Δολώματα γιά τόν Κανένα
Τίς πίκρες πού ρίχνει ὁ χρόνος μέσα μου, τίς ἀφαιρεῖ ἀπό τά ποιήματά μου. Γέμισα ρυτίδες, γιά νά μείνω λεῖος ἐκεῖ πού κανείς δέν θά μέ θυμᾶται. * Ἕνα τριαντάφυλλο πού γίνεται ποίηση, μπορεῖ...
«χαῖρε, ξεῖνε, παρ᾿ ἄμμι φιλήσεαι: αὐτὰρ ἔπειτα δείπνου πασσάμενος μυθήσεαι ὅττεό σε χρή.»
Τίς πίκρες πού ρίχνει ὁ χρόνος μέσα μου, τίς ἀφαιρεῖ ἀπό τά ποιήματά μου. Γέμισα ρυτίδες, γιά νά μείνω λεῖος ἐκεῖ πού κανείς δέν θά μέ θυμᾶται. * Ἕνα τριαντάφυλλο πού γίνεται ποίηση, μπορεῖ...
Πρόγονους πάρε, ἀπόγονους, δαιμόνους, ὅλα τῆς Ἱστορίας τὰ συναξάρια, ὅλους τοῦ Ἑλληνισμοῦ τοὺς φανφαρόνους, ὅλα τῆς Ρωμιοσύνης τὰ καμάρια, τοῦ Λόγου τὶς κορφὲς, τοὺς παραλῆδες, τοὺς σοφούς, τῶν πολέμων τὰ λιοντάρια, Ὅμηρους, Ἀρχιμῆδες, Ἀχιλλῆδες,...
Νὰ φᾶς τὴν καρδιὰ ἑνὸς καρπουζιοῦ Καὶ σὰν τὸ καρπούζι νὰ πέσεις νὰ κοιμηθῆς Νὰ τρέξεις μὲ τὰ παιδιὰ πλάϊ στὸ ρυάκι τῆς γειτονιᾶς Ἐκεῖ ποὺ τὴ νύχτα φυτρώνει ἡ πανσέληνος Μουδιάζει μιὰ ψυχὴ...
Τὸν ὄρθρο τοῦ Δεκαπενταύγουστου τοῦ 1940, στὴ Φτέρη τοῦ Αἰγίου, χίλια διακόσα μέτρα ἀπάνω ἀπὸ τὴ θάλασσα, στὴν πρώτη μακρυνὴ καμπάνα τοῦ χωριοῦ, ἐξύπνησα ἔχοντας στὸ νοῦ μου καὶ στὰ χείλη μου τὴν προσευχὴ...
Μακάριοι ποὺ πεινᾶν καὶ ποὺ διψᾶνε Δικαιοσύνη. Μιὰ τύφλα ἐδῶ νικᾶ. Ὅσα μπροστὰ τραβᾶν παραπατᾶνε. Τὰ μάτια σου, Ὀμορφιά, τὰ οὐρανικὰ πότε κοντόφωτα εἶναι, πότε κλειοῦνται· ἐδῶ τ' ἀντρίκια καὶ τὰ γκαρδιακὰ ξεχάνουν καὶ...
Χαλκόπλαστος γιὰ πάντα καβαλλάρης, ὁ στοχασμένος νά Κολοκοτρώνης! —Τὸ φύσημά σου ποῦ θὰ ξαναπάρῃς; Κάπου τὸ χέρι ἁπλώνεις· ποῦ τ' ἁπλώνεις; —Μακριὰ, πολὺ μακριά, ἀλλοῦ πέρα! Στ' ἁγνά· δὲν τὰ πατᾶς, δὲν τὰ ζυγώνεις·...
Ἐλύτης Ὀδυσσέας Ἀπόψε βράδυ Αὐγούστου ὀχτὼ Ναυαγισμένο στὰ ρηχὰ τῶν ἄστρων Τὸ παλιό μου σπίτι μὲ τὰ σαμιαμίθια Καὶ τὸ χυμένο τὸ κερὶ στὸ κομοδίνο ἐπάνω Πόρτες παράθυρα ἀνοιχτὰ Τὸ παλιό μου σπίτι ἀδειάζοντας...