ΚΑΠΟΙΑ ΝΙΟΓΕΝΝΗΤΑ


    Ὤ! τὰ ματάκια σας πρωτανοιχτὰ
    κάτου ἐδῶ στὴ ζωὴ
    πέστε μου ποιὸς μπορεῖ νὰ τ' ἀντικρύσῃ,
    νὰ τ' ἀντικρύσῃ δίχως νὰ συγκινηθῇ;

    Ποιὸς ἀπὸ μᾶς ποὺ ὅσα τοῦ κόσμου ἐμπρός μας
    δείχνονται, εἴτε μεγάλα, εἴτε μικρά,
    δὲν εἶναι παρὰ μόνο ὅπως τὰ βλέπει
    καθρεφτισμένα στὰ βαθιά του ὁ λογισμός μας,
    οὔτε μεγάλα, οὔτε μικρά,
    παρά, συχνά, μεγάλα τὰ μικρά,
    καὶ μικρὰ τα μεγάλα,
    κάμπια εἶν' ἡ δόξα τοῦ βασιλιᾶ,
    καὶ θάλασσα εἶν' ἡ στάλα;

    Ὤ! τὰ ματάκια σας πρωτανοιχτὰ
    κάτου ἐδῶ στὴ ζωή,
    πῶς μέσα τους μιλεῖ μ' ὅλη τὴν ἔνταση
    τῆς γλώσσας ποὺ εἶναι τους ἡ ματιά,
    πῶς μέσα τους μιλεῖ
    τὸ ξάφνισμα ὅταν τὸ καλῇ
    κάποιου ποὺ δὲν προσμένεις ἡ θεωρία,
    ἀγκούσα, ἀνηξεριά, ἀπορία,
    ἕνα ρώτημ' ἀμίλητο:
                    — Γιατί;
    Πῶς ἤρθαμε καὶ ποῦ ἤρθαμε, καὶ τί,
    καὶ τί τάχα μᾶς μέλλετ' ἐδῶ πέρα,
    στὸ χάος ποὺ τὸ λέτε ἀέρα,
    κάτου ἀπὸ τὴ γητιά, ἀπὸ τὴ φοβέρα,
    καὶ κάτου ἀπὸ τὴ σαϊτιὰ
    ποὺ τήνε λέτε «ἀνθρώπινη ματιά;»

    Ὤ! τὰ ματάκια σας πρωτανοιχτὰ
    προτοῦ νὰ πάρουν τὴν ὁρμὴ
    ποὺ εὐφραίνει καὶ ποὺ μαγνητίζει
    τὸν ποιητὴ
    κι ὅποιον ξέρει τί ἀξίζει
    τῆς χαρᾶς ἕνας ἥσκιος, μιὰ ἰδέα τῆς χάρης,
    ὅπως καὶ ἀπ' ὅπου νὰ τὰ πάρῃς,
    κ' ἕνα κορμάκι μέσα στοῦ κόσμου
    γύρω τριγύρω πόσα κορμιά,
    σημαδεμένα, μαγαρισμένα
    ἀπ' τὴν ἀκάθαρτη ἀσκημιά,—
    πρὶν πάρουν τὴν ὁρμὴ
    ποὺ ὅλο τὰ πάει τρεχάτα καὶ ὅλο τὰ κρατεῖ
    στὰ μουσικὰ πλασμένα τους κινήματα
    καὶ στὰ σοφὰ ἀδασκάλευτα παιγνίδια,
    χωρὶς τὸ δρόμο τοῦ φτεροῦ,
    μόνο τὸ τίνασμα τοῦ λιγεροῦ
    ποὺ πάει φτερούγα νὰ γενῇ,
    σὰ νἄρχωνται ἀπ' τῆς τέχνης τὴν πηγὴ
    καὶ ἀπὸ τῆς ὀμορφάδας τὴ φωλιά,
    ἀλιγόστευτα, ἀμέτρητα, πάντα ἴδια!

    Ὤ! Τὰ ματάκια σας πρωτανοιχτὰ
    κάτου ἐδῶ στὴ ζωή,
    σὰν τὰ πρωτόειδα πῶς πρωτοκοιτάζουν,
    μ' ἔκαμαν πιὸ σφιχτὰ
    νὰ δεθῶ μὲ τ' ἀχνὰ τὰ ταπεινὰ
    ποὺ ἐδῶ σέρνονται ἀγνάντια μας καὶ γύρω,
    μὲ φέρανε στοῦ κόσμου τὰ μικρὰ
    σκυφτὸς κ' ἐγὼ πλάϊ τους νὰ γείρω,
    καὶ νὰ βάλω στὰ δειλὰ καὶ στὰ σκληρὰ
    σὰν παραπεταμένα μου τραγούδια
    τοῦ κόσμου τ' ἀπορρίματα
    καὶ τ' ἀποδιαλεγούδια,
    γιὰ νὰ τὰ ντύσω μέσα στὰ σκληρὰ καὶ στὰ δειλά,
    σὰν παραπεταμένα μου τραγούδια
    μὲ τὴ δόξα ποὺ θὰ ζήλευε περνώντας
    καὶ θωρώντας την κι αὐτὸς ὁ Σολομώντας,
    μὲ τὴ δόξα ποὺ τὴν ἔχουν—τοῦ Ἰησοῦ
    καθὼς μίλησε τὸ μίλημα—τοῦ ἀγροῦ
    καὶ τὰ πιὸ φτωχὰ λουλούδια!



Πηγή: Κ. Παλαμᾶ, Ἅπαντα, Τόμος Θ΄. Β΄ ΕΚΔΟΣΗ, ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ
ΔΕΙΛΟΙ ΚΑΙ ΣΚΛΗΡΟΙ ΣΤΙΧΟΙ

Ἑλλήνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *