ΒΗΜΑΤΙΣΜΟΙ A LA TCHAIKOVSKY (ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ)


"Ν΄ ἀναλύεις ἕνα σκίρτημα ἤ νά τό καθηλώνεις μέ-
σα σέ δέκατα τοῦ δευτερολέπτου χωρίς ἡ πραγματικό-
τητα νά παρουσιάζει τό παραμικρό ρῆγμα εἶναι ἤδη πο-
λύ. Ὅμως νά δίνεις τήν εὐχέρεια στήν ὕλη νά χάνει τόση
ἀπ΄ τή βαρύτητά της ὅση τῆς χρειάζεται γιά νά ἐπιχειρεῖ
μαζί σου πτήσεις εἶναι μιά εὐχαριστία.
Πουθενά δέν ἐπιστρέφει μεταμελημένος, παρεχτός ἐκεῖ
πού εὐτύχησες μά δέν τό δήλωσες, ὁ Θεός. Ἄθροο φαίνει
ὁ ἀθῶος φῶς. Καί ἡ φύσις πληρώνει.

ρόδια μικρά κλειστά περιστρεφόμενα
ἐπειδή καί τά δέντρα δέν γνωρίζουν δύση
στοῦ Γιουδαπάν τά πάνω περιβόλια
ἀλλά διαδοχικά τὀ φῶς διανύει
τοῦ πήδου καί τῆς ἀπλωσιᾶς μηνύματα εὐαφύπνιστα
τίς διαβαθμίσεις ὅλες
παιδάκια ὡρολογιακά τῶν δέντρων
ἑνός μεταξένιου μπλέ μώβ basso continuo
τί μέ τό πόδι τό δεξί τ΄ ἀριστεροῦ τήν τύχη κυνηγᾶτε;
ἀπό τ΄ ἀνεξακρίβωτα νερά τῆς Ὀδησσοῦ
ἐδῶ ἐγεννήθηκεν πανσές ἐκεῖ μώβ ἐκκλησάκι
ὥς τά τῆς Ὀδυσσείας τά διάφανα
παντοῦ μικρῶν καημῶν τά ὠά
φανάρια τῶν ὑπτίων νυχτῶν πού σβήνουν καί ὄχι
καί πουθενά ἡ ἀγάπη
ἐμπρός τῶν Ρώς καί τῶν Γραικῶν
καί ἡ ἀγάπη πουθενά
con brio τό πρόσταγμα
φοράδες ἤχου ἐτάχυναν τά χτυποκάρδια τοῦ νεροῦ
σάν νά θωρεῖς ν΄ ἀνάβουνε ἄξαφνα
στούς λόφους τοῦ Σβολέν πού ἀνάψανε
στά σκοτεινά
κόκκινο παλαιό τῆς πλέον αἰφνίδιας μέρας
ρόδια μικρά κλειστά περιστρεφόμενα.


Αὐτός ὁ χείμαρρος ὁ ἀνεβατός ποῦ πάει; Κι ὁ σταμα-
τημός τῆς μιᾶς στιγμῆς, ὁ οἱωνεί αἰώνιος. Ὑπάρχουν ἀν-
θρωποι τῆς παλαιῆς λαλιᾶς κι ὑπάρχουν κι ἐγκαταλελειμ-
μένοι ἀνθῶνες. Ροδάκι τοῦ ἄσσου κι ἄλφα μούρλια! Στε-
νεύεται ὁ χρόνος κι ἀναγκάζεται νά ἐξαργυρώνει: νά κο-
ρίτσια! νά γοβάκια! νά γυαλί τετραγωνάκια! Εἶναι ἀ-
νάγκη στίς ἑκατό στροφές στεναχώριας νά παράγουμε
καί μία χαρᾶς. Δικαιοσύνη.

TCHAIKOVSKY-ELYTIS

PAS DE DEUX

α΄
Τό λί τό λί τό λίκνισμα
τό κά τό ἐπάνω χέρι
δύο τρία πέντε ὀχτώ
μαῦρο πού ΄γινες λευκό

β΄
Φύσα ἐδῶ καί φύσα ἐκεῖ
τό σπαγκάκι τό γατί
βασιλέα κάνε με
φουστανάκι μου ἄνεμε

γ΄
Τό λύ τό λύ λύγισμα
λίγου πού ἀγγίζει ἀγκώνα
ἕνα δύο πέντε ὀχτώ
δεκαέξι εὐχαριστῶ.

Ἡ φιλία δύο αἰσθήσεων εἶναι συχνά καί ἡ ἔναρξη μιᾶς
ἐρωτικῆς ἱστορίας. Ὅταν ἐγγίζεις βλέπεις, καί ὅσα κα-
τεβάζει ὁ νοῦς μᾶς ἔρχονται ἀπό τούς διαφορετικούς ὀρό-
φους. Ἄ, παιδιά τῆς πέτρας καί τοῦ μετάλλου, ἀλλά καί
τοῦ ρυθμοῦ καί τοῦ ἰλίγγου. Γιά μιά φούχτα εὐ ζοῦμε
ὅλοι μας κι ἄς ὄψεται ἡ ἀπροσεξία τοῦ χρόνου. Θά τιμω-
ρηθεῖ. Ἄν ἴσως δέν σηκωθεῖ ξάφνου δυνατός ἄνεμος κι
ἀκουσθεῖ τοῦ μηδενός τό περιούσιον ἄσμα."



Πηγή: Ἐν λευκῶ, ἐκδόσεις, Ἴκαρος
Φωτογραφία: https://gr.pinterest.com/

Χρύσα Νικολοπούλου/Ἑλλήνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *