Vintage, ή πώς ανοίγουν πάλι τα εργοστάσια

Γλυκισματοποιείον Παυλίδη
Πηγή: H Aθήνα πίσω απ' τη βιτρίνα

Αξίζει να μηδενίσουμε τον μετρητή μας και να ξαναβάλουμε μπρος. Μένει να αλλάξουμε την αντίληψή μας περί παραγωγής, ανοίγοντας τα κλειστά εργοστάσια, δίνοντάς τους και πάλι ζωή. Στην Δύση, αυτό λέγεται vintage, προσφέρεται σε πολύ υψηλές τιμές και έχει μεγάλη ζήτηση.

του Στάθη Ψαρρέα*

Εάν ρωτήσουμε έναν Έλληνα πολίτη τί παράγουμε ως χώρα, αυθόρμητα θα απαντήσει «τίποτα». Τέτοια χώρα δεν υπάρχει στον πλανήτη μας –και να κατοικείται. Καταφέραμε, για μία ακόμη φορά, να γίνουμε μοναδικοί.

Γιατί, όμως; Τώρα πια όλοι γνωρίζουμε. Για αρκετές δεκαετίες επιλέξαμε να είμαστε οι θεατές και όχι οι παίκτες, σε όλους τους αγώνες. Το ίδιο και στον πλέον σημαντικό αγώνα κάθε χώρας, που είναι η βιομηχανική της παραγωγή. Παρά την αυτάρκειά μας σε πολλές πρώτες ύλες, εμείς επιλέξαμε τις εισαγωγές. Δεν ήταν θέμα κόστους ή καινοτομίας. Ήταν η εύκολη και βραχυπρόθεσμα επικερδής λύση.

Η καινοτομία σε προϊόντα και υπηρεσίες είναι πάντα σημαντική, αλλά όχι πάντα απαραίτητη για την βιομηχανία. Κάθε καινοτομία επιδέχεται βελτίωσης. Η βελτίωση και προσαρμογή των καινοτόμων προϊόντων είναι ένα είδος καινοτομίας εξ ίσου σημαντικό. Γνωρίζουμε ότι, με τον ερχομό της τηλεόρασης, η αμερικανική βιομηχανία παραγωγής συσκευών τηλεοράσεων γιγαντωνόταν, με εταιρείες όπως η RCA και η Zenith να μονοπωλούν. Μερικές δεκαετίες αργότερα, οι Ιάπωνες πήραν τα ηνία στην παραγωγή των τηλεοπτικών συσκευών, με τις Sony και Panasonic να μονοπωλούν τις διεθνείς αγορές, με πρώτη αυτή των ΗΠΑ. Επίσης, την δεκαετία του 1960 οι γαλλικοί οίκοι μόδας αποτελούσαν την βαρειά βιομηχανία της ένδυσης σε όλο τον δυτικό κόσμο και όχι μόνον. Είκοσι χρόνια αργότερα, τα σκήπτρα πήραν οι Ιταλοί, εξαφανίζοντας την για τόσα χρόνια καινοτόμο γαλλική σχολή. Και οι δύο χώρες παρήγαγαν ενδύματα.

Ελλάδα: ιστορικό και δυνατότητες

Η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες και να σχεδιάσει, και να παράγει. Το έκανε, άλλωστε, για πολλά χρόνια στο παρελθόν.

Ξεπεράσαμε δύσκολες περιόδους της πρόσφατης ιστορίας μας με παραγωγικές προσπάθειες, όπως Ιζόλα, Πίτσος, Elco, Σεβαστάκης, Πειραϊκή-Πατραϊκή, 3Αλφα, Κάπα Μαρούσης και τόσες άλλες. Ο λόγος που άντεξαν όλες αυτές οι επιχειρήσεις για αρκετά χρόνια ήταν ο σχεδιασμός και η ποιότητα, και όχι τόσο η καινοτομία. Ήταν όνειρο και επιδίωξη για τις γενιές του 1960 και του 1970 να δουλέψουν σε αυτές τις επιχειρήσεις. Αρκετές από αυτές, αφού πρώτα καταξιώθηκαν στην Ελλάδα, είχαν μετά το θάρρος να ανταγωνιστούν τους γίγαντες στο εξωτερικό. Παρέμειναν παραγωγικές για δύο ολόκληρες γενιές. Όμως, οι διεθνείς προκλήσεις μετά το 1980 βρήκαν απροετοίμαστες τις περισσότερες από αυτές, με αποτέλεσμα να μην αντέξουν. Επίσης, ήταν και αποτέλεσμα της μέθης και του εφησυχασμού της επιτυχίας –που, όπως έλεγε και ο Στηβ Τζομπς, είναι ο χειρότερος εχθρός της δημιουργικότητας.

