Το πραξικόπημα κατά Μακάριου γραμμένο από έναν πρωταγωνιστή (μέρος Δ’)

Μακάριος

Αφήγηση του πραξικοπήματος κατά του Μακάριου από έναν άνθρωπο που πρωταγωνίστησε σ΄ αυτό. Ο Ναυτικός Διοικητής της Κύπρου Γ. Παπαγιάννης γράφει στο τρίτο μέρος της αφήγησής του.

Διαβάστε τα προηγούμενα μέρη του κειμένου:
- Πρώτο μέρος
- Δεύτερο μέρος
-
Δεύτερο μέρος (συνέχεια)
- Τρίτο μέρος

Την Κυριακή όλοι σχεδόν οι αξιωματικοί της Ε.Φ. με τις οικογένειές μας βρεθήκαμε στις θερινές εγκαταστάσεις των αξιωματικών της Ε.Φ. στην Αμμόχωστο, κάνοντας μπάνιο στην Θάλασσα, και διασκεδάζοντας, όπως γινόταν συνήθως όλες τις Κυριακές του καλοκαιριού, ώστε να μη κινήσουμε καμία υποψία ότι κάτι έκτακτο θα συνέβαινε.

Το ΓΕΕΦ είχε μεριμνήσει όπως με την έναρξη της επιχειρήσεως επιτάξει το ξενοδοχείο ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ στην Λευκωσία και μεταφέρει συνοδεία ενόπλων όλες τις οικογένειες των Ελλάδιτών αξιωματικών εκεί όπου θα παρέμεναν υπό την προστασία μίας διμοιρίας εθνοφρουρών, για αποφυγή αντιποίνων εκ μέρους των εφεδρικών. Είχαμε εγκαίρως δώσει τις διευθύνσεις μας και είχε καθωρισθεί ο τρόπος περισυλλογής των οικογενειών. Εγώ επειδή διέμενα σε απομεμακρυσμένη περιοχή της Λευκωσίας είχα δώσει την διεύθυνση του σπιτιού του Παπαργύρη που έμενε στο κέντρο της Λευκωσίας.

Το πρωί της Δευτέρας 15 Ιουλίου, στις 06.30 όπως γινόταν συνήθως, ήλθε ο ναύτης οδηγός μου με ένα ναύτη Ν/Α με το υπηρεσιακό αυτοκίνητό μου για να με πάρουν από το σπίτι για το ΓΕΕΦ. Είχα ξυπνήσει εγκαίρως την Λίλυ, και της είπα τι επρόκειτο να γίνει (διότι μέχρι εκείνη στιγμή δεν ήξερε τίποτα), η οποία πήρε σε μία τσάντα μερικά πράγματα απαραίτητα, και ετοίμασε και τον Παναγιώτη, και με το αυτοκίνητο τους πήγα πρώτα στο σπίτι του Παπαργύρη, και εν συνεχεία πήγα στο γραφείο μου στο ΓΕΕΦ. Πριν τους αφήσω, τους φίλησα και τους δύο, και είπα στην Λίλυ να μη φοβάται, και ότι ελπίζω όλα να πάνε καλά.

Ήξερε την κατάσταση που υπήρχε στην Κύπρο τότε. Καταλάβαινε ότι το εγχείρημα δεν θα ήταν εύκολο και αναίμακτο. Με στωϊκότητα με αγκάλιασε και μου είπε να προσέχω. Όταν έφθασα στο ΓΕΕΦ, διάβασα ως γινόταν συνήθως την αλληλογραφία που μου έφερε ο αρμόδιος υπαξιωματικός, τα σήματα της προηγουμένης βραδιάς, και τις αναφορές του θαλάμου επιχειρήσεων. Έδωσα οδηγίες για να συνταχθούν απαντήσεις σε ορισμένα έγγραφα, και μετά, ως έκανα συνήθως, κατέβηκα στον πρώτο όροφο που ήταν τα επιτελικά γραφεία του ΓΕΕΦ και το γραφείο του αρχηγού και του επιτελάρχου. Πήγα στο γραφείο του επιτελάρχου όπου ο Γιαννακόδημος μου είπε ότι όλα θα εξελιχθούν σύμφωνα με τον σχεδιασμό που έχουμε κάνει, και μου επιβεβαίωσε την ώρα ενάρξεως του εγχειρήματος στις 08.15.

Ο επί κεφαλής ταξίαρχος Γεωργίτσης θα ερχόταν στο ΓΕΕΦ πέντε λεπτά προ της ώρας αυτής, για να μη κινήσει υποψίες. Συναντήθηκα με τον διοικητή καταδρομέων αντισυνταγματάρχη Κομπόκη, τον υποδιοικητή τεθωρακισμένων αντισυνταγματάρχη Λαμπρινό, και τον υποδιοικητή της ΕΛΔΥΚ ταγματάρχη Κώστα Παπαγιάννη (απλή συνωνυμία μαζί μου) με τους οποίους ανταλλάξαμε τις τελευταίες πληροφορίες που είχαμε και συντονίσαμε τα ρολόγια μας. Οι εφεδρικοί που παρακολουθούσαν τα στρατόπεδα και τα σπίτια μας είχαν αποχωρήσει για τα στρατόπεδά τους στις 07.00.

Επέστρεψα στο γραφείο μου. Στις 08.00 είπα στον Αεροπορικό διοικητή Κύπρου σμήναρχο Καραστατήρα, που το γραφείο του ήταν ακριβώς δίπλα στο δικό μου, να έλθει για ένα καφέ. Δεν ήταν γνώστης του τι επρόκειτο να γίνει. Του εξήγησα, και του διαβίβασα εντολή του Γεωργίτση να πάει με μία ένοπλη ομάδα και να θέσει υπό τον έλεγχό του τον πύργο ελέγχου του αεροδρομίου Λευκωσίας, ενώ το αεροδρόμιο θα το καταλάμβανε ένας λόχος της ΕΛΔΥΚ. Έφυγε σε λίγα λεπτά για την αποστολή του.

Στις 08.10 συγκέντρωσα το προσωπικό μου, στο γραφείο μου, και τους εγνώρισα ότι με εντολή του ΓΕΕΘΑ θα ανατρέπαμε τον Μακάριο. Διέταξα όλους να παραλάβουν τον οπλισμό τους και πυρομαχικά και απαγόρευσα την έξοδό τους από τα γραφεία, καθώς και οποιοδήποτε τηλεφώνημα, σε οιονδήποτε. Ο Παπαργύρης είχε ήδη φύγει με την ομάδα του για το στρατόπεδο ‘Καποττά’ από όπου θα παραλάμβανε οπλισμό, και το LAND ROVER με το οποίο θα πήγαινε στην CYTA.

Στις 08.15 οι ομάδες του επιτελείου μου, αφόπλισαν πρώτα τους δύο ένοπλους εφεδρικούς που υπήρχαν στο κτίριο αιφνιδιάζοντας τους, πριν ή χρησιμοποιήσουν τα καλάσνικωφ που είχαν, και τους έθεσαν υπό περιορισμό σε ένα από τα γραφεία μας, και συγχρόνως εισβάλαμε στα γραφεία της αστυνομίας και στο θάλαμο επικοινωνιών της, όπου υπό την απειλή των όπλων μας συλλάβαμε τους εκεί ευρισκομένους, ενώ δύο ναύτες ανέβηκαν στην ταράτσα του κτιρίου και απενεργοποίησαν την εκεί ευρισκομένη σειρήνα. Με την βοήθεια δύο υπαξιωματικών μου έθεσα “εκτός” τις ραδιοεπικοινωνίες της αστυνομίας (το αντίστοιχο 100 για την Ελλάδα), και οδηγήσαμε τους αξιωματικούς της αστυνομίας στο 1ο Ε.Γ. του ΓΕΕΦ υπό περιορισμό, τους αστυφύλακες στον χώρο της Καντίνας, και το γυναικείο προσωπικό σε γραφείο της διευθύνσεως επικοινωνιών του ΓΕΕΦ.

Σε όλους εζήτησα να μου παραδώσουν τυχόν φορητό οπλισμό που είχαν επάνω τους, αλλά ήταν όλοι άοπλοι. Η εξουδετέρωσίς τους και ο περιορισμός τους στους προεπιλεγμένους χώρους είχε γίνει αναίμακτα, και μόνο ένας υπαστυνόμος στον θάλαμο ραδιοεπικοινωνιών προσεπάθησε να αντισταθεί, αλλά εξουδετερώθηκε αμέσως, και ακολούθησε τους υπολοίπους, αφού του αφαιρέσαμε το περίστροφό του. Στο ισόγειο του κτιρίου και στον πρώτο όροφο που την εκκαθάρισή τους είχαν αναλάβει άνδρες του Σ.Ξ. υπό την εποπτεία αξιωματικού του 2ου Ε.Γ. του ΓΕΕΦ, ‘έπεσαν’ 2-3 πυροβολισμοί ευτυχώς χωρίς θύματα. Από το διπλανό στρατόπεδο των εφεδρικών άκουσαν τους πυροβολισμόυς και εσήμαναν συναγερμό.

Ακροβολιστήκαμε όλοι στα παράθυρα του κτιρίου έτοιμοι να αποκρούσουμε τυχόν επίθεσή τους, αλλά δεν χρειάστηκε. Σε 2-3 λεπτά κατέφθασαν δύο λόχοι της 3ης μοίρας καταδρομών, όπως προεβλέπετο από τα σχέδια για την ασφάλεια του ΓΕΕΦ, και επετέθησαν στο στρατόπεδο των εφεδρικών. Άρχισε σφοδρή μάχη. Συγχρόνως οι εφεδρικοί έβαλαν με πολυβόλα στα παράθυρα του ΓΕΕΦ όπου ήταν τα γραφεία μας. Πήγα στο χώρο της καντίνας που ήταν συγκεντρωμένοι οι αστυφύλακες και τους είπα να καθήσουν κάτω ώστε να μη βληθούν από καμμία σφαίρα. Την ώρα που τους μιλούσα μία ριπή πολυβόλου πέρασε πάνω από το κεφάλι μου και οι σφαίρες καρφώθηκαν στον απέναντι τοίχο. Καλύφθηκα ενστικτωδώς πίσω από μία κολόνα, και αφού βεβαιώθηκα ότι όλοι ήταν καλυμμένοι γύρισα στο γραφείο μου.

Έξω από το κτίριο η μάχη συνεχίζετο, με θύματα και από τις δύο πλευρές. Σήκωσα το τηλέφωνό μου και είδα ότι ήταν ‘κομμένο’. Άρα ο Παπαργύρης είχε κάνει σωστά την δουλειά του. Σε μία στιγμή οι εφεδρικοί σήκωσαν μία λευκή σημαία στις θέσεις που αμύνοντο. Ένας υπολοχαγός των καταδρομών (Ελλαδίτης) άοπλος βγήκε στον δρόμο και άρχισε να πλησιάζει προς το σημείο εκείνο. Ενώ είχε φθάσει περί τα 20 μέτρα από αυτό μία ριπή πολυβόλου από τους εφεδρικούς τον έρριξε νεκρό. Μόνο δειλοί και εγκληματίες μπορούν να κάνουν τέτοιο πράγμα. Και οι εφεδρικοί ήταν και από τα δύο. Μετά από αυτό οι καταδρομείς εζήτησαν ενίσχυση από ένα άρμα μάχης.

Σε μερικά λεπτά ένα άρμα μάχης ήλθε και άρχισε να ‘διαλύει’ κυριολεκτικά το στρατόπεδο, και μετά δέκα λεπτά οι εφεδρικοί παρεδώθησαν πραγματικά αυτή την φορά. Οι καταδρομείς έξαλλοι μπήκαν στο στρατόπεδο και αναζήτησαν αυτούς που είχαν σκοτώσει τον υπολοχαγό. Κανείς ποτέ δεν έμαθε εάν τους βρήκαν και τι τους έκαναν. Άλλωστε αυτά τα πράγματα δεν συνιστώνται για δημοσίευση ή συγγραφή. Η περιοχή του ΓΕΕΦ και το ΡΙΚ είχαν πλέον ξεκαθαριστεί και ήταν στα χέρια μας, και το πρώτο ραδιοφωνικό διάγγελμα της Ε.Φ. (όπως το είχαν συντάξει από το Ελληνικό ΓΕΕΘΑ) βγήκε στον αέρα, και γνωστοποιούσε τον ‘θάνατο’ του Μακαρίου, και την ανάληψη διακυβερνήσεως της Κύπρου από την Εθνική Φρουρά. Η ώρα ήδη ήταν 10.00, και η περιοχή ήταν πλέον ήσυχη.

Ο Παπαργύρης στην κατάληψη της CYTA και την διακοπή των τηλεφωνικών επικοινωνιών της Κύπρου δεν συνάντησε σοβαρά προβλήματα. Με το που έφθασε εκεί με την ομάδα του εξουδετέρωσε τους φύλακες αστυνομικούς του κτιρίου, χωρίς να τους σκοτώσει ή τραυματίσει, κατέλαβε το κτίριο, συγκέντρωσε όλο το προσωπικό του οργανισμού σε μια αίθουσα υπό περιορισμό, και με την βοήθεια των υπαξιωματικών που είχε μαζί του διέκοψε τα τηλέφωνα σε όλο το νησί, και παρέμεινε εκεί επί 6 ώρες έως ότου παρέδωσε τις εγκαταστάσεις σε ομάδα της διευθύνσεως διαβιβάσεων του ΓΕΕΦ, αφήνοντας μόνο έναν αρχικελευστή εκεί για να εξυπηρετεί τις ανάγκες της ΝΔΚ σε τηλεφωνικές επικοινωνίες.

Στην ΝΒΧ κινήθηκαν αμέσως τα αυτοκίνητα συλλογής των οικογενειών των Ελλαδιτών τις μετέφεραν, συνοδεία, στις θερινές εγκαταστάσεις και ανέλαβαν την φρούρησή τους, για αποφυγή οιασδήποτε ενεργείας εναντίον τους. Ετοίμασαν δε την ένοπλη διμοιρία και την έστειλαν στην Λευκωσία στις 12.00 όταν την εζήτησα. Η διμοιρία υπό τον υποπλοίαρχο Ντάνο ανέλαβε την φρούρηση του Γενικού νοσοκομείου Λευκωσίας στο οποίο διεκομίζοντο τραυματίες και από τις δύο πλευρές. Αργότερα, μετά την μεταπολίτευση, κατηγόρησαν (ψευδώς) τον Ντάνο ότι δήθεν δεν επέτρεπε την νοσηλεία τραυματιών του εφεδρικού, ενώ το μόνο που έκανε ήταν να ελέγχει εάν είχαν όπλα μαζί τους, -και είχαν οι περισσότεροι- να τους τα αφαιρεί, και μετά να τους επιτρέπει την είσοδο τους για νοσηλεία.

Στον Ναυτικό σταθμό Κυρηνείας ο Τσομακής συνεργάσθει άψογα με τον εκεί στρατιωτικό διοικητή, και δημιούργησε εντός του σταθμού στρατόπεδο, για τους συλλαμβανομένους στην περιοχή εφεδρικούς, υπό την επιτήρηση προσωπικού του Ναυτικού. Οι σταθμοί εγκαίρου προειδοποιήσεως συνέχισαν κανονικά την λειτουργία τους χωρίς να λάβουν μέρος στο εγχείρημα, και χωρίς να ενοχληθούν από οιονδήποτε. Στην Πάφο το περιπολικό ‘Λεβέντης’ κατέπλευσε στις 6 το πρωί της 15ης Ιουλίου, και ο κυβερνήτης του στις 8 το πρωί ειδοποίησε τους 2-3 Ελλαδίτες, που είχαν οικογένειες εκεί, να φέρουν γρήγορα τις οικογένειές τους στο πλοίο, και διέταξε τον επί κεφαλής του σταθμού εφ. σημαιοφόρο να εξοπλίσει το προσωπικό του σταθμού να το συγκεντρώσει, να κλειδώσει τις αποθήκες και τα γραφεία του σταθμού και να επιβιβασθούν όλοι στο πλοίο.

Αυτός δίσταζε να εκτελέσει την διαταγή, και προσπαθούσε να έλθει σε επαφή ραδιοτηλεφωνική μαζί μου, για να πάρει εντολή από εμένα. Η ώρα είχε πάει 09.00. Από το γραφείο μου στο ΓΕΕΦ είχαν εντολή να μη απαντούν σε οιανδήποτε κλήση, εφ όσον δεν ήμουν εγώ εκεί, και δεν απήντησαν. Εκείνη την ώρα αλλαφιασμένες φθάσανε στο πλοίο οι οικογένειες των Ελλαδιτών, και περιέγραψαν σκηνές που είχαν δεί με συλλήψεις και προπηλακισμούς Ελλήνων αξιωματικών, και των οικογενειών των, από τους εφεδρικούς στους δρόμους, και στην στρατιωτική διοίκηση της Πάφου, και έδωσαν την πληροφορία ότι ένας λόχος περίπου εφεδρικών προχωρούσε προς το λιμάνι για την κατάληψη του Ναυτικού σταθμού. Οι δισταγμοί του διοικητού έφυγαν και άρχισε η επιβίβαση στο πλοίο.

Συγχρόνως τα πρώτα τμήματα των εφεδρικών αλλαλάζοντα και πυροβολούντα έκαναν την εμφάνισή τους στον δρόμο που οδηγούσε στο Σταθμό. Ο κυβερνήτης έκανε τους απαραίτητους χειρισμούς, αφού όλοι είχαν επιβιβασθεί στο πλοίο, και άρχισε να απομακρύνεται από την προβλήτα. Οι εφεδρικοί τότε έστρεψαν τα πυρά του κατά του πλοίου. Ο κυβερνήτης με μερικές βολές με τα ‘ έρλικον’ τους έκανε να σταματήσουν πανικόβλητοι την επέλαση τους και να τρέξουν πίσω καλυπτόμενοι από τα υπάρχοντα κτίρια. Το πλοίο βγήκε από το λιμάνι και παρέμεινε ανοικτά μακρυά από το βεληνεκές των όπλων των εφεδρικών. Ουδείς από το προσωπικό του Ναυτικού συνελλήφθει από τους εφεδρικούς. Θυμήθηκα τα λόγια του Ντενίση. “Εσείς οι ναυταίοι δεν σηκώνετε μύγα στο σπαθί σας”.

Στις επιχειρήσεις για την κατάληψη του προεδρικού μεγάρου, και την ‘εξουδετέρωση’ του Μακαρίου, την κατάληψη του αεροδρομίου από την ΕΛΔΥΚ, του κτιρίου της αρχιεπισκοπής, και του αστυνομικού σταθμού πύλης Πάφου, η ΝΔΚ δεν είχε καμμία συμμετοχή, και εν πολλοίς οι επιχειρήσεις αυτές έχουν παρουσιασθεί στον μεταπολιτευτικό τύπο ανάλογα με τις συμπάθειες που έχει ο καθένας. Δύο πράγματα θέλω να σημειώσω για αυτές τις επιχειρήσεις. Πρώτον η ψευδής ιστορία που είπε ο Μακάριος ότι δήθεν δεχόταν μία ομάδα παιδιών από το Κάϊρο όταν άρχισε η επίθεση στο προεδρικό μέγαρο, και τους εγκατέλειψε διαφεύγοντας, όπως λέει από το πίσω μέρος του μεγάρου που ήταν αφύλακτο κλπ. για να φθάσει στην Πάφο.

Αυτά τα “παιδιά” βρέθηκαν ποτέ ; Πήρε ποτέ κανείς δημοσιογράφος μία συνέντευξη από αυτά ή από τους συνοδούς τους, έτσι απλώς για την επιβεβαίωση του γεγονότος ; Οταν οι δημοσιογράφοι παίρνουν συνέντευξη ακόμη και από μία γάτα που κάνει νιάου, πως και τους ξέφυγαν αυτά τα παιδιά!!! Εκτός εάν ακόμη τα ψάχνουν. Το πλέον σίγουρο είναι ότι δεν βρισκόταν στο προεδρικό μέγαρο ειδοποιημένος για την επιχείρηση. (Ο Αβέρωφ διετείνετο πολύ αργότερα ότι τον είχε ειδοποιήσει). Επίσης ότι οδηγίες για την εξόντωση του Μακαρίου δεν είχαν ποτέ δοθεί, διότι θα ήταν πολύ εύκολο να εξοντωθεί το πρωί της ιδίας ημέρας γύρω στις 07.30 που περνούσε με το αυτοκίνητό του εμπρός από την σε συναγερμό ευρισκομένη για το εγχείρημα ΕΛΔΥΚ, εάν ήταν αυτός στο αυτοκίνητο και όχι κανείς σωσίας του.

Δεύτερον αυτό που έκανε σε όλους μας εντύπωση ήταν το γεγονός ότι μετά την κατάληψη του αρχιεπισκοπικού μεγάρου, που επετεύχθει μετά πολύωρες λυσσώδεις μάχες με τους εφεδρικούς το εσπέρας της ιδίας ημέρας, ανακαλύψαμε στα υπόγεια του, τεράστιες ποσότητες φορητού οπλισμού και αντιαρματικών, ικανά για τον εξοπλισμό μίας Μεραρχίας. Τα όπλα αυτά κυρίως καλάσνικωφ, άρχισαν από την επομένη να καταγράφονται από την Ε.Φ. με σκοπό τον μελλοντικό εξοπλισμό της με τα μοντέρνα αυτά όπλα. Δυστυχώς η μετά μερικές ημέρες τουρκική εισβολή δεν επέτρεψε την διανομή τους στην Ε.Φ., και έτσι οι Τούρκοι αντιμετωπίσθηκαν με ‘ενφηλντ 303′ του 2ου παγκοσμίου πολέμου, αφού ο Μακάριος φύλαγε τον μοντέρνο οπλισμό στις αποθήκες του, για τους δικούς του.

Κατά τις 12 το μεσημέρι της ιδίας ημέρας ομάδα εφεδρικών επετέθη στο ξενοδοχείο ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ προφανώς για να συλλάβει τις οικογένειές μας και να μπορέσει με αυτόν τον τρόπο να μας εκβιάσει αργότερα. Η διμοιρία προστασίας του ξενοδοχείου, απέκρουσε την επίθεση, αφού πρώτα όλες οι οικογένειες, κατέβηκαν στο υπόγειο του ξενοδοχείου για να προστατευθούν από τις σφαίρες των όπλων και πολυβόλων. Αμέσως από το ΓΕΕΦ στείλαμε ένα άρμα μάχης, το οποίο ξεκαθάρισε την περιοχή, και περισσότεροι επιτεθέντες συνελήφθησαν μεταφερθέντες στις φυλακές Λευκωσίας. Το βράδυ της ιδίας ημέρας όταν έκλεψα λίγο χρόνο, και είχα πάει στο ξενοδοχείο να δω την Λίλυ και τον Παναγιώτη, βρήκα τον Παναγιώτη να παίζει με άδειους κάλυκες, μαζί με τα άλλα παιδάκια της ηλικίας του που ήταν εκεί. Θυμήθηκα τον εαυτόν μου που πριν από 30 χρόνια (τον Δεκέμβριο του 1944 στην Αθήνα!) έπαιζα και εγώ με τα ‘ίδια παιχνίδια’.

Γυρνώντας στην συνέχεια στο γραφείο μου, όπου θα πέρναγα όλη την νύκτα, επληροφορήθην τον ορισμό του δημοσιογράφου, και διευθυντού της Κυπριακής εφημερίδος ΜΑΧΗ, Νίκου Σαμψών ως προέδρου της δημοκρατίας σε αντικατάσταση του Μακαρίου. Ο Σαμψών ήταν ένας από τους ήρωες της Κύπρου κατά τον αγώνα της ΕΟΚΑ για την απελευθέρωση του νησιού από τους Άγγλους, και με δικές του ένοπλες ομάδες είχε ξεκαθαρίσει, μαζί με τον Λυσσαρίδη και τις ομάδες του, την Λευκωσία από τους Τούρκους στις μάχες του Δεκεμβρίου 1963. Είχε τώρα πολιτικοποιηθεί έχοντας ένα μικρό αριθμό πολύ πιστών οπαδών, που τον ‘έβγαζε’ βουλευτή στις εκλογές. Δεν συμπαθούσε τον Μακάριο, χωρίς όμως να είναι και υποστηρικτής της ΕΟΚΑ Β’. Ορκίστηκε κατά τύχη Πρόεδρος, διότι η επιλογή του ΓΕΕΘΑ ήταν ο πρόεδρος της βουλής Κληρίδης ή ο Γενικός εισαγγελεύς Τριανταφυλλίδης, αλλά και οι δύο δεν ευρέθησαν, παρόλο που αναζητήθηκαν.

Κατά τις 10 το βράδυ ενώ ευρισκόμουν στο γραφείο μου παρακολουθών, τα γεγονότα από την τηλεόραση, μία ριπή οπλοπολυβόλου έσπασε τα τζάμια του γραφείου και οι σφαίρες κτύπησαν στον απέναντι τοίχο. Σβύσαμε αμέσως όλα τα φώτα και πηγαίνοντας σε άλλο γραφείο προσπαθούσαμε μέσα στο σκοτάδι να εντοπίσουμε το σημείο από όπου είχαν ριφθεί οι πυροβολισμοί. Σε λίγο ένας ταγματάρχης, έφερε κυάλια νυκτερινής σκοπεύσεως, από αυτά που είχαν οι εφεδρικοί, και με αυτά εντοπίσαμε το σημείο που ήταν από ένα σπίτι περί τα 200 μέτρα μακρυά. Σε λίγο το άρμα που ευρίσκετο έξω από το ΓΕΕΦ εκινήθει προς τα εκεί και τους εξουδετέρωσε.

Η υπόλοιπη νύκτα πέρασε ήρεμα, και στο ΓΕΕΦ σχεδίαζαν την επιχείρηση της επομένης για την κατάληψη της Πάφου όπου είχε καταφύγει ο Μακάριος. Δύο τάγματα και μία επιλαρχία αρμάτων θα ξεκινούσαν στις 12 τα μεσάνυκτα επ’αυτοκινήτων και με δρομολόγια από το όρος Τρόοδος θα πήγαιναν στην Πάφο. Η Λεμεσός η οποία ήταν το προπύργιο των ‘ενωτικών’ το βράδυ δέχθηκε επίθεση από περίπου 3.000 εφεδρικούς και οπαδούς του Μακαρίου που είχαν ξεκινήση από την Πάφο, και είχαν περάσει ένοπλοι από τις Αγγλικές βάσεις χωρίς οι Άγγλοι να τους ενωχλήσουν, ενώ μέχρι τότε ποτέ δεν επέτρεπαν σε ενόπλους να διέλθουν δια των βάσεων. Οι δυνάμεις της Ε.Φ. στην Λεμεσό ήταν αμελητέες, διότι εκ των σχεδίων ήταν περιοχή επιστρατεύσεως. Οι ενωτικοί πληροφορηθέντες την κίνηση των εφεδρικών τους περίμεναν δυτικά της Λεμεσού, όπου και τους εξουδετέρωσαν μετά πολύωρες μάχες με πολλά θύματα από το μέρος των εφεδρικών. Τα υπολείμματα των, επέστρεψαν ατάκτως στην Πάφο με πεσμένο το ηθικό.

Το πρωί της επομένης ο ραδιοφωνικός σταθμός της Πάφου μετέδιδε συνεχώς μήνυμα του Μακαρίου για αντίσταση του πληθυσμού στην ‘Ελληνική Χούντα’, όπως έλεγε, που είχε καταλάβει την εξουσία. Ηρωτήθην από το ΓΕΕΦ εάν ήτο δυνατό το περιπολικό ‘Λεβέντης’ να καταστρέψει με τα πυροβόλα του την κεραία του ραδιοσταθμού. Τους απάντησα καταφατικά. Ανέβηκα στο γραφείο μου και μίλησα με το ραδιοτηλέφωνο με τον κυβερνήτη του πλοίου, ο οποίος μου είπε ότι βλέπει την κεραία. Τον διέταξα να καταστρέψει την κεραία του ραδιοσταθμού. Αρνήθηκε εντόνως λέγοντας ότι δεν συνιστάται ο βομβαρδισμός της διότι κάτωθεν του πυλώνος της ευρίσκοντο οικίες, οι οποίες πιθανόν θα εβάλοντο από τα βλήματα του ‘Μπώφορς’.

Τελικά, του είπα να μη κάνει τον βομβαρδισμό, και του ακύρωσα την διαταγή. Μετά την μεταπολίτευση κατηγόρησαν τον Κυβερνήτη ότι ‘βομβάρδισε’ την Πάφο και ότι υπήρξαν θύματα μεταξύ του αμάχου πληθυσμού!!! ενώ δεν είχε ρίξει άλλες βολές πλην εκείνων κατά των εφεδρικών που εκκινούντο να καταλάβουν τον Ναυτικό Σταθμό. Τελικώς ο Μακάριος, στην θέα των ταγμάτων και των αρμάτων που πλησίαζαν την Πάφο, από το Τρόοδος, έφυγε με Αγγλικό ελικόπτερο στις Αγγλικές Βάσεις και από εκεί με Βρεττανικό αεροσκάφος στο Λονδίνο.

Το ίδιο πρωί έστειλα μία ομάδα της ΝΔΚ υπό αξιωματικό να ερευνήσει το σπίτι από το οποίο είχαν προέλθει το προηγούμενο βράδυ οι πολυβολισμοί κατά του γραφείου μου. Μετά 1-2 ώρες επανήλθαν φέροντες μαζί τους περί τα δέκα καλάσνικωφ, άφθονα πυρομαχικά, και μία βαλίτσα με μεγάλο αριθμό ξένων χαρτονομισμάτων, κυρίως Γερμανικά μάρκα και Βρετανικές στερλίνες, αξίας άνω των 10.000.000.δρχ της εποχής εκείνης, εκ πρώτης όψεως. Επίσης μου ανέφεραν ότι μέσα στο σπίτι υπήρχαν τελείως σύγχρονες συσκευές τηλεπικοινωνιών, στην δε οροφή του σπιτιού υπήρχαν τεράστιες κεραίες, για τις συσκευές αυτές. Αμέσως κάλεσα στο γραφείο μου τον Υποπλοίαρχο Τζεφεράκο, και μαζί του, παίρνοντας την βαλίτσα με τα χρήματα κατέβηκα στον πρώτο όροφο στο γραφείο του Αρχηγού ΓΕΕΦ που ευρίσκετο ο Γεωργίτσης με επιτελείς του, και μαζί με τον Τζεφεράκο του παρέδωσα την βαλίτσα με τα χρήματα, αναφέροντάς του που την είχαμε βρεί. (μετά την μεταπολίτευση με κατηγόρησαν μεταξύ πολλών άλλων και για κλοπές και λεηλασίες από αυτό το σπίτι, που όπως έμαθα ανήκε στον συνεργάτη του Μακαρίου μεγαλοεπιχειρηματία Αζίνα, που ήταν και στενός φίλος του Αβέρωφ).

Επίσης του εζήτησα να στείλει αξιωματικούς των διαβιβάσεων για να ελέγξουν τις συσκευές επικοινωνιών που υπήρχαν εκεί. Μου εζήτησε να πάω εγώ πρώτα να τις δω και να του αναφέρω τι ακριβώς είναι. Πήγα με μία ομάδα ανδρών στο σπίτι που ήταν μία πολυτελής βίλλα, με εμφανή σημάδια επειγούσης αναχωρήσεως των ενοίκων της, και είδα τις συσκευές. Επρόκειτο για τελευταίου τύπου συσκευές ραδιοτηλετύπων, τις οποίες ούτε στο όνειρό μας δεν είχαμε δεί τότε στις Ε.Δ., καθώς και μία συσκευή ραδιοτηλεφωνίας SSB 1.000 Watt με την οποία λόγω της ισχύος της μπορούσε κανείς να μιλήσει ραδιοτηλεφωνικώς σε μεγάλες αποστάσεις, όπως με την Αγγλία, την Ρωσσία, μέχρι και την Ινδία. Οι δε τεράστιες κεραίες στην οροφή του σπιτιού έδειχναν ότι χρησιμοποιούντο για συνομιλίες μεγάλων αποστάσεων. Σε χαρτί με συχνότητες που ήταν σε μία από αυτές αναγράφετο ως “τακτικός συνομιλητής” μία εταιρεία προμηθείας όπλων της Σοβιετικής Ενώσεως και μία αντίστοιχη της Τσεχοσλοβακίας. Ο ιδιοκτήτης της οικίας ήταν προφανώς ο προμηθευτής των όπλων του Μακαρίου, όπως προ δύο δεκαετιών ήταν ο προμηθευτής όπλων του Γρίβα στην πρώτη ΕΟΚΑ.

Ανέφερα τα συμπεράσματά μου στον Γεωργίτση ο οποίος έδωσε εντολή στις Διαβιβάσεις της Ε.Φ. να πάνε στο σπίτι και να πάρουν τις συσκευές. Εμείς κρατήσαμε τα καλάσνικωφ και εξοπλίστηκε το επιτελείο μου με αυτά. Το απόγευμα και ενώ ολόκληρο πλέον το νησί ήταν υπό τον έλεγχό μας, φύγαν οι οικογένειές μας από το ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ και επέστρεψαν στα σπίτια μας. Πήρα την Λίλυ και τον Παναγιώτη από το ξενοδοχείο και πήγαμε σπίτι για να πλυθούμε και να φρεσκαριστούμε λίγο, και μετά τους ξαναπήγα στο σπίτι του Παπαργύρη, γιατί δεν ήθελα να μένουν στο απομεμακρυσμένο σπίτι μας μόνοι τους, εφόσον εγώ θα διανυκτέρευα πάλι στο γραφείο μου.

Το βράδυ στο γραφείο μου μου τηλεφώνησαν από το ΓΕΝ ο συμμαθητής μου Νικολόπουλος, που ήταν διευθυντής του 2ου Ε.Γ., μαζί με τον πλωτάρχη Κούβαρη που ήταν υπασπιστής του Γκιζίκη, για να μάθουν από πρώτο χέρι πληροφορίες σχετικά με το εγχείρημα, και αφού και οι δύο μου διαβίβασαν τα συγχαρητήρια των προϊσταμένων τους για την επιτυχή έκβαση του εγχειρήματος, μου εδήλωσαν ότι με απόφαση του Αρχηγού ΓΕΝ και λόγω της νέας διαμορφουμένης καταστάσεως στην Κύπρο, θα παρέμενα άλλον ένα χρόνο εκεί, και δεν θα έφευγα στα μέσα Αυγούστου όπως προεβλέπετο.

Εν τω μεταξύ η κατάστασις είχε πλέον σταθεροποιηθεί. Πλήθος συγχαρητηρίων τηλεγραφημάτων έφθανε από κάθε γωνιά της Κύπρου προς το ΓΕΕΦ και τον Σαμψών. Τα πιο πολλά από γνωστούς ενωτικούς, αλλά τα περισσότερα από τους μέχρι χθές υποστηρικτάς του Μακαρίου που κατήχαν μία κάποια θέση (Δήμαρχοι, κοινοτάρχες, διευθυνταί οργανισμών κλπ) που προκειμένου να χάσουν την θέση τους κατεφέροντο με σκληρή γλώσσα κατά του πρώην ευεγέρτου των Μακαρίου. Γλειώδη ανθρωπάρια, που βρίσκονται σε όλες τις κοινωνίες σαν παράσιτα στους εκάστοτε κρατούντες.


Πηγή

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *