Πιθήκων διάλογος
Μια θαυμάσια μέρα βρέθηκα στο Ζωολογικό Κήπο και ο δρόμος με έφερε μπροστά σ΄αυτά τα δύο χαριτωμένα πλασματάκια. Σήκωσα τη φωτογραφική μηχανή και έκπληκτος, άκουσα τον ακόλουθο διάλογο. Σας τον μεταφέρω και συγχωρήστε τις όποιες ατέλειες της γραφής. Ηταν η πρώτη φορά που ο παλαιϊκός μου φακός κατέγραφε σε φίλμ αυτά που άκουγε. Θα ήταν καλύτερα με μια ψηφιακή αλλά ...
« Tους βλέπεις αυτούς; Την άλλη φορά θα είμαστε εμείς απ΄εξω και αυτοί θα είναι μέσα».
«Μα, άρχοντά μου, το ίδιο λες πάντα. Δεν βλέπεις πόσα χρόνια έχουν περάσει; Ο Ταρζάν πέθανε, το ίδιο και η Τζέην και εμεις είμαστε ακόμη μαϊμούδες. Πότε, τέλος πάντων, θα γίνουμε άνθρωποι;»
«Κατάλαβα, κατάλαβα. Με το μυαλό που έχεις μην περιμένεις να κάνεις ανθρωπάκια. Θα κάνεις πάντα μαϊμουδάκια».
«Με πληγώνεις. Το ξέρεις πόσο προσπαθώ, βλέπεις όμως τίποτα δεν αλλάζει.»
«Το λες εσύ. Εμένα άλλα βλέπουν τα μάτια μου. Τρέχουν ολα, τρέχουν κι αυτό μας φέρνει πιο κοντά. Μέτρησες πόσοι πέρασαν σήμερα ;»
«Πού πιο κοντά αφέντη μου;»
«Σ΄αυτό που περιμένεις. Η δική μας σειρά δεν ήρθε ακόμη.Οταν αυτοί φαγωθούν μεταξύ τους, τότε θα έρθει ο δικός μας καιρός.»
«Το φαντάστηκα αυτό, το σκέφτηκα. Αλλά φοβάμαι μήπως με το δικό τους χαλασμό, χαλάσουν κι εμάς.»
«Περάσαμε τα χειρότερα και νομίζεις οτι αυτό δεν θα το αντέξουμε; Σου λεω οτι θα τα καταφέρουμε πάλι. Και θα τους βάλουμε μέσα.»
«Λες ... ; »
«Δεν το λεω εγω, ο πρόγονός μας το είπε. Αυτόν που οι απ΄εξω τον ονόμασαν σκεπτόμενο.»
«Είπε τέτοιο πράγμα και δεν το θυμάμαι; Βοήθησε λιγο τη μνήμη μου.»
«Αν ήταν να πιάσουμε την ιστορία απ΄την αρχή ποτε δεν θα τελειώσουμε. Ακουσε λοιπόν σύντομα τούτα τα λόγια : Σαν έμαθαν αυτοί εκει έξω τι συνέβη με τον πρόγονό μας, θυμάσαι, τότε που ήπιε κι έφαγε και καθώς ξύπνησε στην ακροθαλασσιά βρήκε τον εαυτό του αλλαγμένο και με ένα σύντροφο, άρχισαν να τα ψάχνουν ολα. Τον ουρανό, τη θάλασσα και τη στεριά, ακόμη και τον ύπνο. Σκέφτηκαν να κάνουν κι αυτοί το ίδιο. Καλά τα πήγαν, δεν λεω, ομως καθως βλέπεις, πάντα κάτι στραβώνει. Αυτό που τους βγαίνει σε καλό, έπειτα τους έρχεται ανάποδα. Και συνεχίζουν ακόμη στον ίδιο ρυθμό, μολονότι υποψιάζονται οτι στενεύουν τα περιθώρια. Θέλουν να φτιάξουν "νεα πάστα" ζωντανών και γυρίζουν πίσω στην αρχή. Θα την αρχίσουν χωρίς την προσβολή του φυσικού τέλους. Αυτό όμως θέλει διαφορετική γνώση, θέλει σοφία με σεβασμό και με φόβο, που αυτοί οι άμυαλοι δεν έχουν. Εμείς έχουμε μόνο φόβο, δεν ξέρουμε τι θα πει σεβασμός, είναι για μας άγνωστη λέξη. Αλλά πού θα πάει, θα το μάθουμε απο τα δικά τους παθήματα και τότε εμείς θα βάζουμε αυτούς στα κλουβιά. Τούτο θα θυμόμαστε με τις φωτογραφίες.»
H κουβέντα τους σταμάτησε εδώ. Μετά έφυγα.
Πηγή: Κυπριανός Χριστοδουλίδης