Με τέτοιο ιστορικό, αξίζει να μηδενίσουμε τον μετρητή μας και να ξαναβάλουμε μπρος. Ας μην υπολογίσουμε το κράτος. Άλλωστε, το κρατικό υπήρξε το χειρότερο μοντέλο. Έχουμε και υποδομές, και εργατικό δυναμικό, έμπειρο, αρκετό και πρόθυμο. Μένει να αλλάξουμε την αντίληψή μας περί παραγωγής, ανοίγοντας τα κλειστά εργοστάσια, δίνοντάς τους και πάλι ζωή. Στην Δύση αυτό λέγεται vintage, προσφέρεται σε πολύ υψηλές τιμές και έχει μεγάλη ζήτηση.

Ας φανταστούμε για λίγο πώς θα ήταν να βλέπαμε και ελληνικά Vintage Brand Names Made In Greece πάλι σε σημεία πώλησης, και όχι σε κάθε χωράφι και κάθε σκεπή άλλο ένα φωτοβολταϊκό! Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να πιστέψουμε ότι μπορούμε να το κάνουμε πράξη. Αρκετά με το ανόητο κλισέ «και δεν μπορούμε, και δεν γίνεται» που αποστηθίσαμε για δύο ολόκληρες γενιές. Δύο φράσεις συνώνυμες της αποτυχίας και της ανικανότητας. Η Ελλάδα θα τα καταφέρει, όταν επιχειρήσει να τα καταφέρει.

Οι θέσεις εργασίας δεν προσφέρονται, αλλά δημιουργούνται από τον κάθε έναν από εμάς. Ο καθένας μας πρέπει να προσπαθεί καθημερινά να δίνει το καλύτερο –και τίποτα λιγότερο– και να είναι υπερήφανος γι αυτό. Λένε ότι, όταν κάποιος άλλος το έχει κατορθώσει, τότε μπορούμε και εμείς. Είναι αλήθεια. Δεν έχουμε άλλη επιλογή. Σε αυτόν τον αγώνα δεν υπάρχει δεύτερη θέση, αλλά μόνον η πρώτη –και πρέπει να την κατακτήσουμε. Αυτά που θα χάσουμε είναι πολλά, αλλά αυτά που θα κερδίσουμε πολύ περισσότερα.

Ας θυμηθούμε τί ήταν το ελληνικό μπάσκετμπωλ πριν από το 1980: σίγουρα, όχι αυτό που είναι σήμερα. Σκληρές και επίπονες προσπάθειες τριάντα χρόνων. Πιστέψαμε σε κάποιον και αυτός σε εμάς. Έτσι λειτουργεί η δημιουργία.Έχουμε λοιπόν ένα όχημα φορτωμένο με πολύτιμο φορτίο, αλλά με μεγάλη βλάβη, ανίκανο να συνεχίσει. Τί κάνουμε; Το παρατάμε με το πολύτιμο φορτίο; Ασφαλώς όχι. Μεταφορτώνουμε το πολύτιμο φορτίο σε νέο όχημα και συνεχίζουμε. Το πολύτιμο φορτίο είμαστε εμείς. Εγκαταλείπουμε το παλιό όχημα (τον τρόπο σκέψης μας) και συνεχίζουμε με καινούργιο. Η μεταφόρτωση είναι δύσκολη, αλλά παράλληλα είναι και η μόνη μας επιλογή.

* Σύμβουλος επιχειρήσεων



Πηγή: European Business Review

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *