ΤΟ ΣΤΑΥΡΙΚΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ

ΤΟ ΣΤΑΥΡΙΚΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ - Προλεγόμενα στη Μ. Εβδομάδα

Προλεγόμενα στὴ Μ. Ἐβδομάδα

ΑΘ. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗ

Ἡ Ὀρθοδοξία ζεῖ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα ὡς τὴν κορυφαία ἑβδομάδα τοῦ χρόνου. Κατ' αὐτὴν ἱερουργεῖ «τὰ μεγάλα κατορθώματα τοῦ Χριστοῦ», ποὺ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Εἶναι αὐτὰ ποὺ κατέλυσαν τὴ δαιμονικὴ τυραννία τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς γκρέμισαν τὸ φράγμα τῆς ἁμαρτίας, ἀφάνησαν τὸ ρῆγμα τοῦ θανάτου καὶ φανέρωσαν τὴ ζωὴ ὡς ἄβυσσο θείας ἀγάπης.

Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος, ἀπογυμνωμένος ἀπὸ τὶς ἀλήθειες τῶν μεγάλων ἐλπίδων, παγιδευμένος σὲ δαιμονισμὸ ψευδαισθήσεων, ἀδυνατεῖ νὰ αἰσθανθεῖ τὴ δυναμικὴ τῶν μεγάλων ὡρῶν της. Γι' αὐτὸ τὴν προσεγγίζει κυρίως ἀπὸ τὴ λαογραφική της διάσταση, ποὺ ἐξυπηρετεῖ καὶ τὴν ἔνταξή της στὸ ποδοβολητὸ τῆς φυγῆς, τὸ ξέφρενο πανηγύρι τῆς τουριστικῆς περιπέτειας. Ρέκτης τῆς χρηστικῆς τῶν πραγμάτων... ἐναρμονίζει τὴ Μ. Ἑβδομάδα στὴν πρακτικὴ τῆς πανεμπόρευσης, τοῦ καταναλωτισμοῦ, ποὺ μεταποιεῖ τὸ χρόνο σὲ χρῆμα κι ἀπόλαυση. Ἀπὸ τοῦτον τὸ δρόμο, κλῆρο του, θαρρεῖς, τραγικό, μένει ἀκοινώνητος ἀπ' τὴν οὐσία γεγονότων κοσμογονικῶν, μοναχικὸς στὰ ἴδια ἀδιέξοδα τῆς καθημερινῆς πεζότητας.

Ἀνάγκη, λοιπόν, ἐπιτακτικὴ νὰ βοηθηθεῖ νὰ προσεγγίσει οὐσιαστικά, μὲ πληρότητα τὸ βαθὺ μυστήριο τῆς ἁγίας Ἑβδομάδας. Ἀνάγκη γιὰ τοῦτο νὰ κληθεῖ στὸ λατρευτικὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, χῶρο μετοχῆς σὲ ἱερὲς γεύσεις. Γιατὶ τὶς μεγάλες τοῦτες μέρες ὁ χῶρος αὐτὸς μεταμορφώνεται μυστικὰ σὲ Γολγοθᾶ καὶ στὴν αἱμάτινη ἀνηφοριά του ὁδεύει πάλι μὲ τὸ βαρὺ σταυρὸ στὸν ὦμο ὁ ἴδιος θεῖος Ὁδοιπόρος. Μαζί του ἀνηφορίζει κλιμακωτὰ ἀπὸ κάθε ἀκολουθία καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ὅλοι ἐμεῖς. Στὴ γνώριμη φωνὴ τῶν αἰώνων, «ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα...» (Ματθ. 20, 18), ἀποκρινόμαστε διὰ στόματος ἁγίου ὑμνογράφου, «συμπορευθῶμεν αὐτῷ καὶ συσταυρωθῶμεν».

Ἡ Ἐκκλησία, τὴ Μ. Ἑβδομάδα, δὲν ἐπιδίδεται σὲ μιὰ γραφικὴ ἢ καὶ συμπαθητικὴ ἀναπαράσταση τῶν γεγονότων τοῦ Πάθους μὲ μᾶς συγκινημένους θεατὲς ἕνα γύρω. Αὐτὸ γίνεται θαυμάσια στὸ θέατρο, τὸν κινηματογράφο ἢ καὶ στὸ σπίτι μας ἀπὸ τὴν Τηλεόραση. Ἡ Ἐκκλησία τελεῖ κάτι πιὸ βαθὺ καὶ μεγάλο, ἱερουργεῖ μυστικὰ -ζεῖ βιωματικὰ- μὲ πηγαία ὀδύνη τὸ μαρτύριο τοῦ Γολγοθᾶ μὲ μᾶς μέτοχους καὶ κοινωνοὺς τῶν γεγονότων τῆς σωτηρίας. Κάνει ἔτσι ἐπίκαιρο τὸ μυστήριο τοῦ Γολγοθᾶ καὶ μεῖς «ἀναβαίνομεν», ἐμπλέκουμε προσωπικὰ τὴ ζωή μας στὴ σωτήρια αὐτὴ ἐκκλησιαστικὴ μυσταγωγία.

***

Γραφικὰ κείμενα πατερικῆς ἐπιλογῆς, ὑμνολογικὲς συνθέσεις ἀνυπέρβλητες, τολμηρῆς σύλληψης, μυστικοῦ βάθους, ὑψηλῆς διδαχῆς, καὶ τὸ κάθε τι τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου ἀπὸ κοντά, προωθοῦν τὴν ἀνάβαση. Τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας, «ἐρχόμενος πρὸς τὸ σωτήριον πάθος» γιὰ τὴ Νέα Ἱερουσαλήμ, «ἐν τῷ μέσῷ τῆς νυκτός», συναντιέται μὲ τὸν «μακάριον δοῦλον», ὅποιον δὲν ἀπόκαμε στὴν ἀπαντοχή του. Ἡ παραβολὴ τῆς ἄκαρπης συκιᾶς, ποὺ ξεραίνει ὁ Κύριος, δίνει εὐκρινέστατα τὶς προδιαγραφὲς τοῦ μακάριου δούλου. Ἀλλὰ ἡ ἔκτακτη ἀρετὴ τοῦ πουλημένου ἀδελφοῦ, «τοῦ παγκάλου Ἰωσήφ», ποὺ δὲν ὑποκύπτει στὸ πάθος τῆς ἐγωκεντρικῆς χρήσης τοῦ ἄλλου, τὶς ὁδηγεῖ σὲ κορύφωση.

Ἀνάλογη ἀτμόσφαιρα «ὑψηλῆς ἑτοιμότητας» καλλιεργεῖ τὸ ἑπόμενο βράδι -Μ. Τρίτη- ἡ παραβολὴ γιὰ τὶς μωρὲς καὶ τὶς φρόνιμες παρθένες. Αὐτὰ ὅμως ἀνοίγουν καὶ στὸ ἐνδεχόμενο τῆς ἀπόγνωσης γιὰ τὴ σωτηρία. Ἡ Ἐκκλησία τότε φιλάνθρωπα προβάλλει τὸ συγκλονιστικὸ γεγονὸς τῆς συγχώρησης τῆς πόρνης ἀπ' τὸ ὑπέροχο δοξαστικὸ ὁσίας Κασσιανῆς, τῆς μοναχῆς -«Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή...»- γιὰ νὰ ὑποδείξει στὴν ὕπαρξή μας ἀπὸ κεῖνο τό, «τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα» τὴ δυναμικὴ τῆς μετάνοιας. Προτείνει, μάλιστα, ν' ἀντιπαρατάξουμε τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας ἄφοβα -«ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη»- στὴν ἂβυσσο τῆς ἀγαπητικῆς κρίσης τοῦ Θεοῦ, «καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσῃ».

Τὸ θέμα ἔτσι ἔχει προωθηθεῖ, ὁ πιστὸς ἔχει κατανοήσει, «δεινὸν ἡ ραθυμία, μεγάλη ἡ μετάνοια». Τὸ φοβερὸ δὲν εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἀλλὰ ἡ ἀδιαφορία γιὰ μετάνοια. Τὸ βράδι τῆς Μ. Τετάρτης τὸ πρόβλημα ξεκαθαρίζεται ὁλότελα. Ὁ Χριστὸς πλένει τὰ πόδια καὶ τοῦ αὐριανοῦ προδότη του. Ὑποδηλώνει ἔμπρακτα ἀκόμη καὶ ποιοῦ τὴ μετάνοια μπορεῖ νὰ δεχτεῖ. Ἡ Ἐκκλησία τονίζει τὴ διαφορά, «ἡ μὲν ἔχαιρε κενοῦσα τὸ πολύτιμον, ὁ δὲ ἔσπευσε πωλῆσαι τὸν ἀτίμητον».

Ἑτοιμότητα καὶ τόλμημα μετάνοιας, οἱ ἐπάλληλοι κύκλοι τῆς ἀνάβασης τῶν πρώτων ἡμερῶν. Τώρα ὁ δρόμος ἀνοιχτός. Μαζί Του σὲ πορεία πρὸς τὸ Σταυρό, τὸν Τάφο, τὴν Ἀνάσταση, τὸ Πάσχα, πέρασμα στὴ ζωή.

***

Μ. Πέμπτη, βράδι, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας στὴν αἱμάτινη ἀνηφοριά, μὲ τὴ δυναμικὴ τῆς νίκης εὐδιάκριτη, παρὰ τὴν ὀδύνη ἀπὸ τὸν «στέφανον ἐξ ἀκανθῶν», παρὰ τὸν ἐξευτελισμὸ ἀπ' τὴν «ψευδῆ πορφύραν», μὲ τὸ βαρὺ Σταυρὸ στοὺς «κατάστικτους τοῖς μώλωψιν» ὤμους, «πανσθενουργὸς» πρὸς τὸ «σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου...» Νὰ ἐπισημάνω τὸ «σήμερον» καὶ τοὺς ἐνεστῶτες, ποὺ τὸ ἀκολουθοῦν, «κρεμᾶται», «περιτίθεται», «περιβάλλεται»· νὰ ἐπισημάνω τὸ «ἐδῶ καὶ τώρα» τῶν γεγονότων τῆς μεγάλης ὥρας, κι ἀπ' τὸ «προσκυνοῦμεν» καὶ τὸ «δεῖξον ἡμῖν καὶ τὴν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν» τὴ σταυροαναστάσιμη αἴσθηση, τὸ ἄμεσον καὶ ἐπικείμενον τῆς προσδοκίας τῆς ἔγερσής Του.

Ἀκολουθεῖ τὸ «τετέλεσται», ἡ μεγαλειώδης συνείδηση καὶ μαζὶ ἀναγγελία τῆς ὁλοκλήρωσης τοῦ ἔργου. Κι ὕστερα τό, «κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκεν τὸ πνεῦμα του» (Ἰωάν. 19, 30), ποὺ μᾶς ἀφήνει κυριολεκτικὰ ἐνεούς, κεραυνοβολημένους. Ὁ ὑμνογράφος πάλι μᾶς χειραγωγεῖ, «φοβερὸν καὶ παράδοξον μυστήριον σήμερον ἐνεργούμενον καθορᾶται». Σιωπηλοὶ ἀνοιγόμαστε στὴν πιὸ πένθιμη μέρα τοῦ χρόνου. Μ. Παρασκευή, ἀργόρυθμες καμπάνες τὸ διαλαλοῦν στὴν οἰκουμένη. Ἡ ὥρα τοῦ θάρρους τῶν κρυφῶν μαθητῶν, «Ἰωσὴφ σὺν Νικοδήμῳ...καθελὼν ἀπὸ τοῦ ξύλου, καὶ θεωρήσας νεκρόν, γυμνὸν ἄταφον», ποιόν; «Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον», μὲ ἄλλα λόγια, «τὸν Κύριον τῆς δόξης». Μαζί του καὶ μεῖς, «εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβῶν, ὀδυρόμενος ἔλεγεν...», μὲ ἔνταση τῆς φωνῆς, «οἴμοι γλυκύτατε Ἰησοῦ...»! Καὶ στὴν ἴδια ἀπορία, ἂν εἶναι δυνατόν! «Ὅν πρὸ μικροῦ ὁ ἤλιος ἐν Σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος, ζόφῳ περιεβάλλετο...»! Ἀλλὰ καὶ στὴν ἴδια ἀμηχανία, «πῶς σὲ κηδεύσω, Θεέ μου»; Προσέξτε τὴν ἀντίθεση, ἀντίφαση! Κι ἀκόμη, «ἢ πῶς συνδόσιν εἰλήσω»; Καὶ ἡ στιγμὴ τοῦ πιὸ φοβεροῦ δισταγμοῦ, «ποίαις χερσὶν δὲ προσψαύσω τὸ σὸν ἀκήρατον -πεντακάθαρο- σῶμα»! Ποῦ νὰ βρεθοῦν, ἀλήθεια, τέτοια χέρια!

Καὶ τὸ βράδι τῆς ἴδιας μέρας μαζί, «αἱ γενεαὶ πᾶσαι ὕμνον τῇ ταφῇ σου...». Κι ἀπ' τὴ θερμὴ ἀναφώνηση, «ὦ γλυκύ μου ἔαρ...» κι ἀπ' τὴν προφητεία γιὰ τὰ ξεραμένο ὀστὰ τῆς πεδιάδας ποὺ βλέπει ὁ Ἰεζεκιὴλ(37,1 κἑ.) νὰ ζωοποιοῦνται, περνοῦμε στὸ «ἀνάστα ὁ Θεὸς κρίνων τὴν γῆν», τὸ πρωὶ τοῦ Μ. Σαββάτου, χαρμόσυνο προανάκρουσμα τοῦ «διαγενομένου δὲ τοῦ Σαββάτου...» τῆς δωδεκάτης νυκτερινῆς, ποὺ ξεσπᾶ στὸ θριαμβικὸ «Χριστὸς ἀνέστη...»! Ἡ ὄγδοη μέρα ἄρχισε, «αὐτὴ ἡ κλήση καὶ ἁγία ἡμέρα, ἡ μία τῶν Σαββάτων, ἡ βασιλὶς καὶ κυρία», ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, στὴν πιὸ μεγαλειώδη σύνθεση τῶν αἰώνων! «Πανήγυρις ἐστὶ πανηγύρεων...» καὶ εἶναι ἀπόλυτα δικαιολογημένος ὁ χαρακτηρισμός, ἀφοῦ, «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν... ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν», ἦρθε αὐτὸ ποὺ περιμέναμε, αὐτὸ ποὺ περιμένει κάθε ἄνθρωπος, ἡ ζωή!

***

Εἶναι ἀκόμη καὶ τὰ συναπαντήματα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν. Ὁ ἕνας μὲ τὸν Ἰούδα, ποὺ δὲν προδίδει ἔτσι γιὰ τὸ κέφι του ἢ ἀπὸ ἀντιπάθεια, ἀλλὰ γιὰ «τριάκοντα ἀργύρια», κάνοντας ἀκόμη πιὸ φτηνὴ τὴν ἄθλια πράξη! Ἄνθρωποι μιᾶς ἐποχῆς ποὺ τὰ ἐξαργυρώνει ὅλα, ἐμεῖς, ἀλίμονο, πόσο καταλαβαίνουμε αὐτὸν τὸν τύπο προδοσίας! Ὁ ἄλλος ἀπὸ κοντὰ μὲ τὸν ἐνθουσιώδη Πέτρο, ὁρκίζεται ὁλοκληρωτικὴ ἀφοσίωση, σὲ πίστωση τούτου, τραβάει καὶ μαχαίρι! Καὶ λίγο ἀργότερα, «οὐκ οἷδα τὸν ἄνθρωπον», ἔνορκη ἄρνηση μπροστὰ σὲ μιὰ παιδούλα! Ὑποσχέσεις καὶ λόγια μεγάλα, ποὺ τινάζονται στὸν ἀέρα μὲ τὴν πρώτη δοκιμασία!

Εἶναι ὅμως κι ὁ Ἰωάννης τῆς ἀγάπης, ἀκολουθεῖ σιωπηλὸς ὣς τὸ Σταυρὸ ἀπὸ κάτω. Μαζί του καὶ ἡ Μάννα τοῦ μεγάλου πόνου, μὲ ἐπαληθευμένη ἐπώδυνα τὴν προφητεία Συμεών, «σοῦ δέ... τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ. 2, 35). Ἡ ἀγάπη σιωπηλή, δέχεται τὴν τιμὴ νὰ ἀναπαύσει τὸ μητρικὸ πόνο, «ἴδε ἡ μήτηρ σου...» (Ἰωάν. 19, 27). Δὲν εἶναι «κύμβαλον ἀλαλάζον» ἡ ἀγάπη, στέκεται στὸ μαρτύριο τῆς ζωῆς, δὲν τὸ καπηλεύεται, δὲν ἐκτρέφει οὐτοπίες.

Ἀφήνω τὴν Ἰουδαϊκὴ ἀγνωμοσύνη τοῦ «οὐά, ὁ καταλύων...», ἀπειράριθμες, σήμερα οἱ διασταυρώσεις της. Μνημονεύω τὴν περίπτωση Σίμωνα τοῦ Κυρηναίου, τὴν πιὸ διάσημη «ἀγγαρεία ἀγάπης»! Δὲν ξέρω πόσοι εὐτύχησαν ἢ εὐτυχοῦν νὰ βρεθοῦν στὰ ἴχνη της, ξέρω πὼς ἀνακούφισαν πόνους! Κλείνω μὲ μιὰ ὡραία γιὰ ὅλους συνάντηση, τὸ «μνήσθητί μου, Κύριε», τοῦ ληστῆ, τὴν εὐλογημένη μετάνοια ὡς ἐλπίδα καὶ τῆς ἔσχατης ὥρας.

Ὅλα αὐτὰ δημιουργοῦν μέσα μας δονήσεις ἀστάθμητης ἔντασης, διεργασίες καὶ ἀνασυντάξεις σωτήριας διάστασης. Φανερώνουν τὴ δυναμικὴ τῆς μετοχῆς στὴν ἱερουργία τῶν ἁγίων ὡρῶν τοῦ μυστηρίου τῶν μυστηρίων, δικαιώνουν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ποὺ χαρακτηρίζει τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου, «κρίσιν τῆς κρίσεως». Παραπέμπουν σὲ ἅγιο Γρηγόριο Ναζιανζηνό, ποὺ τονίζει, πὼς αὐτὸς ποὺ κατέβηκε τὰ σκαλοπάτια τοῦ θανάτου, «βλάστησε τὴ μυστικὴ ἄνοιξη τοῦ πνεύματος», τῆς νέας ζωῆς.

***

Ἡ Ἐκκλησία ζεῖ στὸ λατρευτικὸ χῶρο της τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ὡς μυστήριο πιὸ βαθὺ κι ἀπὸ τὴν ἄβυσσο. Μᾶς προσκαλεῖ νὰ τὸ προσεγγίσουμε μὲ σεβασμὸ σιγῆς δημιουργικῆς. «Σιγήσατω πᾶσα σὰρξ βροτεία». Ἡ σιγὴ αὐτὴ εἶναι ὁ ἐγκαινιασμὸς τοῦ νέου κόσμου. Ὁ Χριστὸς μᾶς δείχνει τὸν Πατέρα μὲ τὴ φωνὴ σὲ πλησμονὴ εὐτυχίας! «Ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία, ἄ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός...» (Ἑβρ. 2.13).

Ἐμπειρίες καὶ γεύσεις οὐσιαστικὲς ὅλα αὐτά. Προτάσεις στὸ σύγχρονο ἄνθρωπο γιὰ ξεπέρασμα τῶν ἀντιστάσεων, «ἐκ Ναζαρέτ, δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι»; Προτάσεις γιὰ δοκιμή, «ἔρχου καὶ ἴδε»! Πέρα ἀπὸ τὸ ποδοβολητὸ τῆς φυγῆς, πέρα ἀπὸ τὸ ξέφρενο πανηγύρι τῆς τουριστικῆς περιπέτειας, πέρα ἀπὸ τὸν καταναλωτισμό, ποὺ μεταποιεῖ τὸ χρόνο σὲ χρῆμα κι ἀπόλαυση... Σ' ἕνα γνήσιο «συμπορευθῶμεν αὐτῷ καὶ συσταυρωθῶμεν», σὲ κάποια Ἐκκλησιά, σὲ κάποιο ξωκκλήσι, ἐκεῖ εἶναι ἕνας Γολγοθάς, κι ὁ Σταυρωμένος στὰ καρφιὰ περιμένει... περιμένει καὶ τὸν ἄνθρωπο αὐτῆς τῆς ἐποχῆς, νὰ τὸν κοινωνήσει Ἀνάσταση καὶ ζωή! Ὥρα γιὰ ἔνα Σταυρικὸ πέρασμα στὴ ζωή, Μ. Ἑβδομάδα 1991!



Πηγή: «Νέα Εστία» τχ. 1604, 1994
Φωτογραφία: https://gr.pinterest.com/

Ἑλληνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *