Μοῖρα.

trees-eagle

«Ἀνάγκη στῆναι
εἰς τὴν ἔρευναν τῶν αἰτίων»

Ἡ συνείδηση τῶν δεσμῶν μου, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀνάγκης, που πάντα παραμονεύει γύρω μου γιὰ νὰ μὲ περιορίση, μὲ λυτρώνει ἀπὸ τὸ βάρος τῶν δεσμῶν καὶ τῆς ἀνάγκης καὶ ἔτσι μοῦ δίνει καὶ νοιώθω ἕνα αἴσθημα ἐλευθερίας, τὸ αἴσθημα τῆς φωτεινῆς γαλήνης μετὰ τὴν ἔκφραση. Ὄχι πως ἀλήθεια ὑποτάζομαι θεληματικὰ στὴν ἀνάγκη που μὲ σφίγγει, ἀλλὰ ὁ γνωρισμός μου μὲ τὰ ἰσόβια δεσμά μου μὲ κάνει καὶ αἰσθάνομαι σὰ νὰ ὑποτάζωμαι θεληματικὰ (ὁ ποινικὸς νόμος το λέει "ἐν γνώσει καὶ ἐκ προθέσεως"), γιατὶ μοῦ ἀφαιρεῖ ἔστω καὶ προσωρινά, τὴν ὁρμὴ τοῦ ἐπαναστατήματος ἐνάντιά της. Αἰσθάνομαι σὰ νὰ μὴν ταιριάζη κανένας σηκωμός, καμιὰ ταραχὴ νὰ μὴ φανερώνεται πιὰ μέσα μου, ἅμα νοιώσω καθαρὰ τὴν ἀνάγκη ποὺ μοῦ χαράζει σύνορα τριγύρω στὸ εἶναι μου. Καὶ ὅμως συχνὰ ξαναξεχνῶ τὴν ἀναγκαιότητα τῶν δεσμῶν καὶ ξανασηκώνομαι καὶ ξαναταράζομαι, λέγοντας γιὰ δικαιολογία λογικὴ ἔπειτα πὼς δὲν μπορεῖ νὰ ξέρη ποτὲ ἀκριβῶς ἡ συνείδησή μου ποιὰ εἶναι τὰ σύνορά μου.

Τὰ σύνορά μου αὐτά, τὰ συνειδητὰ κατὰ προσέγγιση, δὲ μ' ἐμποδίζουν ὡστόσο νὰ φυτρώσω ὅσο γίνεται, νὰ ὑψωθῶ ὅσο μοῦ εἶναι δοσμένο, νὰ ξεκλαρίσω τὰ κλαριὰ τοῦ παρθένου δάσους ποὺ εἶναι ὁ κόσμος, νὰ ἀνθίσω, νὰ καρπίσω νὰ καλλιεργήσω τὸ ἀκατάστατο, περιφραγμένο περιβόλι, που εἶναι ὁ ἑαυτός μου, νὰ ξελαγαρίσω τὰ θολὰ νερὰ τῆς κάθε λιμνοθάλασσας, που εἶναι καὶ αὐτὰ μέσα μου, γιὰ νὰ ἰδῶ, νὰ ζητήσω τὴ γνώση, νὰ διαπεράσω τὰ φαινόμενα μὲ τὸ μάτι μου, νὰ ξαναδημιουργήσω, τέλος, ἐλεύθερα τὸν κόσμο, ὅπως μπορῶ, δηλαδὴ νὰ πλάσω ἐγὼ ἕναν κόσμο, τὸν κόσμο μου.

Ἡ μοῖρα μου δὲν εἶναι ἀπ' ἔξω μου, ξένη δύναμη ποὺ μὲ περιορίζει· βρίσκεται μέσα μου ριζωμένη, χωμένη σ' ὅλα μου τὰ μέλη, στοὺς ἱστοὺς, στὰ ἀγγεῖα, ρέει μὲ τὸ αἷμα στὶς φλέβες καὶ ἀρτηρίες μου, διαχύνεται ὥς καὶ στὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς μου. Εἶναι ὁ χαρακτῆρας μου, ἡ ἰδιοσυγκρασία μου, ἡ δυναμικὴ μορφή μου, ὁ ρυθμός μου. Μὲ ὁρίζει βέβαια πάντα καὶ κάνει νὰ μὴν εἶμαι ἀπεριόριστος οὔτε παντοδύναμος ἢ παντογνώστης, ὅπως θὰ τὸ εὐχόμουν. Ἀλλά, ἀναγνωρίζοντάς την σὰν ἀνάγκη, εἶναι σὰ νὰ τὴ συγκεντρώνω καὶ μὲ τὴ δύναμή της, ὅσην ἔχει, νὰ ὁδηγῶ τὸν ἐαυτό μου μέσα στὴ ζωὴ πρὸς τὸ ἄνθισμά μου. Ἡ συνείδησή μου θαρρεῖ πως αὐτὴ ἡ ἴδια βαστᾶ τὸ δοιάκι τοῦ τιμονιοῦ, ἐνῶ τὸ κρατᾶ ἡ μοῖρα μου.

Δὲ λέω ἔχω τύχη ἢ δὲν ἔχω τύχη, εἶμαι ἢ δὲν εἶμαι τυχερός. Τύχη μου ἢ γραφτό μου εἶναι ἡ μοῖρα μου καί, αὐτή, τὴν ἔχω μέσα μου σὰ δύναμη καὶ σὰν ἀδυναμία. Ἀρματωμένη μὲ τὴν πανοπλία της δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ κανέναν ξένο καὶ ἀπὸ τίποτε ἐξωτερικό, συμμαχικὸ ἢ ἐχθρικό. Αὐτὴ ὁρίζει τὰ τυχερὰ καὶ τὰ μὴ τυχερά, ὑποτάζει τὶς ἀναποδιές, τὰ ἐμπόδια καὶ τοὺς ἐχθρούς. Ἀφοῦ μὲ ὑποτάζει ἐμένα ὁλόκληρο, πῶς νὰ μὴν ὑποτάζη καὶ ὅλα τὰ ἄλλα; Μὲ τὸ νὰ γίνομαι συνειδητὰ ὑποταχτικὸς τῆς μοίρας, που ρέει μέσα στὸ αἷμα καὶ στοὺς ἱστούς μου, αὐτοκυριαρχῶ, παίρνω τὸ δρόμο μου σταθερὰ καὶ βάζω ἕνα σκοπὸ καὶ συνειδητὸ στὴ ζωή μου, ποὺ εἶναι ἄσκοπη, ὄχι ὅμως καὶ χωρὶς προορισμό. Προορισμὸς τῆς ζωῆς μου εἶναι ἡ ἴδια μου ἡ ζωή, τὸ νὰ ζήσω, νὰ νικῶ ὁλοένα τοὺς ἐχθρούς της καὶ νὰ ὑψώνομαι πρὸς τὸ ὅσο γίνεται τελειότερο ἄνθισμά της. Τὸ θέλει ἡ ἴδια ἡ ζωή μου αὐτό, τὸ θέλει ἡ μοῖρα μου αὐτό, ὅσο ἄσκοπο καὶ νὰ εἶναι, τὸ θέλει καὶ ἡ συνείδησή μου, ἀφότου καὶ ὅσες φορὲς γνωρίζει τὴ μοῖρα μου. Καὶ ἔτσι, ὅ,τι καὶ ἂν μοῦ τύχη, ὅ,τι καὶ ἂν ἀνταμώσω στὸ δρόμο, δὲν ἔχει καμιὰ σημασία· ἂν εἶναι σύμμαχος, τὸν παίρνω, ἂν ἐχθρός, τὸν χτυπῶ. Ἡ τύχη δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὴ μοῖρα μου, οὔτε τὴν ἀλλάζει οὔτε τὴν ἐπηρεάζει. Ἀλλὰ καὶ ὁ σκοπός, ποὺ διάλεξα συνειδητὰ νὰ βάλω στὴ ζωή μου, μὲ τὸ νὰ εἶναι ἀναγκαστικὰ συμμορφωμένος μὲ τὴ μοῖρα μου δὲν μπορεῖ νὰ ἀλλάξη τὴ μοῖρα μου. Ἡ ζήτηση τῆς γνώσης δὲν ἐπηρεάζει τὸ χαρακτῆρα μου. Καὶ ἔτσι καὶ τὸ σκοπό τῆς ζωῆς μου τὸν ἔχει προορισμένο, ἀλήθεια, πρὶν τὸν διαλέξω συνειδητὰ καὶ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὰ ἄν ἔχω ἢ δὲν ἔχω διαλέξει ἕνα σκοπό, ἡ μοῖρα μου.

Ἀντίθετά της δὲ μπορῶ νὰ πάω. Νὰ τῆς ξεφύγω δὲν μπορῶ. Νά, ἡ σκλαβιά μου.

Συνείδησή της ὁλοκληρωτικὴ δὲν μπορῶ νὰ ἔχω γιὰ νὰ λυτρωθῶ. Τὰ σύνορα τοῦ δυνατοῦ γιὰ μένα, δὲν τὰ ξέρω ἀκριβῶς. Ἀλλὰ, καὶ ἂν τὰ ἤξερα, δὲ θὰ δυνόμουν νὰ τὰ ξεφύγω.

Αὐτὴ ἡ μισοάγνοια καὶ μισογνώση μοῦ δίνει θάρρος καὶ ὄρεξη γιὰ νὰ δοκιμάσω ὅλα. Νά, ἡ ἐλευθερία μου.

Δοκιμάζοντας ὅλα χτυπῶ συχνὰ στοὺς τοίχους τοῦ ἀδυνάτου καὶ τότε λαβαίνω καθαρώτερα κάποια συνείδηση ἀπὸ σύνορα καὶ ὑποτάζομαι πάλι στὴν ἀνάγκη γαληνεύοντας. Ἀλλὰ πάλι θὰ δοκιμάσω. Πάντα μου θὰ ὑπάρχει κάποια terra incognita ποὺ θὰ πασκίζω νὰ τὴ γνωρίσω.

Σ μ ί γ ο υ ν  μ έ σ α  μ ο υ  ἡ  σ κ λ α β ι ὰ  κ α ὶ  ἡ  ἐ λ ε υ θ ε ρ ί α.  Δ η μ ι ο υ ρ γ ῶ  τ ὸ ν  κ ό σ μ ο  μ ο υ  ἐ λ ε ύ θ ε ρ α,  ὅ π ω ς  μ π ο ρ ῶ.


Πηγή: ΑΠΑΝΤΑ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ - ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ, ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ
Φωτογραφία: https://gr.pinterest.com/

Ἑλλήνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *