς πλίνθους ἀπὸ τὸ κτίριον τῆς ὀθωμανικῆς δυνάμεως, θὰ προετοιμάσῃ ἁπλῶς τὸ μεγαλεῖον τῆς ἀντιζήλου της καὶ τὴν ἐκτέλεσιν τῶν σχεδίων της.

- Εἶσαι πολὺ ἄδικος διὰ τὸν Ἀλέξανδρον καὶ γνωρίζεις πολὺ ὀλίγον τὸν γενναιόφρονα χαρακτῆρα του.

- Αἱ κυβερνήσεις, ἀγαπητέ μου Ὑψηλάντη, ὑπακούουν ὄχι εἰς τὰς ὁρμὰς ἑνὸς ἡγεμόνος, ἀλλ' εἰς τοὺς νόμους μιᾶς πολιτικῆς ἡ ὁποία εἶναι διαγεγραμμένη ἐκ τῶν προτέρων. Ἀπὸ τοῦ Συνεδρίου τῆς Βιέννης αἱ ἰδέαι τοῦ αὐτοκράτορος ἤλλαξαν παραδόξως. Ἀλλ' ὁ Ἀλέξανδρος δὲν θὰ βασιλεύῃ αἰωνίως. Ξεύρεις μετ' αὐτὸν εἰς ποίου χεῖρας θὰ πέσετε καὶ ἄν αἱ μεγάλαι λέξεις «ἐλευθερία», «θρησκεία», «πατρὶς» θὰ ἔχουν πέρασιν εἰς τὸν Κωνσταντῖνον. Ὥστε νὰ δυσπἰστῆτε πρὸς τὴν προστασίαν τῆς Ρωσίας.

- Ἡ σκέψις ὅλων τῶν λαῶν τῆς Εὐρώπης στρέφεται πρὸς τὴν Ἑλλάδα, ὡς πρὸς τὴν κοιτίδα τοῦ ἀρχαίου πολιτισμοῦ, τῆς ποιήσεως καὶ τῆς ἐλευθερίας. Μὴν ἀμφιβάλλετε. Στὴν Γερμανίαν, στὴν Γαλλίαν, στὴν Ἀγγλίαν, γενναῖαι καρδίαι θ' ἀπαντήσουν εἰς τὴν ἐπίκλησίν μας. Ἐκτὸς τοῦ Ἱεροῦ Λόχου ποὺ εἶδες νὰ καταρτίζεται εἰς τὴν Βιέννην, κατὰ τὸ Συνέδριον, δὲν θὰ λείψουν στρατιῶται διὰ τὴν ὡραίαν ὑπόθεσιν. Καὶ τέλος πάντων, ἄν ὁ συνασπισμὸς τυραννικῶν συμφερόντων ἀπεπειρᾶτο νὰ σταματήσῃ τὴν ὁρμὴν τῆς Ἑλλάδος καὶ νὰ τὴν ξαναρρίψῃ στὰ δεσμά της, ἡ κραυγὴ τῶν Ἐθνῶν θὰ ὑψωθῇ νὰ παραλύσῃ τὸν πολιτικὸν αὐτὸν ἐγωισμόν.

- Τὰ ἔθνη θὰ περιορισθοῦν εἰς ἀγόνους εὐχάς. Ἴσως μερικὰ ἄτομα περισσότερον ἐνθουσιώδη θὰ ἑνώσουν τὰς προσπαθείας των μὲ τὰς ἰδικάς σας. Οἱ ἄλλοι θὰ μείνουν θεαταὶ τῆς πάλης. Σήμερα χρειάζονται μεγάλα συμφέροντα διὰ νὰ συνταράξουν τὰς μάζας, κυρίως ὅμως συμφέροντα ἄμεσα καὶ ζωντανά. Τὸ θρησκευτικὸν πάθος ἡμέρα μὲ τὴν ἡμέραν καταπίπτει μὲ τὴν ἐξασθένησιν τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων. Ἡ Ἑλλὰς δὲν συνδέεται, πιστεύω, μὲ τὴν Εὐρώπην παρὰ μόνον διὰ τῆς ἀναμνήσεως.

- Ἆ! τουλάχιστον ἡ ἀνάμνησις αὐτὴ εἶναι ἡ ὡραιοτάτη ἀπ' ὃσας μᾶς ἐκληροδότησεν ἡ ἀρχαιότης.

- Τὸ παραδέχομαι, ἀγαπητέ μου πρίγκηψ, ὅτι προστατευομένη ἀπὸ τὴν αἴγλην τῆς θρησκείας, τοῦ ἀνθρωπισμοῦ, τῶν ἀναμνήσεων, κατορθώνει ἡ Ἑλλὰς νὰ συντρίψῃ τὰ δεσμά της. Ποίαν μορφὴν θὰ δώσετε εἰς τὴν κυβέρνησίν της; Θὰ ζητήσετε νὰ μεταπέσῃ ἀποτόμως ἀπὸ τὰς ἀλύσσεις δουλείας κτηνώδους εἰς τὴν ἐλευθερίαν ἔθνους φωτισμένου; Αὐτὸ θὰ ἦτο πλάνη ἀδύνατος. Θὰ δοκιμάσετε νὰ εἰσαγάγετε εἰς πληθυσμοὺς ἀποκτηνωθέντας ἀπὸ τὴν ἀμάθειαν τὰς ἐγγυήσεις τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ; Προσέξατε τότε διότι αἱ συμπάθειαι τῆς φιλελευθέρας Εὐρώπης θὰ τὸ ἀπαιτήσουν. Παντοῦ καὶ πάντοτε ἐννοεῖ νὰ εἰσάγωνται οἱ κοινοβουλευτικοὶ θεσμοί, ἄνευ τῶν ὁποίων δὲν ἐννοεῖ ἕνα λαὸν ἐλεύθερον. Ἤ θὰ ὑπακούσετε, εἰς τὸ αἴσθημά σας καὶ θὰ δώσετε εἰς τὴν Ἑλλάδα Σύνταγμα, ὁπότε φοβοῦμαι ὅτι ζαλισμένη ἀπὸ τὴν μετάπτωσιν αὐτὴν δύσκολα θὰ προφυλαχθῇ ἀπὸ τὴν κατάχρησιν τῆς ἐλευθερίας της. Ἤ ἀκόμη, δὲν θὰ τὴν καλέσετε ἀμέσως ν' ἀσκήσῃ τὴν ἐλευθερίαν της, ὁπότε θὰ κατηγορηθῆτε ἀπὸ τοὺς ἰδίους σας ὀπαδοὺς ἐπὶ φιλοδοξίᾳ· θὰ ποῦν ὅτι εἰργάσθητε διὰ μόνον τὸν ἑαυτὸν σας. Ποιὸς ξεύρει ποία τότε ἀμοιβὴ σᾶς ἐπιφυλάσσεται. Βλέπεις ἐκεῖ κάτω τὴν πόλιν Βουνσίδελ;

- Τὴν βλέπω.

- Βλέπεις ἀριστερὰ ἐκεῖνο τὸ ἄσπρο σπίτι τριγυρισμένο ἀπὸ λεῦκες;

- Ναί!

- Ἔ! λοιπόν. Εἰς τὸ σπίτι αὐτὸ ἐγεννήθη ἡ Σάνδη, τὴν ὁποίαν πολιτικὸς φανατισμὸς ὥπλισε μὲ ἐγχειρίδιον διὰ νὰ δολοφονήσῃ γέροντα ἀνυπεράσπιστον καὶ νὰ χύσῃ τὸ αἷμα τοῦ Κοτζεβού.

- Μὰ ποία σχέσις ὑπάρχει μεταξὺ ἑνὸς ἀνωφελοῦς ἐγκλήματος καὶ τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Ἑλλάδος;

- Καμμία ἄμεσος σχέσις. Ἀλλ' οἱ νεωτερισμοὶ τοῦ εἴδους τούτου χαρακτηρίζονται πάντοτε ἀπὸ ἐγκλήματα. Πᾶσα ἐπανάστασις ὁδηγεῖ εἰς ἀπογοητεύσεις. Ὑπάρχουν ἄτομα ἐξημμένα τὰ ὁποῖα δὲν θέλουν νὰ λάβουν ὑπ' ὄψιν των τὰς ἀξιώσεις τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς κυβερνήσεως. Καὶ ὅποιος δὲν ἀκολουθεῖ τυφλῶς τὴν γραμμὴν τοῦ τυφλοῦ των πάθους εἶναι εἰς τὰ μάτια των προδότης.

Ἐσταμάτησα εἰς τὰ λόγια αὐτά. Ὁ Ὑψηλάντης πολὺ σκεπτικὸς ἐβημάτιζεν ἐμπρός μου, χωρὶς νὰ μ' ἀπαντᾷ σὰν νὰ τοῦ εἶχε κάμῃ ἐντύπωσιν ἡ ἀλήθεια μιᾶς προρρήσεως ἡ ὁποία μολοντοῦτο δὲν ἐπραγματοποιήθη δι' αὐτόν, ἀλλὰ διὰ τὸν Καποδίστριαν, ὁ ὁποῖος, παρὰ τὰς μεγάλας ὑπηρεσίας ποὺ παρέσχεν εἰς τὴν πατρίδα του ἐδολοφονήθη ἀπὸ τὸν Μαυρομιχάλην. Οὗτος κατέφυγεν εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ φίλου μου Ρινέν, ἀκολούθου τῆς γαλλικῆς ἀποστολῆς εἰς τὸ Συνέδριον τῆς Βιέννης καὶ τότε πρεσβευτοῦ τῆς Γαλλία εἰς τὴν Ἑλλάδα.

Μετά τινας ὅμως στιγμὰς ὁ Ὑψηλάντης ἀνέκραξε:

- Ὅλα τὰ προείδαμεν. Ἐντούτοις διὰ νὰ καθησυχάσω τὴν φιλίαν σου ἔλα μαζί μου εἰς τὸ Κάρλσβαδ. Ἐκεῖ θὰ σοῦ δώσω τεκμήρια ὅτι ὅσον ἡ ὑπόθεσίς μας εἶναι ἱερὰ τόσον καὶ τὸ σχέδιον τῆς ἐπιτυχίας ἔχει μελετηθῇ μὲ πολλὴν φρόνησιν.

- Δὲν ἠμπορῶ, πρίγκηψ. Ὀφείλω ἀπόψε ν' ἀφήσω τὸ Ἀλεξάντερβαδ καὶ τὴν νύκτα νὰ εὑρεθῶ εἰς Βάσυρεθ, ὅπου μὲ περιμένει ὁ πρίγκηψ Εὐγένιος. Ἀλλ' ἄν ἡ συνομιλία μου μαζί σου τελειώσῃ ἀμέσως, ὅπως ὑποθέτω, σοῦ ὑπόσχομαι νὰ μεταβῶ εἰς Βοημίαν αὔριον βράδυ. Ὅπως δήποτε, ὅπου δήποτε καὶ ἄν εὑρεθῶ μὴν ξεχνᾶς ὅτι ἐκεῖ θὰ βρίσκεται ἕνας φίλος σου, καὶ ὅπου βρίσκεσαι σύ, πτερυγίζουν τριγύρω σου αἱ εὐχαί του.

- Ἤμην βέβαιος γι' αὐτό.

Καὶ ἐνηγκαλίσθημεν ἀλλήλους.

Κατηρχόμεθα τὸ ὄρος θαυμάζοντες μαζὶ τὰς ἀπόψεις τῆς καταπληκτικῆς αὐτῆς φύσεως. Ἐκράτουν σφικτὰ τὸν βραχίονά του εἰς τὸ στῆθος μου καὶ ἐβαδίζαμεν θαυμάζοντες. Ἐφοβούμην νὰ διαρρήξω τὴν σιωπήν. Ἤμην τόσον ἀπερροφημένος ἀπὸ ὅ,τι εἶχα ἀκούσει πρὸ μικροῦ καὶ ἐφοβούμην διὰ τὸν φίλον μου, ὥστε ὅ,τι θὰ τοῦ ἔλεγα θὰ ἦτο κρύο ἐμπρὸς εἰς ὅ,τι ᾐσθανόμην. Ἤμην σὰν ταξειδιώτης ποὺ φωνάζει τὸν σύντροφόν του ὁ ὁποῖος εἰς τὸ χεῖλος ἀβύσσου σκύβει διὰ νὰ δρέψῃ ἄνθη, «στάσου!», ὅταν πλέον κατρακυλᾷ ἀπὸ κρημνοῦ εἰς κρημνόν.

Ἐφθάσαμεν εἰς τοὺς πρόποδας τοῦ ὄρους.

Ἤδη ὁ ἥλιος ἐκτύπτετο ὑπὸ τὸν ὁρίζοντα. Τὰ βελάσματα τῶν ποιμνίων, τὸ ἆσμα τῶν ποιμένων, ἀνήγγελαν τὴν λῆξιν τῶν ἐργάσιμων ὡρῶν. Ὁ βοσκὸς τῆς κοιλάδος ἀφύπνιζε τὴν ἠχὼ τοῦ Λοιΐζεμβουργκ μὲ τοὺς ἤχους τῆς φλογέρας του.

- Πρέπει ν' ἀναχωρήσω, μοῦ εἶπεν ὁ Ὑψηλάντης, καὶ νὰ χωρισθῶμεν.

Ἐντούτοις στρεφόμενος μίαν ἀκόμη φορὰν πρὸς τὰς τεραστίας μάζας ποὺ ἀφήκαμεν ἴσως διὰ παντός:

- Βλέπεις, μοῦ εἶπεν, ὅτι καὶ ἀπὸ τὴν μεγίστην ἀταξίαν ἠμπορεῖ νὰ προέλθῃ ὑπερτάτη ἁρμονία; Χιλιάδες χιλιάδων ἐτῶν διέρρευσαν ἀφότου ἡ φύσις εἰς παρατεταμένον σπαραγμὸν ἐξέρασεν ἀπὸ τὰ σπλάγχνα της τοὺς τεραστίους τούτους βράχους. Ἀλλὰ δὲν νομίζεις ὅτι βλέπεις τὸ χέρι τοῦ πανσόφου Δημιουργοῦ νὰ ἐκτείνεται καὶ νὰ προστατεύῃ τὴν ἀνάπαυσιν τῶν συγκεχυμένων τούτων στοιχείων; Ἔτσι καὶ εἰς τὴν ἱστορίαν τῶν λαῶν ἀπὸ τὰς ἐπαναστάσεις ἐκπορεύεται ἡ τάξις.

- Ναί! Τὰ τρομακτικὰ αὐτὰ θεάματα ἐμπνέουν βαθύτατας σκέψεις καὶ αἱ συνταράξεις τῆς φύσεως ὁμοιάζουν πρὸς τὰς ἐξ ἴσου αἰνιγματώδεις συνταράξεις τῶν ἀνθρωπίνων. Πρὸ ὀλίγου ἀκόμη ἡ Εὐρώπη ρακωμένη ἀπὸ τόσα συμφέροντα ἀντικρουόμενα, αἰωρουμένη μεταξὺ ἐλπίδος καὶ φόβου, μεταβληθεῖσα εἰς ἀπέραντον πεδίον σφαγῆς, ἒβλεπε νὰ λυμαίνωνται αὐτὴν ἀπὸ τὸν Κάδικα μέχρι τῆς Μόσχας ὅλαι αἱ μάστιγες τὰς ὁποίας ἡ φιλοδοξία σύρει ὀπίσω της χώρας ἀπογυμνουμένας, πόλεις ἐρειπουμένας, βιομηχανίας παραλυμένας, ἐμπόριον χαλαρωμένον· ὅλαι αἱ πηγαὶ τῆς ζωῆς καὶ τῆς εὐτυχίας ἦσαν προσβεβλημέναι εἰς τὰς ρίζας των. Οἱ λαοὶ ἐπεκαλοῦντο τὴν θείαν Πρόνοιαν καὶ ἡ Πρόνοια ἐφαίνετο κωφεύουσα εἰς τὰς ἐπικλήσεις των. Ἆ! Δὲν τρέμεις λοιπόν, ἀγαπητέ μου Ἀλέξανδρε, ὅταν ἀναλογίζεσαι ὅτι ἕνας σπινθὴρ μόνος χρειάζεται διὰ ν' ἀνάψῃ αὐτὸ τὸ ἡφαίστειον τὸ μισοσβυσμένο καὶ ὅτι κρατεῖς εἰς τὸ χέρι σου τὸν δαυλὸν ποὺ ἠμπορεῖ νὰ μεταδώσῃ τὸ πῦρ;

- Χρειάζονται κρίσεις διὰ νὰ χαλυβδώνωνται αἱ ψυχαὶ τῶν λαῶν. Ἡ στιγμὴ μιᾶς ἀναγεννήσεως, ἴσως δραματικῆς, ἔφθασε διὰ τὴν Ἑλλάδα. Ἔπειτα, θὰ περάσουν αἰῶνες ἐπάνω ἀπὸ τὴν ἀκτινοβόλον πατρίδα μου, καὶ ἄν ἠμπορέσω νὰ συντελέσω νὰ μετάσχῃ τῆς δόξης αὐτῆς ἀπὸ τὴν ὁποίαν τὴν ἀπεκλήρωσαν τόσαι συμφοραί, τουλάχιστον τότε δὲν θ' ἀποθάνω ἐντελῶς... Φαντάζεσαι ὅτι δὲν διαβλέπω τὰς δυσχερείας αἱ ὁποῖαι θ' ἀναφανοῦν; Ἀλλά, φίλε μου, ντυλίγομαι μέσα στὸ θάρρος μου, σὰν μέσα σ' ἕναν μανδύαν καὶ ἀντιμετωπίζω τὴν θύελλαν προχωρῶν ἐμπρός... Μολοντοῦτο, μοῦ εἶπε μετά τινας στιγμὰς σιωπῆς καὶ σφίγγων τὸ χέρι μου μὲ συγκίνησιν, εἶχες δίκαιον νὰ τὸ πῇς: κρίνουν τόσον αὐστηρὰ τὰς πράξεις τῶν ἀνθρώπων, ἡ συκοφαντία εἶναι τόσον δραστηρία διὰ νὰ ἐνσταλλάξῃ τὸ δηλητήριόν της, σὰν τὸ κάρβουνο ποὺ λερώνει ὅ,τι δὲν ἔκαυσε, ὥστε πιθανώτατα νὰ δώσουν κακὴν ἑρμηνείαν εἰς τὰ σχέδιά μου. Ἀλλὰ τότε λογαριάζω σὲ σένα. Δὲν εἶναι ἀλήθεια ὅτι θὰ μὲ ὑπερασπισθῇς ἐναντίον ἀδίκων ἐπιθέσεων; Γνωρίζεις ἀπὸ μακροῦ τὴν καρδιά μου, δὲν θὰ τὴν ἀφήσῃς νὰ κατηγορηθῇ. Οὐδέποτε ταπεινὴ σκέψις, οὐδέποτε φιλοδοξία κουφή μὲ ἐμόλυνε. Δι' αὐτὸ εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τοῦ πατριωτικοῦ μου σχεδίου εἶμαι ἀκλόνητος, frangor, non flector... Ἰδοὺ σοῦ ἐμπιστεύομαι ἕνα χειρόγραφον· περιέχει τὰ κυριώτερα ἐπεισόδια τοῦ βίου μου, περὶ τῆς Ἑταιρείας αὐτῆς ἡ ὁποία συνεστήθη εἰς τὴν Βιέννην καὶ τέλος περὶ τῶν αἰτιῶν τὰ ὁποῖα μὲ ἔφεραν εἰς τὴν σημερινήν μου ἀπόφασιν. Σοῦ τὸ ἐμπιστεύομαι. Θὰ εὕρῃς μαζὶ καὶ ἐπίσημα ἔγγραφα. Ἄν πέσω θὰ σοῦ χρησιμεύσουν νὰ δικαιολογήσῃς τὴν ἁγνότητα τῶν αἰσθημάτων ποὺ μὲ ἐμπνεύουν.

Ἔλαβα τὸν φάκελλον ἀπὸ τὰ χέρια του καὶ ὑπεσχέθην ὅτι δὲν θὰ τὸν χρησιμοποιήσω χωρὶς τὴν ἄδειάν του. Ἐφθάσαμεν εἰς τὴν πύλην τοῦ φρουρίου καὶ ἔπρεπε νὰ χωρισθῶμεν. Ἐνηγκαλίσθην τὸν φίλον μου, καὶ τὸ βλέμμα, ἡ τρέμουσά μου φωνὴ ἔδειξαν βέβαια εἰς αὐτὸν πόσον μὲ πονοῦσε ὁ χωρισμὸς ἐκεῖνος. Ἀλλοίμονον! Ἦτο ἡ τελευταία φορὰ ποὺ τὸν ἔβλεπα.

Προσκληθείς, ὅπως εἶπα, ἀπὸ τὴν Ἑταιρίαν διὰ νὰ διευθύνῃ τὴν ἐπιχείρησιν, τῆς ὁποίας ὁ σκοπὸς ἦτο ἡ χειραφέτησις τῆς Ἑλλάδος, μετάβη εἰς Βεσσαραβίαν τὸν Ἰανουάριον τοῦ 1821. Οἱ φίλοι του τὸν περίμεναν ἐκεῖ. Συνδιεσκέφθη μαζί των περὶ τῶν μέτρων τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ ληφθοῦν. Ἐμύησαν τὸν ὁσποδάρον τῆς Μολδαυίας Μιχαὴλ Σοῦτσον, ὁ ὁποῖος ὑπεσχέθη ὁλόψυχον συμμετοχήν. Ἐν τῷ μεταξὺ τούτῳ ἕνας Βλάχος ὀνομαζόμενος Θεόδωρος Βλαδιμηρέσκου ὕψωσε τὴν σημαίαν τῆς ἐπαναστάσεως εἰς τὸ Βουκουρέστι. Ἀμέσως σχεδὸν συνεκέντρωσε 15 ἕως 16 χιλ. ἀνδρῶν, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον Ἀλβανῶν καὶ Παδούρων ἤτοι στρατιωτῶν Οὕγγρων. Ὁ Ὑψηλάντης ἐσκέφθη νὰ στηριχθῇ ἐπὶ τῶν Βλάχων ἐπαναστατῶν καὶ ἔκρινε καλὸν νὰ ἐπισπεύσῃ τὸ κίνημά του συνεννοούμενος μὲ τὸν Βλαδιμηρέσκου. Ἔφθασε λοιπὸν εἰς τὸ Ἰάσιον ἐπὶ κεφαλῆς 200 Ἑλλήνων, ὁπλισθέντων εἰς τὴν Βεσσαραβίαν, καὶ ἐδημοσίευσε προκήρυξιν εἰς τὴν ὁποίαν ἔλεγεν ὅτι ἦτο πρόδρομος τῶν ρωσικῶν στρατευμάτων. Ἐπεράτωνε δὲ τὴν προκήρυξίν του μὲ τὰ ἑξῆς:

«Ἂν μερικοὶ Τοῦρκοι ἀπηλπισμένοι προέβαιναν εἰς ἐπιδρομὴν κατὰ τῆς χώρας σας, μὴ φοβηθῆτε, διότι μία μεγάλη Δύναμις εἶναι ἑτοίμη νὰ τιμωρήσῃ τὴν θρασύτητά των».

Ὅλοι οἱ τυχοδιῶκται Ἕλληνες(;) καθὼς καὶ πολλοὶ Μολδαυοὶ καὶ Βλάχοι ἡνώθησαν μὲ αὐτόν, ὥστε γρήγορα εὑρέθη ἐπὶ κεφαλῆς 4 χιλ. ἀνδρῶν. Ἡ Μολδαυία κατ' ἀρχὰς καὶ ἔπειτα ἡ Βλαχία ἐκηρύχθησαν ὑπὲρ αὐτοῦ. Ἔτσι ἐνισχυόμενος ἐβάδισεν ἐναντίον τοῦ Βουκουρεστίου.

Ἐντούτοις ἡ προσέγγισις τῶν συντρόφων τοῦ Ὑψηλάντου καὶ τῶν στρατιωτῶν τοῦ Βλαδιμηρέσκου δὲν ἔγινε πολὺ θερμή. Οἱ ἑκατέρωθεν τυχοδιῶκται συνηνώθησαν μᾶλλον διὰ νὰ διασπάσουν καὶ νὰ λεηλατήσουν τὴν χώραν παρὰ χάριν τῆς ἐθνικῆς ὑποθέσεως, καὶ ὁ ἀρχηγός των δὲν ἔπαυσε νὰ ἐνεργῇ ἐν συνεννοήσει μὲ τοὺς Τούρκους. Ὁ Ὑψηλάντης βεβαιωθεὶς ὅτι ἐπρόδιδεν, ἔστειλεν εἰς Πιτένκι, ὅπου εὑρίσκετο, τριακοσίους Ἀλβανοὺς ὑπὸ τὸν Γεωργάκην. Οὖτος κατέλαβε τὸν Θεόδωρον εἰς τὴν σκηνήν του, τὸν συνέλαβε καὶ τὸν ἔφερε δέσμιον εἰς τὸ στρατηγεῖον. Προσαχθεὶς ἐνώπιον στρατοδικείου ὁ προδότης ἀμέσως κατεδικάσθη καὶ ἐτουφεκίσθη. Οἱ πασάδες τοῦ Δουνάβεως συνεκέντρωσαν ἀμέσως τὰς διαθεσίμους των δυνάμεις καὶ ἔστειλαν 20 χιλ. ἀνδρῶν ἐναντίον τοῦ Ὑψηλάντου.

Διὰ στρατηγικῶν κινήσεων εὐστόχων ὁ πρίγκηψ ἀπέφευγε νὰ συγκρουσθῇ, ἕως ὅτου νὰ φθάσῃ εἰς ὀρεινὰ μέρη ὅπου θὰ ἐξουδετέρωνε τὸ τουρκικόν ἱππικόν. Προσεβλήθη ὅμως εἰς Τσέργοβιτς ὑπὸ τῶν Τούρκων. Πρὸς στιγμὴν ἡ νίκη ἔκλινεν ὑπὲρ αὐτοῦ, ἀλλ' ἕνα σῶμα Βλάχων διοικούμενον ὑπὸ τοῦ Καμινάρη Σάββα ηὐτομόλησε πρὸς ἐχθρὸν καὶ αὐτὸ ἠνάγκασε τοὺς ἐπαναστάτας νὰ τραποῦν εἰς φυγήν. Τέλος νέα μάχη συνεκροτήθη εἰς τὸ Δραγατσάνι. Τὴν πρώτην γραμμὴν τῆς μάχης κατεῖχεν ὁ περίφημος Ἱερὸς Λόχος, ἀπὸ νέους ὅλους μέλη τῆς Ἑταιρείας. Κατ' ἀρχὰς ἀπώθησε μὲ τὴν λόγχην μὲ ἡρωικὴν ὁρμὴν τὸ ἐχθρικὸν πεζικόν, ἀλλα καθ' ἥν στιγμὴν τὸ τουρκικὸν ἱππικόν περιέβαλε τὰ πλευρά του, ἕνα σῶμα Ἀλβανῶν καὶ Παδούρων ὑπὸ τὸν Βασίλειον Καραβιὰν ἀντὶ νὰ ὑποστηρίξῃ τοὺς γενναίους Ἕλληνας ἐρρίφθη ἀποτόμως ἐπὶ τῶν ὄπισθεν σωμάτων, τὰ ὁποῖα ἐτράπησαν εἰς φυγὴν ἄτακτον πέραν τοῦ Ὀλτάκ. Ὁ Ἱερὸς Λόχος ἀνάνδρως προδοθεὶς ἐπώλησεν ἀκριβὰ τὴν ζωήν του. Περικυκλωθεὶς καὶ καταντήσας νὰ ἔχῃ 400 ἤ 500 ἄνδρας ἀπώθησεν ἐπανειλημμένως τὰς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθρικοῦ ἱππικοῦ καὶ πεζικοῦ. Ἀλλὰ τέλος καταβληθέντες ἀπὸ τὸ πλῆθος ἔπεσαν μέχρις ἑνὸς ὅπως οἱ πρόγονοί των εἰς τὰς Θερμοπύλας.

Ὁ Ὑψηλάντης βλέπων ὅτι ἡ ἀντίστασης ἦτο πλέον ἀδύνατος ὑπεχώρησε μὲ μερικοὺς ἀρχηγούς. Ἐγκαταλειφθεὶς ἀπὸ τοὺς ἄνδρας του δέν ἔχασε τὸ θάρρος του δὲν ἔχασε τὸ θάρρος του ἀλλὰ διενοήθη νὰ μεταβῇ εἰς τὴν Πελοπόννησον. Τότε ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς ἀνάνδρους συντρόφους του τὴν γνωστήν του καυστικὴν προκήρυξιν.

Ὅταν ὁ Ὑψηλάντης ἤρχισε νὰ στρατολογῇ εἰς τὴν Βεσσαραβίαν ἔγραψεν εἰς τὸν αὐτοκράτορα Ἀλέξανδρον ἐπιστολὴν εἰς τὴν ὁποίαν τοῦ ἐξέθετε τὰ ἐν Ἰασίῳ γεγονότα καὶ ἐπεκαλεῖτο τὴν ἀρωγήν του. Τὴν ἐποχὴν ἐκείνην ὁ τσάρος εὑρίσκετο εἰς Λάυμπαχ. Ἡ εἴδησις τῆς ἐπαναστάσεως διεδόθη ἀμέσως καὶ ἐνεποίησε μεγάλην ἐντύπωσιν εἰς τοὺς πληρεξουσίους οἱ ὁποῖοι ἦσαν συγκεντρωμένοι εἰς τὸ συνέδριον ἐκεῖνο. Κατηγόρησαν λοιπὸν τὴν Ρωσίαν ὅτι ὑπεκίνησεν ἐπανάστασιν ἡ ὁποία ἠμποροῦσε νὰ διαταράξῃ τὴν ἡσυχίαν τῆς Εὐρώπης καὶ ὅτι παρέδωκε τὴν Ἀνατολὴν εἰς τὰς μυστικὰς ἑταιρείας ἀπὸ τὰς ὁποίας προῆλθαν τόσαι συμφοραὶ καὶ ἐγκλήματα. Ὁ τσάρος ὑπερασπίσθη τὰς ἑταιρείας καὶ εἶπεν ὅτι δὲν πρέπει νὰ συγχέωνται μὰ τὰς μυστικὰς συμμορίας αἱ ὁποῖαι δικαίως προεγράφησαν, ἀλλ' ἐβεβαίωσεν ὅτι τὸ κίνημα τοῦ Ὑψηλάντου θεωρεῖ ὡς σύμπτωμα τοῦ ἐξημμένου πνεύματος τῆς ἐποχῆς καθὼς καὶ τῆς πολιτικῆς ἀπειρίας καὶ τῆς ἐλαφρότητος τοῦ πρίγκηπος. Διέταξε τὴν διαγραφὴν αὐτοῦ ἀπὸ τὰ στελέχη τοῦ ρωσικοῦ στρατοῦ, ὁ δὲ Καποδίστριας πιστὸς εἰς τὴν διπρόσωπόν του πολιτικὴν συνέταξε τὸ οὐκάζιον τῆς ἀποκηρύξεως τοῦ κινήματος τοῦ Ὑψηλάντου.

Ἀπὸ τὴν στιγμὴν ἐκείνην ὁ Ὑψηλάντης ἦτο χαμένος. Διὰ νὰ μεταβῇ εἰς Τρανσυλβανίαν διῆλθε τὰ ὄρη Κραπάκ. Συλληφθεὶς ὅμως ἀπὸ τὰς αὐστριακὰς ἀρχὰς ὡδηγήθη εἰς τὸ φρούριον τοῦ Μουγκάτζ. Τὸ φρούριον αὐτὸ εἶχε γνωρίσει διασήμους καὶ ἀτυχεῖς ἄλλας προσωπικότητας. Ὁ πρίγκηψ Ραγότσκη, οἱ κόμητες Τέκελι καὶ Σέρρι διῆλθαν μακρὰ ἔτη αἰχμαλωσίας εἰς αὐτό, θύματα τοῦ ἀτυχοῦς των θάρρους. Ἀλλ' ἐκεῖνοι εἶχαν προσβάλει τὴν Αὐστρίαν ἐνῶ ὁ Ὑψηλάντης προσέβαλε τὸν τύραννον ὅλων τῶν χριστιανῶν.

Ἔμεινεν ἐκεῖ ἐπὶ δυόμισυ ἔτη καὶ κατόπιν ἐπὶ τεσσεράμισυ εἰς τὴν εἱρκτὴν τοῦ Θηρεσίενστατ τῆς Βοημίας. Ὅλαι αἱ προσπάθειαι τῶν φίλων του πρὸς ἀπελευθέρωσίν του ἀπέβησαν μάταιαι. Οὔτε ἠκούσθη κὰν ἡ φωνή των καὶ ἠναγκάσθησαν μάλιστα νὰ μὴ ἐπεμβαίνουν διὰ νὰ μὴ ἐπιδεινώνεται ἡ θέσις του. Ηὐκαίρησε τότε ὁ Ὑψηλάντης νὰ πεισθῇ ὅτι εἰς τὴν πολιτικὴν ἡ δυστυχία κάμνει τοὺς ἐγκληματίας. Ὅταν ἐπὶ τέλους αἱ Μεγάλαι Δυνάμεις ἀπεφάσισαν νὰ σταματήσουν τὴν αἱματοχυσίαν τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς ἤ διὰ παραστάσεων ἢ καὶ διὰ τῶν ὅπλων, ὁ αὐτοκράτωρ Νικόλαος ἐζήτησε τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ Ὑψηλάντου. Παρεχωρήθη ὑπὸ τὸν αὐστηρὸν ὅρον ὅτι δὲν θὰ ἐξήρχετο ἀπὸ τὰ αὐστιακὰ σύνορα. Ἐπομένως ὡρίσθη εἰς τὴν διαμονὴ εἰς τὴν Βερώνην. Ἀλλοίμονον! ἡ αὐστριακὴ ἐπιείκεια ἦλθε πολὺ ἀργά.

Ἑπταετὴς ἀγωνία σωματικὴ καὶ ψυχικὴ εἶχεν ὑποσκάψει τὴν ὑγείαν του καὶ προσέβαλε τὴν ἕδραν τῆς ζωῆς. Διερχόμενος ἀπὸ τὴν Βιέννην διὰ νὰ μεταβῇ εἰς τὴν Ἰταλίαν ἔπεσε κλινήρης καὶ κατόπιν ὀδυνηροτάτης ἀσθενείας διμήνου, τὴν 31 Ἰανουαρίου 1828, μόλις 36 ἐτῶν, ἀπέθανεν εἰς τὰς ἀγκάλας τῆς πριγκηπίσσης Ρ...κα. Ἡ εὐγενὴς αὐτὴ Κυρία τὸν ἐκήδευσεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου Στεφάνου μὲ τὴν ὀφειλομένην εἰς τὴν περιωπήν του καὶ εἰς τὴν ὑπόληψιν ποὺ ἀπέκτησε διὰ τὸν ἐνθουσιασμὸν του καὶ τὰς ἀτυχίας του τιμήν.

Ἀπέθανε λοιπὸν εἰς τὴν Βιέννην, ἡ ὁποία πρὸ 13 ἐτῶν ὑπῆρξε τὸ λῖκνον τῶν ἐλπίδων του διὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τῆς Ἑλλάδος Τὸ ὄνειρον ἔληξεν ἐκεῖ ὅπου εἶχεν ἀρχίσει. Εἶναι καθῆκον τώρα τῶν φίλων του νὰ ἐκδικήσουν τὴν μνήμην του καὶ ν' ἀποκαλύψουν τὴν καταχθόνιον πολιτικὴν τῆς ὁποίας ἔπεσε θῦμα.

Ὑπάρχει τις τὸν ὁποῖον ἡ κοινὴ γνώμη καταγγέλει διὰ τὸν ἠθικὸν φόνον τοῦ Ὑψηλάντου: ἀλλ' ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπέθανε. Εἴθε ὁ τάφος νὰ προστατεύσῃ τὴν μνήμην του (ὁ Καποδίστριας!). Αὐτὸς ἀρχομένης τῆς ἐπαναστάσεως ἠρνήθη νὰ ἔλθῃ νὰ πολεμήσῃ μὲ τοὺς ἑταίρους. Αὐτὸς ἀφῆκε τὸν Ὑψηλάντην ν' ἀναλάβῃ τὴν ἐπικίνδυνον ἐπιχείρησιν καὶ αὐτὸς βραδύτερον συνέλεξε τοὺς καρποὺς ἐπαναστάσεως, τῆς ὁποίας ἄλλοι ἤναψαν τὰς πρώτας φλόγας. Ἀλλ' ὅτι εἶχα πῇ εἰς τὸν Ὑψηλάντη συνέβη. Αἱ ἐπαναστάσεις δὲν συγχωροῦν. Ἔχουν τοῦτο τὸ τρομερὸν ὅτι γεννώμεναι ἀπὸ ἔκνομον κίνησιν, προϊόντα τῆς ἐξάψεως, εἶναι πάντοτε ἕτοιμαι νὰ συντρίψουν τὸν ἀρχηγόν των μόλις δοκιμάσῃ νὰ δώσῃ εἰς τὴν ἀρχήν του τὴν ἀπαραίτητον δύναμιν. Τεθεὶς ἐπὶ κεφαλῆς τῆς ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ὁ Καποδίστριας ἠθέλησε νὰ μετριάσῃ τὴν ἐξέλιξιν, ἀλλὰ τὸ τέλος του ὑπήρξε τραγικώτερον τοῦ τέλους τοῦ Ὑψηλάντου.

Ἡ συκοφαντία ἡ ὁποία ἐξαφανίζεται ὅταν ἀποθάνῃ ἄνθρωπος ἄσημος, μένει ὀρθία ἐπάνω εἰς τὸν τάφον τῶν διασήμων ἀνθρώπων. Ἀσχολεῖται ἀκόμη καὶ μὲτ' αἰῶνας ν' ἀνασκαλεύῃ τὴν σποδὸν μὲ τὸ ἐγχειρίδιόν της. Καὶ ὁ Ὑψηλάντης ὑπῆρξε θῦμα της. Παρεμόρφωσαν τὰς προθέσεις του, ἔθεσαν ἐν ἀμφιβόλῳ τὸ θάρρος του, τὸν πατριωρισμόν του. Ὑπακούοντα εἰς τὴν φωνὴν τῆς ἐμπαθείας τὰ κόμματα δὲν ὤκνησαν νὰ ρίψουν τὸ γελοῖον ἐπὶ τοῦ ἀτυχοῦς νέου τοῦ ὁποίου ἐντούτοις τὰ βάσανα ἐτόνωσαν τὴν λάμψιν τῆς εὐγενοῦς καὶ εὐσεβοῦς ὑποθέσεως. Ἀλλ' ὁ Ὑψηλάντης ὑπῆρξεν ἄξιος νὰ ἔχῃ ὑπερασπιστὰς ὅσους εἶχε φίλους.

Θεματοφύλαξ τῶν ὀνείρων του εἰς Πετρούπολιν, εἰς Βιέννην, εἰς Λουΐζεμβουργκ, πεπεισμένος διὰ τὴν ἀγνότητα τῶν πατριωτικῶν του πόθων, ἠθέλησα μὲ περιφανὲς τεκμήριον νὰ ἱκανοποιήσω τὴν μνήμην του ἐναντίον τῶν μομφῶν καὶ τῶν μυσαρῶν ὑπαινιγμῶν μὲ τοὺς ὁποίους ἐπεζητήθη νὰ ἐπισκιασθῇ ἡ δόξα του. Προσεπάθησα νὰ ὑψώσω τουλάχιστον τὴν φωνήν, εὐτυχὴς ἄν τὸν ἔδειξα ὁποῖος πράγματι ἦτο, ἕνας στρατιώτης θυσιάζων τὴν ἡσυχίαν του, τὴν περιουσίαν του, τὸ μέλλον του εἰς τὸν θρησκευτικὸν καὶ πατριωτικὸν του ἐνθουσιασμόν, ἄξιος νὰ θαυμάζεται ἀπὸ τὸ ἥμισυ τοῦ κόσμου καὶ νὰ τύχῃ τοῦ εὐλαβοῦς οἴκτου τοῦ ἄλλου ἡμίσεος. Ἀλλὰ ἀργὰ ἤ γρήγορα τὸ θάρρος καὶ ἡ δυστυχία ἀνακτοῦν τὰ δικαιώματά των. Ἡ ἡμέρα τῆς ἠθικῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ Ὑψηλάντου δὲν ἠμπορεῖ ν' ἀργήσῃ. Ἤδη ἡ κακοβουλία καὶ τὸ μῖσος ἤρχισαν νὰ λοφάζουν, ἤδη ἤρχισεν ἡ ἀθανασία δι' αὐτόν.

Ὁ Ὑψηλάντης ἔλαμψε καὶ ἐξηφανίσθη ὡς μετέωρον φωτεινὸν διασχίσαν θυελλώδη οὐρανόν. Ἀλλὰ τὸ παραδειγμά του ὅσον μεγαλειῶδες καὶ ἔνδοξον καὶ ἄν ὑπῆρξε δὲν εἶναι ἄξιον συχνῆς μιμήσεως. Προϊὸν ὑπερβολικὰ γενναιόψυχου ἰδιοσυγκρασίας τὸ ἐξημμένον του πνεῦμα παρέχει τρομερὸν δίδαγμα εἰς τὰς εὐγενεῖς ψυχὰς αἱ ὁποῖαι βλέπουν μόνον τὸν σκοπὸν χωρὶς νὰ βλέπουν καὶ τὰς δυσχερείας τοῦ δρόμου».



Πηγή: Ανέμη - Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών
Ἀντιγραφή: Ἑλλήνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *